ΤΣΕΧΩΦ - ΚΡΙΤΙΚΗ

ΤΣΕΧΩΦ - ΚΡΙΤΙΚΗ


5.0/5 rating 1 vote

Την πρωτότυπη παράσταση, με τίτλο ΤΣΕΧΩΦ, βασισμένη σε περισσότερο ή λιγότερο γνωστά κείμενα του σημαντικότατου Ρώσου δραματουργού, σκηνοθετεί ο Δημήτρης Μυλωνάς στον Κάτω Χώρο του Θεάτρου του Νέου Κόσμου. Είναι ένα παιχνίδι εξερεύνησης του κόσμου του Τσέχωφ, με αλληλογραφία, διηγήματα, νουβέλες και θεατρικά έργα να αποτελούν το αρχέτυπο υλικό, πάνω στο οποίο βασίστηκε ο σκηνοθέτης και ο θίασος για να συνθέσουν το θεατρικό τους πόνημα.

Όπως κάθε προσπάθεια συρραφής κειμένων έχει και αδύνατα σημεία και τέτοιες μικρές παγίδες δεν αποφεύχθηκαν ούτε εδώ. Υπήρχαν θέματα δραματουργικής επεξεργασίας σε κάποια από τα κείμενα, ενώ συχνά η μετάβαση από το ένα στο άλλο δε γινόταν ομαλά, καθιστώντας λίγο προβληματική τη ροή της παράστασης. Και ίσως αυτό δημιουργούσε και αντίστοιχες δυσκολίες να περάσουν τα νοήματα και το πνεύμα της παράστασης στο κοινό, το οποίο δεν πείθεται πάντα να συμμετάσχει διαδραστικά, παραμένοντας κάπως αγκυλωμένο.

Ο Δημήτρης Μυλωνάς ανέλαβε ένα δύσκολο εγχείρημα, να συστήσει με έναν ιδιαίτερο και δικό του τρόπο τον Τσέχωφ στο ευρύ κοινό. Προσπάθησε να συγκεράσει τη γλυκόπικρη γραφή του συγγραφέα με το λεπτό χιούμορ και μία μουσική επένδυση που κάποιες στιγμές άγγιξε τα όρια του μιούζικαλ ή ακόμα και του καμπαρέ. Η επιλογή του να διαλέξει όχι πολύ γνωστά έργα ήταν έξυπνη, άλλωστε δεν είχε νόημα να πειραματιστεί με δουλειές που είναι πολυπαιγμένες και πολυπαρουσιασμένες στο αθηναϊκό θεατρικό κοινό.

Ο Τσέχωφ πάντα κρύβει ένα υπόγειο χιούμορ στα κείμενά του, άρα το να αναδείξει κάποια από αυτά με κωμική ή ελαφρώς σκωπτική διάθεση χρεώνεται στα θετικά σημεία της παράστασης.
Τα χορικά και μουσικά τμήματα αντιμετώπισαν κάποια προβλήματα, καθώς υπήρξαν σημεία που ένιωσα ότι δεν κόλλησαν απόλυτα στο πνεύμα του έργου, αλλά σε γενικότερη βάση δεν αποτέλεσαν τροχοπέδη στη ροή. Τέλος θα εντοπίσετε και στοιχεία πολεμικών τεχνών κατά τη διάρκεια της πλοκής, τα οποία ίσως σας ξενίσουν αρχικά, αλλά εντάσσονται στο γενικότερο κλίμα. Ο ρυθμός και το τέμπο της παράστασης διατηρείται διαρκώς σε υψηλό επίπεδο, καθώς οι ηθοποιοί δείχνουν δοσμένοι σχεδόν ολοκληρωτικά σε αυτό που κάνουν στη σκηνή. Γενικά, η σκηνοθεσία είχε δημιουργικότητα και φαντασία και οι κάποιες δυσλειτουργίες
ξεπερνιούνται παρακολουθώντας την παράσταση. Ο μικρός χώρος αποτέλεσε περιοριστικό παράγοντα, αλλά αυτό δεν ήταν σκηνοθετικό ατόπημα, αλλά αντικειμενική δυσκολία.

Ο Πάρις Θωμόπουλος, η Μυρτώ Γκόνη, ο Παναγιώτης Μπρατάκος και ο Αλέξανδρος Αχτάρ, αποτελούν την ερμηνευτική ομάδα, η οποία παίζει πολλούς διαφορετικούς χαρακτήρες, που δεν έχει νόημα να αναφερθούν ένας προς ένα. Δε θα ξεχωρίσω κανέναν, καθώς ο καθένας με το δικό του ερμηνευτικό στυλ και τρόπο έκφρασης και δίνοντας το προσωπικό του στίγμα δημιουργούν μια συμπαγή, σχεδόν αρραγή ομάδα στη σκηνή και καταφέρνουν να συνδυάζονται, να αλληλοσυμπληρώνονται και γενικότερα να γεμίζουν με την παρουσία τους το σκηνικό χώρο. Η δουλειά που έχουν κάνει σε κίνηση, τραγούδι, συντονισμό, αλλά και ερμηνεία στις δραματικές και πικρές στιγμές του έργου είναι εμφανής από τα πρώτα λεπτά. Το συγκινησιακό φορτίο που περνούν στο θεατή αυτές οι στιγμές, αλλά και το κέφι και η ζωντάνια τους, με κάνει να θεωρώ ότι η ομάδα αυτή έχει μέλλον, τόσο ομαδικό, όσο και ατομικό, αρκεί να συνεχίσουν με την ίδια ένταση και πάθος. Υπηρέτησαν το όραμά τους και την αποστολή τους στην παράσταση με συνέπεια και συνέχεια και αυθόρμητο κέφι.

Τα σκηνικά της Δήμητρας Λιάκουρα εξυπηρέτησαν την κινητικότητα, που θα έπρεπε να έχουν, για να αλλάζουν εύκολα στις μεταβάσεις από κείμενο σε κείμενο, ενώ τα κοστούμια της ίδιας ήταν ευρηματικά και με μεγάλη δόση χιούμορ και φαντασίας.

Οι μουσικές επιλογές του Παύλου Κατσιβέλη και του Πάρι Θωμόπουλου, άλλοτε επιτυχημένες και άλλοτε όχι, ενώ οι φωτισμοί της Θάλειας Βελεγράκη ήταν συχνά ανεστίαστοι και υπήρξαν στιγμές που έχασαν τους ηθοποιούς.

Η επιμέλεια της κίνησης ανήκε στη Νατάσα Σαραντοπούλου και ήταν από τα καλά χαρτιά της παράστασης.

Συμπερασματικά, στο Θέατρο του Νέου Κόσμου, δημιουργήθηκε κάτι φρέσκο, κάτι πρωτότυπο, που επιχείρησε μια "άλλη" γνωριμία του Τσέχωφ με το θεατρικό κοινό. Και σαν τέτοιο, είχε τις αδυναμίες του και τις κακές του στιγμές. Αλλά, αναμφίβολα, είχε μια έξυπνη και δημιουργική σκηνοθεσία και τους ηθοποιούς να δίνονται σε αυτό που έκαναν στη σκηνή. Και πάντα υπάρχει η πιθανότητα να μετεξελιχθεί σε κάτι ακόμα καλύτερο και πιο ολοκληρωμένο.
Όσοι περιμένετε έναν ακόμα κλασσικό Τσέχωφ θα απογοητευτείτε, οι υπόλοιποι θα περάσετε καλά, έστω και αν στο τέλος έχετε κάποιες ενστάσεις.


Αφήστε σχόλιο

Παρακαλούμε συνδεθείτε για να αφήσετε σχόλιο.