ΚΑΙΟΜΕΝΗ

homebig: ΚΑΙΟΜΕΝΗ
afisa: ΚΑΙΟΜΕΝΗ

  • Σύνοψη

    Το Θέατρο Σημείο παρουσιάζει την ΚΑΙΟΜΕΝΗ του Γιον Φόσσε από την Παρασκευή 4 Μαρτίου, στην Κεντρική Σκηνή για 2η χρονιά. Ένα έργο βασισμένο στο θεατρικό του πολύ σημαντικού Νορβηγού συγγραφέα Γιον Φόσσε «Μια μέρα του καλοκαιριού» και στο διήγημά του «Η Αλίκη στις φλόγες».

    «Ο Νορβηγός έρχεται»,
    σημείωμα του Andrew Dickson από το αφιέρωμα
    της THE GUARDIAN το καλοκαίρι 2014
    στον Γιον Φόσε

    Ο Γιον Φόσε με συναντάει στο φουαγιέ του ξενοδοχείου μου στο Όσλο. Με αρπάζει από το μπράτσο και με οδηγεί στη ρεσεψιόν όπου εκεί στον τοίχο, είναι τυπωμένες με στένσιλ κάτι προτάσεις στα νορβηγικά. «Από ένα μυθιστόρημά μου», λέει ο Φόσε και η ένταση της φωνής του πέφτει, γίνεται συρίζει. «Από πάνω μας, υπάρχει ένα ολόκληρο δωμάτιο Γιον Φόσε». Είναι αδύνατον να καταλάβεις αν είναι ενθουσιασμένος ή παγωμένος από τον τρόμο.

    Ο Φόσε δεν είναι ένας απλός παράγοντας του θεατρικού χώρου. Είναι ο ευρωπαίος συγγραφέας με τις περισσότερες παραγωγές σε θέατρα παγκοσμίως. Έχει μεταφραστεί σε σαράντα γλώσσες. Το 2010 πήρε το σπουδαιότερο βραβείο παγκοσμίως, αυτό του ιδρύματος Ίψεν (300.000 Ευρώ) ενώ τρία χρόνια πριν του είχε αποδοθεί η γαλλική Ordre National du Merite. Το 2013 έφτασε μια ανάσα πριν από το Νόμπελ.
    Η βασιλική οικογένεια της Νορβηγίας τού έχει χορηγήσει το σπίτι που μένει: "Είναι μέρος του παλατιού. Για να είμαι απολύτως ειλικρινής, δεν μου αρέσει. Αλλά τι να πεις… με έπεισαν," δηλώνει σαστισμένος.

    Οι κριτικοί δυσκολεύονται να αποκωδικοποιήσουν το έργο του. Ακόμα και οι οπαδοί του δυσκολεύονται πολλές φορές να καταλάβουν που αναφέρεται. Όλοι όμως παραδέχονται ότι τα έργα του περιέχουν τις πιο δυνατές, ποιητικές και καλογραμμένες σκηνές που έχουν δει. Ίσως στόχος του δεν είναι να καταλάβεις τι θέλει να πει. Τα κείμενα του, λιτά και αδάμαστα, περικυκλώνουν εμμονικά την αδυναμία της γλώσσας να παραγάγει μονοσήμαντα νοήματα. Οι διάλογοι του, με τις βαριές παύσεις και τις θρυμματισμένες απαντήσεις, φέρνουν στο μυαλό τον Μπέκετ και τον Πίντερ. Ο ίδιος επισημαίνει: «Ο Πίντερ έλεγε ότι τα έργα του δεν περιστρέφονται γύρω από την αδυναμία του ανθρώπου να επικοινωνήσει, αλλά γύρω από την αδυναμία του ανθρώπου να περιορίσει την επικοινωνία του. Κι εγώ το ίδιο λέω: οι άνθρωποι μου επικοινωνούν χωρίς λέξεις. Γνωρίζουν από πριν τι πρόκειται να ειπωθεί.»

    «Όταν ξεκίνησαν να παίζονται τα έργα μου στο εξωτερικό όλοι επέμεναν να με λένε ‘νέο Ίμπσεν’. Εγώ απαντούσα πάντα ότι αυτή η σύγκριση αδικεί τον Ίμπσεν – και μένα.»

    Ο Φόσσε γεννήθηκε σε μια απόμακρη φάρμα κοντά στο Haugesund, στη δυτική ακτή της Νορβηγίας, κοντά στο στόμιο του περίφημου φιόρδ Hardanger. Τώρα μοιράζει το χρόνο του ανάμεσα στην Αυστρία και το Όσλο, αλλά εξακολουθεί να έχει μια αγροικία στην περιοχή. Τα σκηνικά του μπορεί να είναι αφαιρετικά αλλά το άγριο μεγαλείο της περιοχής (τα εγκαταλελειμμένα ψαροχώρια, η φονική γοητεία της θάλασσας) καταφέρνει και παρεισφρέει πάντα στα γραπτά του. Είναι αυτοβιογραφικά; «Και βέβαια, από την άλλη βέβαια – πώς να το πω – είναι διπλό αυτό. Είναι και τα δυο. Πώς να γράψω ένα έργο σαν την Καιόμενη χωρίς να ξέρω τίποτα για τη θάλασσα. Αλλά το σύμπαν κάθε έργου δημιουργείται εκ του μηδενός. Προτιμώ να μην ξέρω τίποτα πριν ξεκινήσω. Συνήθως λέω ότι γράφω σαν να ακούω: δεν ξέρω ακριβώς τι είναι αυτό που φτάνει στο αυτί μου, αλλά εγώ προσπαθώ να μη χάσω τον παραμικρό ήχο.»

    Ο Φόσσε στράφηκε στο θέατρο μετά τα τριάντα του. Λέει ότι τα έργα του είναι σαν «ομαδικό σεξ. Όταν γράφω χρειάζομαι ελευθερία και απομόνωση. Όταν άρχισα να γράφω για το θέατρο, στην αρχή βασανιζόμουν – πως θα τα κατάφερνα να ελέγξω τη συγγραφική διαδικασία. Μετά κατάλαβα πως ήταν μάταιο. Δεν έπρεπε να ελέγξω τίποτα. Έπρεπε να αφεθώ. Το θέατρο, το καλό θέατρο, βέβαια, έχει κάτι ιερό. Όχι, δεν είναι ομαδικό σεξ. Είναι μυστήριο. Αυτό το θέατρο μου αρέσει." Χαμογελάει. Ο Φόσσε έχει αντιμετωπίσει πολλούς προσωπικούς δαίμονες. «Γράφω για να επιβιώσω. Ξεκίνησα να γράφω όταν ήμουν πολύ μικρός, δώδεκα χρονών. Στιχάκια, ιστορίες. Δημιούργησα κάτι, έναν χώρο δικό μου στον κόσμο, κάπου να νιώθω ασφαλής.»

    Παντρεύτηκε πρόσφατα για τρίτη φορά. Μετά από τρεις δεκαετίες αδιάκοπης εργασίας, σταματάει λιγότερο και ο ρυθμός του είναι πιο αργός. «Θα σταματήσεις το θέατρο;» «Ναι, βέβαια. Το έχω ήδη σταματήσει. Δε μου δίνει καθόλου χαρά το ενδεχόμενο να γράψω άλλο ένα έργο. Είκοσι χρόνια, 40 έργα. Έχει μια συμμετρία.» Είπε και σχημάτισε έναν κύκλο στον αέρα. Βέβαια, φέτος ανέβηκαν δύο νέα του έργα…

    Ανεβαίνουμε στην ταράτσα για να φωτογραφηθούμε. Ο άνεμος μας μαστιγώνει, ο ουρανός έχει το χρώμα του πωρόλιθου. Σε λίγο θα πέσει χαλάζι μας προειδοποιούν. Ο φωτογράφος βάζει τον Φόσσε να ανέβει σε ένα τραπέζι για να φαίνεται πιο καθαρά η πόλη πίσω του. Εκείνος κοιτάζει κάτω στον δρόμο, παγωμένος. Εγώ χώνομαι στο υπόστεγο, αφήνοντάς τον να τρέμει στο όριο.

    Στην ηλικία των επτά χρόνων ο Φόσσε έζησε μιά εμπειρία που τον σημάδεψε. Κατά λάθος έκοψε τις φλέβες του και το αίμα άρχισε να τρέχει. Δεν ειδοποίησε την μητέρα του για να μην την ανησυχήσει και έτσι παραλίγο να χάσει τη ζωή του. Αργότερα ξύπνησε σε ένα δωμάτιο νοσοκομείου αλλά η γεύση του θανάτου παρέμεινε σε όλη τη ζωή του.

    Όπως όλοι οι μεγάλοι συγγραφείς, ο Φόσσε βρίσκεται ταυτόχρονα μέσα και τελείως έξω από την λογοτεχνία. Γράφω για να απομακρυνθώ από αυτό που έχω γράψει και ζω για να απομακρυνθώ από αυτό που έχω ζήσει.

     

    Είδος: Μονόλογος
    Διάρκεια: 60'

    Πότε

    Πρεμιέρα: Παρασκευή, 04 Μάρτιος 2016 21:30
    Παρασκευή: 21:30
    Σάββατο: 21:30
    Κυριακή: 19:30
    Τελευταία παράσταση: Κυριακή, 24 Απρίλιος 2016

    Πού

    Εισιτήρια

    Τιμή εισιτηρίου: Κανονικό: 12€ | Φοιτητικό: 8€ | Άνεργοι: Ελεύθερη είσοδος

    Κριτική Κοινού

    5.0/5 rating 1 vote
  • Μπροστά στη θάλασσα, στην άκρη του κόσμου, αναπολώντας μια ζωή που πέρασε, μια γυναίκα "ζει" και "πυρπολείται" από την επιστροφή του αγαπημένου της. Εκείνος, ο Ασλε, χάθηκε μια νύχτα του Νοέμβρη στο φιόρδ και εκείνη, η Σίγκνα, είκοσι χρόνια τώρα συνομιλεί μαζί του σα να βρίσκεται εκεί δίπλα της,όπως πάντα.

    Η ΚΑΙΟΜΕΝΗ είναι μια παράσταση με θέμα την αγάπη. Μια αφήγηση ζωής, απλή και σπάνια. Μια γυναίκα κλείνει τα μάτια και θυμάται. Αρχίζει να μας μιλά για τον εαυτό της και για εκείνον, τον άλλον, τον σύντροφό της και για την δική τους ζωή. Αναζητά την αλήθεια της σχέσης τους μέσα από εκδοχές λόγων, πράξεων, κινήσεων, βεβαιοτήτων και δισταγμών. Μας παρουσιάζει την ιστορία τους με τρόπο διαυγή, ευφυή, αισθαντικό και γοητευτικό. Μια σχέση που είναι ζωντανή στη μνήμη και αντιστέκεται στο φευγαλέο του χρόνου και τη φυσική φθορά της λησμονιάς

    Είναι ένα έργο τολμηρό που αντλεί την πρωτοτυπία του στη διεισδυτικότητα με την οποία μας κάνει συνενόχους σε μια ζωή με κεντρικό πυρήνα την αγάπη. Μπεκετικό, μινιμαλιστικό, μια ελλειπτική ονειρική σπείρα, ουσιαστικά μία μεγάλη πρόταση όπου με προσθαφαιρέσεις λέξεων δημιουργούνται διαρκή τρεμάμενα close-up, η καιομένη μας αποκαλύπτει πολλαπλές εκδοχές σχέσης και ζωής.

    Η ΚΑΙΟΜΕΝΗ δεν είναι παρά ένας στοχασμός στην αέναη αγάπη και στο ελάχιστο της ζωής, ένα σχόλιο στη μοναξιά μέσα από τα μάτια μιας γυναίκας.

  • Καιόμενη: Ιωάννα Μακρή
    Άσλε: Περικλής Ασημακόπουλος
  • Συντελεστές

    Συγγραφέας: FOSSE JON
    Σκηνοθέτης: ΔΙΑΜΑΝΤΗΣ ΝΙΚΟΣ
    Παίζουν: ΜΑΚΡΗ ΙΩΑΝΝΑ
  • Φωτογραφίες

  • Κριτικές

    Η Ιωάννα Μακρή είναι δασκάλα στην τέχνη της υποκριτικής. Διδάσκει από σκηνής ήθος, αρμονία, πλήρη κατοχή των εκφραστικών της μέσων, παίζει με τη σιωπή, με την σποραδικώς ριπιζόμενη μάσκα του προσώπου της, με την οικονομία των κινήσεων και της φωνής της, συνεπικουρούμενη από τον Γρηγόρη Γαϊτανάρο που χορεύει.

    Το κείμενο που βασίζεται στο θεατρικό έργο του σημαντικού Νορβηγού συγγραφέα «Μια μέρα του καλοκαιριού» και στο διήγημά του «Η Αλίκη στις φλόγες» μεταφράστηκε επιτυχώς από τον Αντώνη Γαλέο, σκηνοθετήθηκε από τον ιδιαίτερα ταλαντούχο και μάστορα της σκηνικής τέχνης Νίκο Διαμαντή, και το απολαύσαμε όλοι εμείς έκθαμβοι. Μια σπάνια δουλειά που θα άντεχε ακόμα και στη σκληρότερη κριτική των αμερικανικών ή ευρωπαϊκών μέσων ενημέρωσης κι είμαι σίγουρος ότι θα κερδίσει την αμέριστη υποστήριξη και συμπαράσταση των ειδικών.

    Η αόρατη θάλασσα πρωταγωνίστρια στις σιωπές στις παύσεις και στις άνω τελείες του εκφερόμενου λόγου. Η ομιλούσα φωνή αυτοπυρπολείται με μάρτυρες τους θεατές σε ένα παιχνίδι για δύο: τον άνθρωπο και το είδωλό του, το ερωτικό, εκείνη την ψευδαίσθηση του «άλλου», που είναι φευγαλέα, ακόμα κι όταν είναι παρούσα. Ειδικά τότε.

    ΓΡΑΦΕΙΝ, Κωνσταντίνος Μπούρας

     

    Ενας μονόλογος μιας ώριμης πλέον γυναίκας, μόνης, που η Ιωάννα Μακρή, λιτή, σχεδόν αφτιασίδωτη, αποδίδει με τη γνωστή της ένταση και πάθος, παίζοντας με τα ηχοχρώματα της φωνής της, άλλοτε πικρή, άλλοτε τρυφερή, συνομιλώντας με τα φαντάσματα του έρημου σπιτιού της.

    Επιτυχή σκηνικά ευρήματα δίνουν συνεχώς νέο οπτικό ενδιαφέρον: ως υποβλητική εικαστική σύνθεση, λευκά υφάσματα δημιουργούν διαφορετικούς όγκους, καλύπτοντας έπιπλα ή τοίχους σε όλο το εύρος της σκηνής, έχοντας στην ποδιά τους σερβίτσια από γυάλινα ποτήρια που στοχευμένοι προβολείς κάνουν να λαμπυρίζουν εκ των έσω και που δίνουν τον βασικό φωτισμό της παράστασης· οι τοίχοι, αυτοί που κατά ένα μεταφυσικό τρόπο ώθησαν τον Ασλε να πάει ξανά στη βάρκα του καθώς έπεφτε το σκοτάδι τη μοιραία νύχτα, ζωντανεύουν ανεπαίσθητα καθώς κάτω από τα υφάσματα κάποιοι από τους όγκους οφείλονται σε σώματα ηθοποιών (Σταύρος Γιαννακόπουλος, Φεντερίκα Ανταρέλι)· η Σίγκνα, με πλάτη στο κοινό, συνομιλεί με τον εαυτό της, ως «Εκείνη», αντικαθρεφτιζόμενη στον τοίχο του βάθους, σε ένα σπάραγμα κομμένου τζαμιού αόρατο πριν φωτιστεί-καθρεφτιστεί πάνω του το πρόσωπό της.

    Ο πάντα παρών στη φαντασία της Σίγκνα αγαπημένος Ασλε κυκλοφορεί με συγκρατημένες χορευτικές κινήσεις στον χώρο, με τη μορφή του Γρηγόρη Γαϊτανάρου, μια παρουσία, κατά τη γνώμη μου, περιττή, ακόμη περισσότερο που η μορφή του χορευτή είναι υπερβολικά «καθαρή» και περιποιημένη για να υλοποιεί τον φασματικό και «ακατάληπτο» στην αναζήτηση και συμπεριφορά του Ασλε. Είναι τόση η δύναμη του λόγου της Μακρή, η λεκτικές αποσπασματικές περιγραφές της, που μάλλον αποπροσανατολιστικά λειτουργεί η προσέγγισή της με το είδωλο, η δική του υλική παρουσία.

    Τα μουσικά ψήγματα, αντίθετα, που εισβάλλουν στην αίθουσα, προσδίδουν νόημα και συνομιλούν καίρια με τη ζεστή, πολυεπίπεδη ερμηνεία της Μακρή και το εντυπωσιακό αισθητικά σκηνικό περιβάλλον (του σκηνοθέτη, με τη συνδρομή του Γιώργου Πάτσα), συμβάλλοντας σε μια δυνατή παράσταση.

    ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, Δημήτρης Τσατσούλης

  • Buzz Παράστασης

Αφήστε σχόλιο

Παρακαλούμε συνδεθείτε για να αφήσετε σχόλιο.