ΧΕΙΡΟΓΡΑΦO - ΚΡΙΤΙΚΗ
- Ημερομηνία: Δευτέρα, 18/04/2016 10:24
Η Χάρις Αλεξίου γράφει για στιγμιότυπα της ζωής της, προσωπικά και επαγγελματικά, στην παράσταση ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΟ, που σκηνοθετεί ο Γιώργος Νανούρης, στη σκηνή του Νέου Θεάτρου Βασιλάκου. Όπως μαρτυρά και ο τίτλος του έργου, δεν πρόκειται για ένα υφιστάμενο θεατρικό, αλλά μια σύνθεση κειμένων γραμμένη από την ίδια την καλλιτέχνιδα, για κάποιες προσωπικές της στιγμές, που θέλησε να μοιραστεί με το κοινό της και τους ανθρώπους που την "ακολουθούν" στις δεκαετίες της καριέρας της.
Αυτά θεατρικοποιήθηκαν με τη βοήθεια του Γιώργου Νανούρη και εμπλουτίστηκαν με τραγούδια από την καλλιτεχνική διαδρομή της κυρίας Αλεξίου και έγιναν ένα μουσικοθεατρικό σύνολο που παρουσιάζεται στη σκηνή με τη συνοδεία ενός βιολοντσέλου, ενός ακορντεόν και μιας κιθάρας, σαν μια προσωπική κατάθεση-εξομολόγηση. Τα κείμενα εν είδει ημερολογίου, ακολουθούν μια συγκεκριμένη χρονική διαδρομή και αποτελούν μια γλαφυρή και εκ βαθέων περιγραφή, για το πως το παπί (Χαρίκλεια Ρουπάκα) έγινε κύκνος (Χαρούλα Αλεξίου), που μάγευε και εξακολουθεί να μαγεύει.
Ο Γιώργος Νανούρης ανέλαβε το δέσιμο του προσωπικού λόγου της κυρίας Αλεξίου, σε μία παράσταση και φυσικά μέσω αυτού, τη σκηνοθεσία της. Τα κείμενα που είχε στη διάθεση του είναι προσωπικά, βγαλμένα από την καρδιά, εκφράζουν καταστάσεις και συναισθήματα και έτσι χρησιμοποίησε περισσότερο ψυχή και λιγότερο τεχνική για να τα αποδώσει σκηνικά. Και έχοντας φυσικά υπόψιν του. ότι η πρωταγωνίστριά του δεν είναι ηθοποιός, κατάφερε να την κάνει να στέκεται σε μια θεατρική σκηνή ευπρόσωπα, με αξιοπρέπεια και κυρίως να κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον των θεατών. Δεν έκρυψε τον πόνο, δε σίγασε το πάθος και τη φιλοδοξία, έδειξε τον άνθρωπο πίσω από την τραγουδίστρια και τις ευαίσθητες στιγμές της και συνταιριάζοντας αρμονικά με το λόγο τα επιλεγέντα τραγούδια .
Το φως λιτό, εστίαζε στο πρόσωπο της καλλιτέχνιδας, θέλοντας να επικεντρώσει την προσοχή του κοινού στον άνθρωπο και όχι στο μύθο, στην ψυχή και δευτερευόντως στη φωνή της, ουσιαστικά δικαιολογώντας γιατί κάποιες πορείες δεν είναι τυχαίες, αλλά γεμάτες δημιουργική ευαισθησία και υγιή καλλιτεχνική φιλοδοξία. Τα τραγούδια είναι προσεκτικά επιλεγμένα και κατανεμημένα χρονικά, αφενός ώστε να δένουν νοηματικά με τα κείμενα και αφετέρου να δίνουν το στίγμα της προσωπικότητας της κυρίας Αλεξίου. Γενικά η γλυκύτητα και η τρυφερότητα που αποπνέει η παράσταση δε φτάνει να γίνει μελό, αλλά είναι αρκετή για να συγκινήσει και να κάνει όλο το κοινό να σιγοτραγουδά τον πόνο και τη χαρά που αποπνέει.
Η Χαρούλα Αλεξίου υποδύεται τον εαυτό της, τόσο σε καλλιτεχνικό, όσο και σε προσωπικό επίπεδο. Δεν είναι ηθοποιός, ούτε υποκρίνεται ότι επιθυμεί να γίνει. Επιδιώκει μια απευθείας επικοινωνία με τον κόσμο, με στόχο να του ανοίξει την καρδιά της και να γνωρίσει τι πραγματικά υπάρχει πίσω από την εικόνα. Η είσοδός της στην εντελώς σκοτεινή σκηνή του θεάτρου, με μόνο φως την ταμπλέτα από την οποία διαβάζει τις πρώτες της εξομολογήσεις, προετοιμάζει για μία παρουσία που θα γεμίζει τη σκηνή. Η κίνησή της σχεδόν τελετουργική, ο λόγος της γλυκός, τρυφερός, ευαίσθητος, υποστηρίζεται από ένα μεγάλο χαμόγελο και επικουρείται από τα τραγούδια της. Δε διεκδικεί ερμηνευτικές δάφνες, αλλά αποζητά την κατανόηση χωρίς να τη νοιάζει αν τσαλακωθεί λίγο και κατά προέκταση την αποδοχή του κοινού, το οποίο της ανταποδίδει τα ίσα με μια σχεδόν εκκλησιαστική παρακολούθηση του έργου και των στιγμιοτύπων της ζωής της και ένα θερμότατο και παρατεταμένο χειροκρότημα στο τέλος.
Συνοδοιπόροι της οι τρεις μουσικοί που ντύνουν με νότες τις εμπειρίες και τις αναμνήσεις, ο Παναγιώτης Τσεβάς στο πιάνο και το ακορντεόν, ο Γιώργος Λιμάκης στην κιθάρα και ο Αναστάσης Μισιρλής στο βιολοντσέλο. Η συμβολή τους στην αρτιότητα της τελικής αισθητικής της παράστασης, σημαντική και αναντίρρητη.
Το σκηνικό της Δήμητρας Σπυρίδωνος λιτό, λειτουργικό και αυστηρά προσωπικό. Κυριαρχεί το καμαρίνι-πάλκο, το μεν πρώτο λειτουργεί εξομολογητικά, το δεύτερο διασκεδαστικά.
Οι φωτισμοί της Σοφίας Αλεξιάδου παίζουν πολύ με τις σκιές και εστιάζουν στο πρόσωπο της τραγουδίστριας, φωτίζοντας έτσι και την ψυχή της και σε δεύτερο χρόνο στους αξιόλογους μουσικούς που τη συνοδεύουν.
Η επιμέλεια του ήχου ανήκε στο Μανώλη Ολλανδέζο.
Συμπερασματικά, η θεατρική προσπάθεια-εξομολόγηση της Χαρούλας Αλεξίου, κρύβει τόλμη, διάθεση εξωτερίκευσης, ψυχική δύναμη, ευαισθησία και τρυφερότητα. Και πετυχαίνει να συγκινήσει και ταυτόχρονα να τέρψει όσους την παρακολουθούν, γιατί έχει γνησιότητα και αυθεντικότητα.