ΤΟ ΚΟΥΡΔΙΣΤΟ ΠΟΡΤΟΚΑΛΙ - ΚΡΙΤΙΚΗ

ΤΟ ΚΟΥΡΔΙΣΤΟ ΠΟΡΤΟΚΑΛΙ - ΚΡΙΤΙΚΗ


5.0/5 rating 1 vote

Στο Θέατρο Κιβωτός ανεβαίνει για δεύτερη χρονιά με αλλαγές στο καστ, το ανατρεπτικό και προκλητικό κείμενο του Anthony Burgess ΤΟ ΚΟΥΡΔΙΣΤΟ ΠΟΡΤΟΚΑΛΙ σε σκηνοθεσία Γιάννη Κακλέα. Το έργο έγινε γνωστό από την κινηματογραφική του μεταφορά (1971) σε σκηνοθεσία Stanley Kubrick και οι δύο βασικοί θεματικοί του πυλώνες, είναι η νεανική βία και η δυνατότητα της ελεύθερης βούλησης του κάθε ατόμου.

Σε χρόνο και τόπο που δεν προσδιορίζεται, ο κεντρικός ήρωας, ο Άλεξ, είναι ο αρχηγός μιας συμμορίας συνομηλίκων του, οι οποίοι διασκεδάζουν με κλοπές, βιασμούς, βανδαλισμούς και συγκρούσεις με άλλες συμμορίες. Τα ναρκωτικά και η Ένατη συμφωνία του Μπετόβεν είναι οι μεγάλες αγάπες του νεαρού Άλεξ. Μετά από μια δολοφονία, συλλαμβάνεται, φυλακίζεται και για να επανακτήσει την ελευθερία του, δέχεται να γίνει το "πειραματόζωο" ενός πρωτοποριακού συστήματος σωφρονισμού, που μελετά η κυβέρνηση, το οποίο δημιουργεί πιόνια με μειωμένη ελευθερία σκέψης, λόγου και ενέργειας, συρρικνώνοντας πρακτικά την προσωπικότητά τους.

Το έργο παραμένει διαχρονικό και η προβληματική πάνω στην αντιμετώπιση της νεανικής βίας και τον περιορισμό της ελεύθερης βούλησης του ατόμου να επιλέγει το καλό ή το κακό, είναι στις μέρες μας εξίσου επίκαιρη και δυναμική.

Ο Γιάννης Κακλέας σκηνοθετεί μία παράσταση που θέλει να κινείται στα όρια, όπως άλλωστε και το αρχικό κείμενο του συγγραφέα. Ευτυχώς δεν προσπαθεί να μεταφέρει στη σκηνή την κινηματογραφική ταινία, αλλά την προσαρμόζει στα θεατρικά της όρια και την επικαιροποιεί.

Οφείλω όμως να παρατηρήσω ότι το μεγαλύτερο βάρος στη ροή της παράστασης δίνεται στην κινητική και χορογραφική διάσταση του πρωταγωνιστή και των υπολοίπων ηρώων, όπου τα εύσημα πρέπει να δοθούν στη χειρουργικής ακρίβειας δουλειά της Αγγελικής Τρομπούκη και ο ίδιος σκηνοθετικά απλά "διαχειρίζεται" αυτή τη δουλειά και ευθυγραμμίζεται με αυτή, χωρίς να προσθέτει την προσωπική του σφραγίδα. Διατηρεί ένα γρήγορο και σε κάποιες στιγμές καταιγιστικό ρυθμό στην παράσταση, μην αφήνοντας το θεατή να ξεχαστεί ή να πλήξει, αλλά δεν αποφεύγει ένα βιντεοκλιπίστικο μοτίβο που κάποιες στιγμές κουράζει και που τον στοιχειώνει σε όλα τα project που αναλαμβάνει προσφάτως και δεν είναι μιούζικαλ. Εκτός του Άλεξ κρατά τους υπόλοιπους ηθοποιούς σε ένα γενικά καλό επίπεδο ερμηνείας, δίνοντάς τους χαρακτήρα ομάδας, ενώ δε λείπει από την παράσταση και ένας υπόγειος σαρκασμός, μια υποβόσκουσα ειρωνεία.

Σε μια γενικότερη θεώρηση, θα έλεγα ότι η σκηνοθεσία του κ. Κακλέα, στάθηκε περισσότερο καθοδηγητική, παρά δυναμική και παρεμβατική, σε ένα έργο που από τη φύση του επιδέχεται ρηξικέλευθες προσεγγίσεις. Άλλωστε για να κινείσαι στα όρια χρειάζεται τόλμη, θράσος και μερικές φρέσκες ιδέες και εκεί δεν ικανοποιήθηκα.

Ο Κωνσταντίνος Ασπιώτης στον πρωταγωνιστικό ρόλο του Άλεξ, επιστράτευσε το ερμηνευτικό του τάλαντο, αλλά και τη σωματική του ευπλασία για να μπορέσει να ανταποκριθεί στις ιδιαιτερότητές του. Στο πρώτο μισό ξεδίπλωσε μια γκάμα δυνατοτήτων και χρησιμοποίησε αλλαγές στον τόνο και τη χροιά της φωνής του, γκριμάτσες, απότομες αλλαγές της έκφρασης του προσώπου του και έξοχη κίνηση για να αποδώσει σχεδόν υποδειγματικά και με ένα προσωπικό στίγμα το ρόλο. Στο δεύτερο μισό ένιωσα σα να άδειασαν λίγο οι μπαταρίες του και σα να προσπαθούσε να μιμηθεί, παρά να ερμηνεύσει. Με λιγότερο κέφι στην κίνηση, πιο άχρωμο λόγο και ένα ελαφρώς αλαζονικό σκηνικό στήσιμο μου άφησε ερωτηματικά.

Οι άλλοι χαρακτήρες της παράστασης, είναι σημαντικά μικρότεροι σε διάρκεια και υποστηρικτικοί δραματουργικά του κεντρικού και μοιράζονται ανάμεσα στους ηθοποιούς του θιάσου. Κωνσταντίνος Γιαννακόπουλος, Λάμπρος Κτεναβός, Μένη Κωνσταντινίδου, Φάνης Παυλόπουλος, Γιώργος Στάμος, Αγγελική Τρομπούκη και Βαγγέλης Χατζηνικολάου, είναι αλφαβητικά τα γρανάζια της αλυσίδας των ηρώων που συμπληρώνουν το παζλ της παράστασης.

Ξεχώρισα λίγο περισσότερο το Φάνη Παυλόπουλο, για το πάθος και την ένταση με την οποία υποστήριζε τον κάθε ρόλο του, δείχνοντας να τον ζει, τον Κωνσταντίνο Γιαννακόπουλο, που τσαλακώνοντας εντελώς το τηλεοπτικό του προφίλ, έπαιξε σε κάτι εντελώς κόντρα και την Αγγελική Τρομπούκη, η οποία έδωσε μια φρεσκάδα και μια εσωτερική δύναμη στους χαρακτήρες που υποδύθηκε. Όλοι πάντως είχαν μια ομαδικότητα και μια σκηνική συνεργασία που βοήθησε τα μέγιστα στο να μην πέσει αισθητά ο ρυθμός της παράστασης.

Το παλαιοβιομηχανικής έμπνευσης σκηνικό του Μανώλη Παντελιδάκη, έχει το πλεονέκτημα να είναι εντυπωσιακό, αλλά συνάμα και λιτό, αφού τίποτε δε δείχνει περιττό ή αχρείαστο.

Παράλληλα, προσθέτει και την καθ' ύψος διάσταση στη σκηνή, που δίνει ακόμα μεγαλύτερη κινητική άνεση στους ηθοποιούς.

Τα κοστούμια της Μαρίας Καραπούλιου, θυμίζουν μικροσυμμορίες περασμένης δεκαετίας και ανταποκρίνονται σχεδόν πλήρως στις ανάγκες του έργου.

Η κινησιολογία της Αγγελικής όπως προείπα, είναι η μισή επιτυχία της παράστασης. Χειρουργική, λεπτομερέστατη, δουλεμένη και υπέροχα χορογραφημένη, αποτελεί τη βάση πάνω στην οποία στηρίζεται και η σκηνοθεσία της.

Οι φωτισμοί του Χρήστου Τζιόγκα κρατούν τη σκηνή σε ένα σχεδόν διαρκές ημίφως, που εξυπηρετεί τους σκοπούς και την ατμόσφαιρα του έργου.

Η πρωτότυπη μουσική των neon ασορτί σχεδόν με την κινησιολογία, δένει όμορφα μαζί της και αποτελεί ατού της παράστασης.

Συμπερασματικά, το δεύτερο ανέβασμα του Κουρδιστού Πορτοκαλιού, στο Θέατρο Κιβωτός, ενώ υπήρχε το υλικό από το αρχικό κείμενο, έτυχε μιας ελαφρώς διεκπεραιωτικής σκηνοθεσίας που δεν τόλμησε το κάτι παραπάνω που θα την έκανε συναρπαστική και εκμεταλλεύθηκε απλά τις ερμηνείες και τους εξαιρετικούς της συνεργάτες στους τεχνικούς τομείς για να επιπλεύσει, αντί να απογειωθεί. Παρακολουθήστε την σαν εμπειρία, αλλά δε θα ικανοποιηθούν οι αρχικές σας υψηλές προσδοκίες.


Αφήστε σχόλιο

Παρακαλούμε συνδεθείτε για να αφήσετε σχόλιο.