OI ΔΩΔΕΚΑ ΕΝΟΡΚΟΙ | ΚΡΙΤΙΚΗ
- Ημερομηνία: Σάββατο, 23/10/2021 13:36
H ταινία του 1957 «ΟΙ ΔΩΔΕΚΑ ΕΝΟΡΚΟΙ» («TWELVE ANGRY MEN»), βασισμένη στο ομότιτλο τηλεοπτικό σενάριο του Reginald Rose (1954), ένα δυνατό δικαστικό δράμα, αποτελεί ορόσημο του αμερικανικού κινηματογράφου για τη διαχρονική καλλιτεχνική και κοινωνικοπολιτική του αξία. Μία κοινωνιολογική διατριβή στην αμεροληψία, την αλήθεια, την ανάγκη της δίκαιης μεταχείρισης, τη διαφορετικότητα, την επικινδυνότητα των προκαταλήψεων, την ορθή απονομή δικαιοσύνης.
Η παράσταση «ΟΙ ΔΩΔΕΚΑ ΕΝΟΡΚΟΙ» συνεχίζει, στο θέατρο «ΑΝΕΣΙΣ», για 7η συνεχή χρονιά, σε μετάφραση – σκηνοθεσία της Κωνσταντίνας Νικολαΐδη, φέρνοντας ξανά ενόρκους και θεατές αντιμέτωπους με τις συνειδήσεις τους.
Δώδεκα άνθρωποι και μία κρίσιμη απόφαση. Δώδεκα ζωές που καλούνται να αποφασίσουν για την τύχη μιας. Δώδεκα διαφορετικοί κόσμοι σηκώνουν το βάρος της δημοκρατίας, της δικαιοσύνης, περνώντας από συμπληγάδες πέτρες μέχρι την τελική κρίση.
H ιστορία είναι απλή, αλλά ευρηματική. Ένας δεκαεξάχρονος νεαρός, ταπεινής καταγωγής, κατηγορείται για τη δολοφονία του πατέρα του. Η δικαστής, ύστερα από την ολοκλήρωση της δίκης, καλεί τους δώδεκα ενόρκους να αποσυρθούν από την αίθουσα για να βγάλουν την ετυμηγορία τους. Πιθανή ετυμηγορία ενοχής, πιστοποιεί τη θανατική καταδίκη του κατηγορούμενου, γι' αυτό απαιτείται ομόφωνη απόφαση. Οι έντεκα ένορκοι είναι πεπεισμένοι για την ενοχή του νεαρού, ορμώμενοι από τις προκαταλήψεις και την κοινωνική αδιαφορία τους, με μόνη φωτεινή εξαίρεση τον «Ένορκο 8», ο οποίος αγωνίζεται να αναδείξει τη σοβαρότητα της ληφθείσας απόφασης και να εξετάσει τα περιθώρια ύπαρξης μιας «δικαιολογημένης αμφιβολίας». Οι ισορροπίες σιγά-σιγά ανατρέπονται σε μία ατμόσφαιρα ιδιαιτέρως ασφυκτική και ηλεκτρισμένη.
Όλη η δράση στους τέσσερις τοίχους μιας μικρής αίθουσας, μια ζεστή καλοκαιρινή ημέρα. Γεμάτη ένταση, αμφιβολίες και βαθύ πολιτικοινωνικό σχολιασμό, καταφέρνει να αποσαφηνίσει έννοιες όπως η δημοκρατία, ο ρατσισμός, η προκατάληψη, η αντικειμενικότητα, η ποδηγέτηση, το ζήτημα της ατομικής και συλλογικής ευθύνης. Δώδεκα άγνωστοι μεταξύ τους και εντελώς διαφορετικοί άνθρωποι έχουν στα χέρια τους το μέλλον του αγοριού. Αντιμέτωποι με τους προσωπικούς τους δαίμονες, τα πάθη και τις αδυναμίες τους, επαναπροσδιορίζουν το εγώ τους και κοιτούν την αλήθεια κατάματα, παίρνοντας μία σωστή και δίκαιη απόφαση, εντέλει.
H Κωνσταντίνα Νικολαΐδη σκηνοθετεί ρεαλιστικά, δίνοντας τα στοιχεία ενός κλειστοφοβικού δράματος με στοιχεία θρίλερ. Η ίδια έχει επιμεληθεί τη μετάφραση και τη δραματουργική επεξεργασία του κειμένου, μαζί με το Νότη Παρασκευόπουλο. Στήνει, μαεστρικά, έναν απρόβλεπτο «χορό» δράσης – αντίδρασης ενός ψηφιδωτού ετερόκλητων χαρακτήρων. Επιτυγχάνει να ενσωματώσει τον θεατή στα μύχια της δικαστικής υπόθεσης, ξετυλίγοντας σιγά-σιγά τον μίτο, που οδηγεί τόσο στην αλήθεια του γεγονότος, όσο και στην κατανόηση της εφαρμογής της δημοκρατίας στην κοινωνία. Αποτυπώνει, ανάγλυφα, πολλές πτυχές των δώδεκα προσωπικοτήτων.
Αρμόζουσα η σκηνική απεικόνιση της παράστασης, από τον David Negrin, εγκιβωτίζει ρεαλισμό και κυνικότητα.
Ενδεικτικές οι ενδυματολογικές επιλογές της Κικής Μήλιου, πιστές στην ιδιοσυγκρασία του κάθε ενόρκου και στο ύψος της περίστασης.
Υπογραμμιστική η πρωτότυπη μουσική του Γιώργου Πέρου, συμβάλλει σημαντικά στην κρισιμότητα της κατάστασης.
Εύστοχη η κινησιολογία της Χριστίνας Φωτεινάκη, φανερώνει συσσώρευση ανάμικτων συναισθημάτων.
Υπαινικτικές οι φωτιστικές δημιουργίες του Αλέξανδρου Αλεξάνδρου, αποδεικνύονται καίριες στις κρίσιμες στιγμές.
Ανδροκρατούμενο το πολυάριθμο καστ των ηθοποιών, ανταποκρίνεται με σθένος, συνέπεια και υποκριτική νηφαλιότητα στο σκηνοθετικό όραμα. Ο καθένας έχει να πει τη δική του ιστορία, αφήνει το δικό του σχόλιο και αναπτύσσει τη δική του οπτική για την κοινωνία, τη δημοκρατία και το σύστημα της δικαιοσύνης. Ρατσιστικές αντιλήψεις, ψυχολογικά συμπλέγματα, αμοραλισμός, συντηρητισμός, ελαφρότητα, οξυθυμία, αυθάδεια, αλλά και γενναιότητα, ευφυΐα, παρατηρητικότητα, ανθρωπισμός, σοβαρότητα, υπευθυνότητα, μετριοπάθεια και ευγένεια είναι κάποια από τα γνωρίσματα που αλληλεπιδρούν και συγκρούονται στο μικρό δωμάτιο συνεδρίασης. Θα έλεγε κανείς ότι μοιάζει με μικρογραφία κοινωνίας, στην οποία βρίσκεις λογής-λογής χαρακτήρες και προσωπικότητες. Οι ήρωες δεν έχουν ονόματα αλλά αριθμούς, γιατί ο καθένας τους θα μπορούσε να είναι ένας από εμάς.
Ο Δημήτρης Δεγαΐτης, ως Ένορκος 1, συντονίζει με ηρεμία και συμβιβαστικό τρόπο την ομάδα.
Ο Βασίλης Φακανάς, ως Ένορκος 2, είναι ο συνεσταλμένος χαρακτήρας χαμηλών τόνων με ηθική υπόσταση.
Ο Αλμπέρτο Εσκενάζυ, ως Ένορκος 3, παρουσιάζεται ψυχρός σαδιστής, κυνικός, ευέξαπτος, σαρκαστικός, σχεδόν μισάνθρωπος, γεμάτος οργή ορμώμενος από βαθιά προσωπικά βιώματα.
Ο Αλέξανδρος Καλπακίδης, ως Ένορκος 4, είναι ο ορθολογιστής, συντηρητικός και αυστηρός τύπος ανθρώπου.
Ο Νίκος Βατικιώτης σκιαγραφεί τον Ένορκο 5 με ανθρωπιά, ευθύτητα και ειλικρίνεια.
Ο Τάσος Παπαδόπουλος, ως Ένορκος 6, είναι ο λαϊκός τύπος που κινείται με αμεσότητα και απλότητα.
Ο Ορέστης Τρίκας ενσαρκώνει τον Ένορκο 7 με ορμητική, νεανική ελαφράδα, ανωριμότητα και νευρώδη κίνηση.
Ο Μάνος Ζαχαράκος, ως Ένορκος 8, ζωγραφίζει έναν άνθρωπο πράο, φωτισμένο, υπεύθυνο, με ελεύθερο πνεύμα, έναν ευγενικό επαναστάτη που πάει κόντρα στο ρεύμα, με όπλο του την εύλογη αμφιβολία («reasonable doubt»).
Ο Παντελής Παπαδόπουλος, ως Ένορκος 9, είναι ο γηραιότερος όλων, με σοφία, γνώση, ηρεμία και μέτρο.
Ο Κώστας Καζανάς υποδύεται τον Ένορκο 10, έναν χαρακτήρα νευρικό, αμόρφωτο, επιθετικό, που ακροβατεί μεταξύ τοξικότητας, ρατσιστικού παραληρήματος, ειρωνείας και ωχαδερφισμού.
Ο Κωνσταντίνος Μπάζας, ως Ένορκος 11, συνδυάζει παιδεία, πραότητα και χιούμορ.
Τελευταίος, αριθμιτικά, ο Μιχάλης Μαρκάτης, ως Ένορκος 12, εμφανίζεται σαν φτερό στον άνεμο, αναποφάσιστος, χωρίς ξεκάθαρη βούληση.
Στον βουβό ρόλο του φύλακα, ο εκφραστικός Αλέξης Σταυριανός.
Η αποφασιστική φωνή της Νένας Μεντή, ως προέδρου της δίκης, ακούγεται μαγνητοφωνημένα στην αρχή της παράστασης.
Συμπερασματικά, «ΟΙ ΔΩΔΕΚΑ ΕΝΟΡΚΟΙ» είναι το εξαιρετικό αποτέλεσμα μιας αγαστής προσπάθειας συνόλου, με ανατριχιαστική λάμψη στο φινάλε. Δεν πρόκειται απλά για μία καθηλωτική δικαστική ιστορία, αλλά για μία κοινωνική αλληγορία εννοιών, τόσο απλών και αυτονόητων, που δύσκολα, όμως, θίγονται.