ΤΡΩΑΔΕΣ | ΚΡΙΤΙΚΗ

ΤΡΩΑΔΕΣ | ΚΡΙΤΙΚΗ


5.0/5 κατάταξη (68 ψήφοι)

          Το 415 π.Χ. είναι ο τελευταίος χρόνος της Νικιείου Ειρήνης. Οι πολεμικές μηχανές των Αθηναίων τίθενται ξανά σε λειτουργία, με αναπτερωμένο το μαχητικό τους φρόνημα, μετά τη σφαγή της Μήλου. Η εκστρατεία στη Σικελία είναι θαυμάσια ευκαιρία για τον πολεμοκάπηλο Αλκιβιάδη, παρά τις προειδοποιήσεις των συνετών ειρηνόφιλων. Ο Ευριπίδης διδάσκει το έργο «Τρωάδες» με λόγο καταπέλτη για τα δεινά του πολέμου. Σκιαγραφεί την εικόνα των βασανισμένων από τους δυνατούς. Θίγει εκείνους που θριαμβολογούν, ικανοποιώντας αισθήματα εγωπάθειας και υπέρμετρης φιλοδοξίας. Τρέμει, όμως, στην ιδέα της Θείας Δίκης, ειδικά όταν διαπράττεται ύβρις. Γιατί, οι θεοί δεν ξεχνούν, πάντα εκδικούνται όσους χάνουν τον έλεγχο και ξεπερνούν τα επιτρεπτά όρια.
          Ερείπια, στάχτες, πόνος, θρήνος, άνθρωπος εναντίον ανθρώπου, η Τροία είναι η χθεσινή Μήλος, η αυριανή Σικελία, τι θηριωδία! Θα μάθουν, άραγε, οι άνθρωποι να αγαπούν αλλήλους;
          Μπλε σκόρπιες βαλίτσες, ένα καζάνι φαγητού, ένας εγκαταλελειμμένος τηλεφωνικός θάλαμος -καταφύγιο- στη μέση του πουθενά. Μορφή βιβλική η Εκάβη, η εκθρονισμένη, πλέον, βασίλισσα της Τροίας, η τραγικότερη των τραγικών. Για ποιον να πρωτοκλάψει η χαροκαμένη; Και γύρω της, η Ανδρομάχη, η Κασσάνδρα κι ένα σμήνος ρημαγμένων Τρωάδων να θρηνούν για τη λεηλατημένη πατρίδα και τους νεκρούς τους, να οδύρονται για το αβέβαιο μέλλον που καραδοκεί. Γυναίκες - θύματα του πολέμου, με μια βαλίτσα στο χέρι σε μια τραγωδία ξεριζωμού και προσφυγιάς, γνώριμη εικόνα πλέον. Γιατί η ιστορία των ανθρώπων επαναλαμβάνεται στους αιώνες.
          Μία αξιοπρεπή ανάγνωση της τραγωδίας του Ευριπίδη, με μοντέρνα ματιά και συναισθηματικές ερμηνείες, σε πρόσφορη μετάφραση του Θεοδώρου Στεφανόπουλου, χάρισε ο σκηνοθέτης Χρήστος Σουγάρης. Μία παράσταση, αισθητικά άχρονη με κοστούμια Ανατολής του Χορού (Ελένης Μανωλοπούλου), που δεν αφορούσε μόνο την ορχήστρα αλλά και το κοίλον. Βρήκα ενδιαφέρουσα στιγμή, την πολλαπλή, σχεδόν απειλητική, παρουσία της θεάς Αθηνάς στο πρόσωπο των γυναικών θυμάτων. Ήταν εύστοχο το σκηνογραφικό εύρημα του τηλεφωνικού θαλάμου, κάτι σαν καταφύγιο, όπου η Εκάβη άλλοτε απομονώνεται συνειδητά, άλλοτε ξεσπά, άλλοτε αναζητά μια χείρα βοηθείας.
          Και ο πολυπρόσωπος Χορός των Τρωάδων (Μαριάννα Αβραμάκη, Μελίνα Αποστολίδου, Λουκία Βασιλείου, Μομώ Βλάχου, Χαρά Γιώτα, Ηλέκτρα Γωνιάδου, Ζωή Ευθυμίου, Ηλέκτρα Καρτάνου, Εύη Κουταλιανού, Λωξάνδρα Λούκας, Χριστόφορος Μαριάδης, Ελένη Μισχοπούλου, Χριστίνα Μπακαστάθη, Χρυσή Μπαχτσεβάνη, Μπέττυ Νικολέση, Πολυξένη Σπυροπούλου, Βιργινία Ταμπαροπούλου, Θεοφανώ Τζαλαβρά, Φωτεινή Τιμοθέου, Μάρα Τσικάρα), πολύχρωμος και ευέλικτος (κίνηση του Ερμή Μαλκότση), ζωηρός και εκφραστικός, υπήρξε ο αγρογωνιαίος λίθος της παράστασης.
          Ο Αλέκος Αναστασίου φώτισε ικανοποιητικά τα τεκταινόμενα.
          Ο Στέφανος Κορκολής έντυσε με μελοδραματικούς, ως επί το πλείστον, ήχους το έργο. Υπήρξαν στιγμές, όμως, που η μουσική του καταλάμβανε περισσότερο χώρο από τον επιτρεπτό, ειδικά στην έναρξη.
          Η κ. Ρούλα Πατεράκη, ως «Εκάβη», στάθηκε στο ύψος του μεγάλου της προορισμού με δραματικές αρετές. Έδωσε διακριτά με εσωτερικό παλμό, την τραγικότητα της έκπτωτης βασίλισσας (αν και έχω ένσταση για το άχαρο κοστούμι της), το πένθος της χήρας συζύγου, τον πόνο της γιαγιάς που νεκροστολίζει το βρέφος-εγγόνι της. Ήταν μια γυναίκα χτυπημένη από τη μοίρα, η πάλαι ποτέ πρώτη των πρώτων, τώρα στην πιο δεινή στιγμή της.
          Ο «Ταλθύβιος» του Δημήτρη Πιατά ξεχώρισε για την πραότητα της στάσης του και υπήρξε ο κρίκος της ανθρώπινης αδυναμίας.
          Ο Αντώνης Καφετζόπουλος ήταν ένας αποστασιοποιημένος θεός «Ποσειδώνας».
          Η Μαρία Διακοπαναγιώτου, φλογισμένη, δυναμική με ενάργεια και εκστατική κίνηση, κέντρισε την προσοχή με τις υποκριτικές ποιότητες του απαιτητικού ρόλου της αλλοπαρμένης «Κασσάνδρας».
          Η Μαρίζα Τσάρη συγκίνησε ως «Ανδρομάχη» και η εκθαμβωτική «Ελένη», της Κλειούς Δανάης Οθωναίου, φανέρωσε τη θηλυκή πονηριά ως femme fatale. To the point, η στιχομυθία μεταξύ Εκάβης και Ελένης.
          Ο Αλέξανδρος Μπουρδούμης ως «Μενέλαος» ήταν πειστικά αμφίθυμος.
          Είναι μία από τις πιο ανθρώπινες, σπαρακτικές τραγωδίες, όπου το επικό, το λυρικό και το δραματικό στοιχείο εναρμονίζονται τέλεια. Ο Χρήστος Σουγάρης παρήγε μία αξιόλογη σκηνική δημιουργία με ατμοσφαιρική δομή και καλλιτεχνική αξία, που δεν κραυγάζει.

 


Αφήστε σχόλιο

Παρακαλούμε συνδεθείτε για να αφήσετε σχόλιο.