ΕΙΔΑΜΕ ΤΗ 'ΜΕΡΑ ΟΡΓΗΣ' ΤΟΥ ΣΙΛΙΝΓΚ
- Ημερομηνία: Τρίτη, 15/12/2015 11:38
Όχι μόνο μια μέρα οργής, αλλά πολύ περισσότερες μας πρόσφερε ο σκηνοθέτης Αρπαντ Σιλινγκ, με την παράστασή του στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών. Κι αυτό, γιατί βγαίνοντας από την αίθουσα, μοιράζεσαι το θυμό του Ούγγρου δημιουργού, για τα όσα συμβαίνουν στη χώρα του, στην Ευρώπη, στον κόσμο όλο, σήμερα αλλά και πάντα.
Το κείμενο που υπογράφει μαζί με την Ε. Zabezsinszkij, είναι αυτό που σε λίγα χρόνια μάλλον, θα θεωρείται «κλασικό».
Ο Ούγγρος σκηνοθέτης που μετά τη διεθνή επιτυχία του «Γλάρου» του, αποφάσισε να επιστρέψει στην δυστοπική πραγματικότητα της Ουγγαρίας και να συμβάλει από το δικό του μετερίζι, αφυπνίζοντας τους συμπολίτες του. Επιλέγει λοιπόν, ένα πραγματικό περιστατικό, για να μιλήσει για τον μέσο άνθρωπο που συνθλίβεται από ένα σκληρό κι απάνθρωπο σύστημα που δεν επιτρέπει την αδυναμία, δεν επιτρέπει να μην είσαι « έξυπνος» με τους δικούς του όρους.
Αν δεν μπορείς να ακολουθήσεις, τότε απλώς πρέπει να πεθάνεις. Η παράσταση του Σίλινγκ, καθιστά τραγικό ήρωα τον μέσο άνθρωπο, που δεν μπορεί να προσαρμοστεί, όχι κάτ΄ ανάγκη επειδή δεν θέλει, απλώς δεν μπορεί.
Η παράσταση ξεκινάει με μια ΜΕΡΑ ΟΡΓΗΣ, τότε που τα μέσα ανθρωπάκια αποφασίζουν να ορθώσουν ανάστημα και μάλιστα το κράτος εντελώς υποκριτικά τα παρασημοφορεί, για να τα απολύσει στη συνέχεια. Μετά, αυτή την «υπέρλαμπρη» μέρα, την ακολουθούν πολλές ακόμα, όχι λαμπρές κι όχι οργισμένες, που με μαθηματική ακρίβεια οδηγούν στην απόλυτη εξαθλίωση την κεντρική ηρωίδα.
Ο ίδιος ο Σίλινγκ στη συζήτηση που ακολούθησε με το κοινό ανάφερε πως αυτή η γυναίκα μοιάζει με τον «Καθένα» που συναντούμε στα Μεσαιωνικά Δράματα (Mysteries Plays) , δηλαδή μπορεί να είναι οποιοσδήποτε από εμάς. Γύρω της στήνει ένα « θέατρο» πολλών χαρακτήρων που παίζονται από δύο μόνο ηθοποιούς, οι οποίοι επί σκηνής μεταμφιέζονται και με πολύ «ευγένεια» την καταβαραθρώνουν συστηματικά.
Μαζί της βρίσκεται και η οικογένεια της- η μάνα και η κόρη της. Τρεις διαφορετικές γενιές που η καθεμία με τον δικό της τρόπο και τη δική της ηθική, ασπάζεται το σύστημα και υποτάσσεται σε αυτό, θυσιάζοντας τα πάντα.
Το θέατρο του Σίλινγκ είναι βαθιά κοινωνικό, με πολιτικές διαστάσεις, που φέρνει τον άνθρωπο, τον όποιο άνθρωπο, στο κέντρο της σκηνής και δείχνει πώς η επιθυμία του να ζεις απλώς τη ζωή σου δεν επιτρέπεται. Εκτός από την πρώτη « επαναστατική» σκηνή διαμαρτυρίας, όλη η υπόλοιπη δράση περιστρέφεται γύρω από έναν καναπέ. Από εκεί οι ήρωες λειτουργούν, πάνω εκεί δρουν κι εκεί τελικά τα χάνουν όλα.
Σαν να ουρλιάζει ο Σίλινγκ: «Σηκωθείτε επιτέλους, κάντε κάτι», χωρίς φωνές όμως. Αφήνει το κεντρικό πρόσωπο γυμνό- και κυριολεκτικά και μεταφορικά- μέσα στην οδυνηρή μοναξιά της «ανεπαρκείας» του. Αλλά ποια ακριβώς είναι η ανεπάρκειά του;
Με τραγούδια που με μπρεχτικό τρόπο διακόπτουν την δράση και σε αναγκάζουν να σκεφτείς, πριν προλάβεις να συγκινηθείς για τα προβλήματα της έρημης νοσοκόμας που έμεινε άνεργη, γιατί είπε το αυτονόητο- το όνομά της με δυσκολία το συγκρατείς, όχι επειδή είναι ξένο, αλλά επειδή δεν έχει και τόσο σημασία- ο Σίλινγκ με τους εξαιρετικούς συνεργάτες του, στήνει μια καθαρά πολιτική παράσταση. Δεν κουνάει το δάχτυλο, δεν φοβάται να πει την αλήθεια, αλλά ταυτόχρονα δεν στερείται μια πυκνής και ουσιαστικής θεατρικής ατμόσφαιρας. Όσοι την είδαμε θα τη θυμόμαστε για καιρό…