ΤΙ ΑΠΕΓΙΝΕ Η ΜΠΕΙΜΠΙ ΤΖΕΗΝ - ΚΡΙΤΙΚΗ
- Ημερομηνία: Τρίτη, 07/02/2017 12:00
Την παράσταση "Whatever Happened to Baby Jane?" του Henry Farrell σκηνοθετεί σε παγκόσμια πρώτη, ο Απόλλων Παπαθεοχάρης στη σκηνή του Θεάτρου Σφενδόνη. Ένα έργο βασισμένο στη νουβέλα και το θεατρικό έργο του Αμερικανού συγγραφέα που έγινε γνωστό από τη μεταφορά του στο σινεμά το 1962 με τις Bette Davis (η οποία έτσι κέρδισε την 11η υποψηφιότητά της για Όσκαρ) και Joan Crawford, στο ρόλο δύο αδελφών, οι οποίες μισούνται θανάσιμα. Η μία, η Μπλανς, ζει στις δάφνες της παλαιάς κινηματογραφικής της δόξας, καθηλωμένη σε αναπηρική πολυθρόνα μετά από ένα ατύχημα, το οποίο όλοι είπαν ότι προκάλεσε η αδερφή της, η Τζέην. Αυτή, ένα πρώην παιδί-θαύμα, επιβιώνει στη σκιά της φήμης της αδερφής της, την οποία η ίδια δεν μπόρεσε ποτέ να πλησιάσει. Οι επιλογές της μιας καθορίζουν τη ζωή της άλλης, σε μία ψυχολογική αναμέτρηση που λειτουργεί σαν καθρέφτης της ίδιας της ζωής. Ένα σαδιστικό παιχνίδι χωρίς φραγμούς είναι σε εξέλιξη και οι συνέπειές του είναι τραγικές και για τις δύο αδελφές. Η μετάφραση του έργου έγινε από τον Αντώνη Γαλέο και η δραματουργική επιμέλειά του από το σκηνοθέτη και τη Δανάη Παπουτσή.
Ο Απόλλων Παπαθεοχάρης αναλαμβάνει το δύσκολο εγχείρημα της αναβίωσης και της προσαρμογής ενός εξαιρετικά επιτυχημένου κινηματογραφικού έργου στη σκηνή χωρίς να πειράξει την ουσία και το χαρακτήρα του. Μπαίνοντας ο θεατής στον όμορφο χώρο του θεάτρου και πηγαίνοντας για τη θέση του δεν μπορεί παρά να εντυπωσιαστεί με το σκηνικό της παράστασης. Όλα έχουν ένα λούστρο νοσταλγικού ρετρό και σε ταξιδεύουν ανάλαφρα και αυθόρμητα σε μία άλλη εποχή. Η είσοδος των δύο πρωταγωνιστριών στη σκηνή, κάνει το ταξίδι να ισορροπεί μεταξύ ενός ψυχολογικού θρίλερ και μιας μαύρης κωμωδίας. Το χιούμορ της παράστασης είναι άκρως βιτριολικό και λειτουργεί ως εφαλτήριο της βαθύτερης δραματικότητας των σκηνών που εκτυλίσσονται μπροστά στο κοινό. Ο σκηνοθέτης αγκαλιάζει τις ηρωίδες του, τις προστατεύει, τις καθοδηγεί δημιουργικά, αλλά και τις αφήνει να αναπτύξουν τη βαθύτερη προσωπικότητα των δύο γυναικών, να τις ανασυνθέσουν από την τέφρα τους, να αποδώσουν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της καθεμιάς, ακόμα και να αυτοσχεδιάσουν σε κάποιες περιπτώσεις χτίζοντας αυτό το δίπολο εξάρτησης-μίσους μεταξύ τους. Η σχέση τους αγγίζει τα όρια της υπερβολής με ένα αυτοσαρκασμό και ένα θανάσιμα παιχνιδιάρικο τέμπο και ο θεατής παρακολουθεί την κορύφωση του μεταξύ τους ψυχολογικού παιχνιδιού σχεδόν χωρίς ανάσα. Η ατμόσφαιρα της παράστασης κλειστοφοβική και με την ισορροπία της να κρέμεται σε μια κλωστή. Η οποία όμως είναι εξαιρετικής ανθεκτικότητας και αφήνει το αποτύπωμά της στην ψυχολογία του κοινού. Ο σκηνοθέτης δεν ακολούθησε κινηματογραφικές πρακτικές, αλλά προσάρμοσε τα δεδομένα του ώστε να μεταφέρει το θεατή στο σαλόνι των αδελφών Χάτσον, κάνοντάς τον αφανή συμμέτοχο της ιστορίας τους. Φτάνοντας στο τέλος της παράστασης κοιτάς το ρολόι σου και αναρωτιέσαι πως πέρασε έτσι η ώρα χωρίς να το καταλάβεις.
Η Ρούλα Πατεράκη ανέλαβε το ρόλο της Μπέημπι Τζέην, με πλήρη συναίσθηση της δυσκολίας του. Δε θα έφτανε απλώς να παραστήσει κάποια που μισούσε την αδερφή της, αλλά έπρεπε να πείσει ότι όλο αυτό το μένος είχε ως πηγή του τα ψυχολογικά της τραύματα από την ένδοξη άνοδο της αδελφής της και το δικό της μαρασμό. Απέδωσε εύστοχα μία διαταραγμένη προσωπικότητα, η οποία στις στιγμές της νηφαλιότητάς της ζούσε με το παρελθόν και την κούκλα της. Υπερκινητική, νευρική, αλλά και με ένα βλέμμα κοφτερό μαχαίρι και λόγο επιτηδευμένα αργόσυρτο έδωσε στο ρόλο της ταυτότητα και ισορροπία.
Η Ρένη Πιττακή υποδύθηκε την Μπλανς, την ανάπηρη αδελφή της Τζέην και ήταν η γνωστή εκφραστική και συνεπής ηθοποιός που έχουμε γνωρίσει. Με εσωτερική δύναμη, σε καμιά στιγμή κραυγαλέα, πάθος, συναίσθημα και ένταση υπηρέτησε το ρόλο της με όλα της τα εκφραστικά μέσα και τον συνέθεσε με υπομονή και επιμονή. Έκανε πολύ καλό δίδυμο με τη συμπρωταγωνίστριά της και ήταν πειστική και αυθεντική στην ηρωίδα που ζωντάνεψε στη σκηνή.
Σε μικρότερους αλλά σημαντικούς για την εξέλιξη της ιστορίας ρόλους η Στέλλα Γκίκα (Έντνα), η Πηνελόπη Μαρκοπούλου (κυρία Μπέητς και Ντήλια) και ο Αλέξιος Διαμαντής (Έντουιν) συμπλήρωσαν εύστοχα το ερμηνευτικό παζλ της παράστασης.
Η σκηνική επιμέλεια του χώρου ανήκε στον Απόλλωνα Παπαθεοχάρη και την Μαίρη Τσαγκάρη, οι οποίοι έκαναν εξαιρετική δουλειά, δημιουργώντας το εσωτερικό του σπιτιού των Χάτσον με έναν νοσταλγικό και ταυτόχρονα κλειστοφοβικό τρόπο.
Τα κοστούμια σχεδιάστηκαν από το σκηνοθέτη και ταίριαξαν απόλυτα με τους χαρακτήρες που έντυσαν.
Η πρωτότυπη μουσική του Γιάννη Χριστοδουλόπουλου στάθηκε ένα σχεδόν ιδανικό soundtrack της ιστορίας που διαδραματιζόταν στη σκηνή, ενώ οι φωτισμοί της Μελίνας Μάσχα ακολούθησαν πιστά τα πρόσωπα και τα φώτισαν με επάρκεια.
Η φροντίδα της κίνησης ανήκε στον Κωνσταντίνο Καρβουνιάρη και ήταν πολύ προσεκτικά σχεδιασμένη, τονίζοντας την αντίθεση μεταξύ της υπερκινητικής Τζέην και της παγιδευμένης στην αναπηρία της Μπλανς.
Συμπερασματικά, στη σκηνή του Θεάτρου Σφενδόνη, είδα τη θεατρική αναβίωση μιας καλτ και τραγικής σχέσης δύο αδελφών, οι οποίες στο σινεμά είχαν γράψει ιστορία. Η γραμμή που ακολουθήθηκε δεν ήταν στα κινηματογραφικά μονοπάτια, αλλά είχε τη δική της ταυτότητα και θέλησε να αφήσει το δικό της ίχνος. Με ατμόσφαιρα θρίλερ, ρυθμό που κράτησε έντονο το ενδιαφέρον του θεατή, βιτριολικό χιούμορ, εντυπωσιακό σκηνικό και δύο κυρίες που έδωσαν έναν πολύ καλό εαυτό στο σανίδι, έχουμε μια από τις πιο ενδιαφέρουσες θεατρικές προτάσεις του φετινού χειμώνα.