ΟΡΓΙΣΜΕΝΑ ΝΙΑΤΑ - ΚΡΙΤΙΚΗ
- Ημερομηνία: Δευτέρα, 20/11/2017 18:00
Το θεατρικό έργο του John Osborne "Οργισμένα Νιάτα" (Look Back in Anger) σκηνοθετεί στη σκηνή του Θεάτρου Olvio η Κίρκη Καραλή. Γραμμένο σε μόλις 17 μέρες το 1956, έκανε πρεμιέρα το Μάιο της ίδιας χρονιάς σε σκηνοθεσία Tony Richardson, ενώ η κινηματογραφική του μεταφορά έγινε το 1959 με τον ίδιο σκηνοθέτη. Με πολλά αυτοβιογραφικά στοιχεία από τη ζωή και τον αποτυχημένο γάμο του συγγραφέα με την Pamela Lane, επικεντρώνεται στην ιστορία της σχέσης και τις αγωνίες του Jimmy και της Alison, καθώς και τη γενικότερη ζωή τους, ενώ θεατές-μάρτυρες στον αλληλοσπαραγμό τους είναι ο Cliff, φίλος και συγκάτοικος, που συχνά παίζει το ρόλο κυματοθραύστη και προσπαθεί να κατευνάσει τις εντάσεις και η Helena φίλη της Alison.
Το έργο εκτυλίσσεται σε εφτά Κυριακές, σε εφτά διαφορετικές εποχές και μέρη, οι οποίες φαινομενικά δε συνδέονται μεταξύ τους, αλλά παρακολουθούμε τους ίδιους ήρωες, με τις ίδιες παθογένειες, την ίδια αυτοκαταστροφική πορεία, αναζητώντας απαντήσεις στις ίδιες υπαρξιακές τους αγωνίες. Το σκηνικό είναι ένα σπίτι κι εκεί, συζητούν, τσακώνονται ανελέητα, τρώνε τις σάρκες τους και η ηρεμία μοιάζει σαν ένα σύντομο διάλειμμα πριν την επόμενη καταιγίδα. Ανεκπλήρωτα ιδανικά, χαμένες προσδοκίες και πόθοι ανθρώπων νέων, στην πορεία τους προς τη συνειδητοποίηση και μια πιθανή λύτρωση, που ίσως όμως να μην έλθει ποτέ. Ο κυνισμός κερδίζει τον ενθουσιασμό και τα όνειρα διαδέχονται η ακύρωση και η πίκρα. Το σαρκικό πάθος, ο έρωτας, η οικογενειακή βία, η φιλία, η προδοσία είναι όλα εκεί, καθώς και ένα διαρκές παιχνίδι, όπου τα όρια θύτη και θύματος γίνονται όλο και πιο δυσδιάκριτα.
Η μετάφραση του Χρήστου Κεχαγιά έφερε το κείμενο σε μια πιο ελληνική πραγματικότητα, με μια γλώσσα στρωτή, προσιτή, με ροή και συνέχεια, ενώ η απόδοση και η δραματουργική του επεξεργασία έγινε από την ίδια τη σκηνοθέτιδα.
Η Κίρκη Καραλή ανέλαβε τη σκηνοθετική μπαγκέτα της παράστασης, διατηρώντας την υπαρξιακή μελαγχολία του κειμένου, αλλά προσπαθώντας να διεισδύσει σε αυτό βαθύτερα και να αποτυπώσει ένα λεπτομερές ψυχογράφημα μιας γενιάς νέας και αυτοκαταστροφικής. Η διαχρονικότητα του κειμένου έγκειται στην ανάδειξη της νεανικής φύσης και ανησυχίας των ηρώων που δεν περιορίζεται στη σωματική νεότητα, αλλά προχωρά ένα βήμα παραπέρα και συνδυάζεται με την πνευματική και τη ψυχική. Κι έτσι δε μένει σε νέους κάποιας συγκεκριμένης εποχής ή μέρους, που μπορεί να θεωρηθούν κλισέ, ξένοι, ξεπερασμένοι ή σημαδεμένοι από την εποχή τους, αλλά μας ταξιδεύει σε μέρη διαφορετικά και χρόνια πιο κοντινά, επεξεργαζόμενη τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά κάθε εποχής και εντάσσοντας τους ήρωές της σε αυτά τα δεδομένα. Το συναίσθημα μιας πικρής νίκης ή μιας γλυκιάς ήττας, η αντισυμβατικότητα, η οργή για τα κακώς κείμενα μιας γενιάς, η αμφισβήτηση και οι δυσκολίες της πραγματικής επικοινωνίας μεταξύ των ανθρώπων δεν έχουν φύλο, τόπο, χρόνο και ταυτότητα. Και η σκηνοθετική προσέγγιση το χτίζει αυτό, απλά, κατανοητά, τεκμηριωμένα. Με χαρακτήρες που έχουν φρεσκάδα, ζωή, επιθυμίες και ιδανικά, με τους οποίους μπορούμε να ταυτιστούμε, ή ταυτιστήκαμε στο πρόσφατο παρελθόν. Η παράσταση διατηρεί το μέτρο και την ισορροπία της, δε θέλει να αποτελέσει καταγγελία, αλλά ούτε και φτηνό μελό, αλλά να θυμίσει, να ευαισθητοποιήσει, να κεντρίσει και να κοιτάξει με μάτι που νοιάζεται μια εποχή που όλοι περνάμε και μέσα από αυτή βρίσκουμε την ταυτότητά μας και καθορίζουμε την πορεία μας.
Η Πέγκυ Τρικαλιώτη στο ρόλο της Άλισον, έχει δύναμη, ρυθμό, ρεαλισμό και πάθος στην ερμηνεία της. Μας συστήνεται εκ νέου. Χωρίς μανιέρα, χωρίς ευκολίες, με φυσικότητα, ελεγχόμενο συναίσθημα, χωρίς ακρότητες, παίζει, όπως σχεδόν θα ήταν αν την έβλεπες έξω με την παρέα της, δείχνοντας απελευθερωμένη από στεγανά και κλισέ.
Ο Χάρης Τζωρτζάκης ερμηνεύει τον Τζίμι με θυμό, ένταση, αλλά και μια ώριμη λεκτική και συναισθηματική τραχύτητα, που σε κάνει να υποψιάζεσαι ότι υπάρχει και η άλλη, η πιο γλυκιά, η πιο καλλιεργημένη, η λιγότερο μισογυνική πλευρά του. Μετά από μία σύντομη αρχική αμηχανία στη σκηνή, εξελίσσει τον ήρωά του, καθρεφτίζει την ψυχή του στις εκφράσεις και τις κινήσεις του και αποτυπώνει ένα χαρακτήρα που ζει, αναζητά και αυτοπροσδιορίζεται.
Η Παρθενόπη Μπουζούρη υποδύεται την Έλενα με μια brutal αμεσότητα, ευθύτητα και ανεπιτήδευτο ρεαλισμό, με το χιούμορ να μπλέκεται με μία λανθάνουσα ειρωνεία, εκλύοντας στη σκηνή ενέργεια, αυθεντικότητα και για άλλη μία φορά διαπιστευτήρια του πλούσιου ταλέντου της. Έχει έναν ιδιότυπο μαγνητισμό στην ερμηνεία της και τη δυνατότητα να την προσαρμόζει στα σκηνοθετικά ζητούμενα, κάνοντας το θεατή να εστιάζει πάνω της.
Ο Σήφης Πολυζωίδης ως Κλιφ, δίνει ζωή, παλμό και σκηνικό εκτόπισμα σε ένα χαρακτήρα που συχνά περνά απαρατήρητος σε αυτό το έργο. Τον χτίζει με επιμέλεια, ηρεμία και συνέπεια, παίζοντας ρυθμιστικό και κατασβεστικό ρόλο στις εντάσεις των άλλων χαρακτήρων. Αφήνει με έντεχνο τρόπο υπόνοιες για μια πιθανή ερωτική επιθυμία του ήρωα με την Άλισον, έχει χιούμορ και είναι πλήρως συνειδητοποιημένος για το ρόλο του ανάμεσα στους άλλους χαρακτήρες.
Το σκηνικό του Άγγελου Μέντη, ένα καθιστικό, που θα μπορούσε να βρίσκεται σε κάθε σπίτι, απλό, άμεσο, φιλικό, λειτουργικό, υπηρετεί τη σκηνοθεσία, με μία αφίσα και μία πινακίδα να δηλώνουν τον τόπο και το χρόνο που διαδραματίζονται τα τεκταινόμενα.
Τα κοστούμια του Απόστολου Μητρόπουλου, έντυσαν τους χαρακτήρες με γήινα χρώματα και ήταν απλά και καθημερινά.
Συμπερασματικά, στη σκηνή του Θεάτρου Olvio, είδα μία παράσταση φρέσκια, σημερινή, που διατήρησε το νοηματικό σκελετό και τα μηνύματα του αρχικού κειμένου, δίνοντας έμφαση στη διαχρονικότητά του μέσα στο χωρόχρονο. Είχε ρυθμό, ατμόσφαιρα και σαφή πρόθεση να προβληματίσει, να κοιτάξει κάτω από την επιφάνεια των ηρώων και να εμβαθύνει στον ψυχισμό και την προσωπικότητά τους. Συνοδοιπόροι οι τέσσερις ηθοποιοί, ο καθένας με τη δική του ταυτότητα και το δικό του στίγμα στο έργο, με τις ερμηνείες τους έχτισαν χαρακτήρες γήινους, γνήσιους, ανεπιτήδευτους, με τα κόμπλεξ, τις φοβίες και τις αδυναμίες τους, αλλά και τις επιθυμίες και τα οράματά τους. Μία από τις πολύ καλές προτάσεις του φετινού χειμώνα για θεατρική έξοδο.