ΜΙΑ ΤΕΡΑΣΤΙΑ ΕΚΡΗΞΗ - ΚΡΙΤΙΚΗ
- Ημερομηνία: Πέμπτη, 08/06/2017 15:18
Ένα δικό του κείμενο με τίτλο "Μια Τεράστια Έκρηξη" σκηνοθετεί στη σκηνή του Skrow ο Βασίλης Μαυρογεωργίου. Επτά χρόνια μετά την πρώτη παρουσίαση του έργου στο Θέατρο του Νέου Κόσμου, το χαοτικό παιδικό σύμπαν του Γιώργου (ο οποίος είναι ο κεντρικός ήρωας) επιστρέφει σε άλλη θεατρική βάση και με επικαιροποιημένη οπτική. Ευρισκόμενος σε μια τρυφερή παιδική ηλικία, τα βιώματά του έχουν να κάνουν με σούπερ-ήρωες και την ψευδαίσθηση ότι μπορεί να σώσει τον κόσμο. Το όνειρό του να αντιμετωπίσει έναν τεράστιο κομήτη, του δίνει ένα κίνητρο να εξελίσσεται και να προσπαθεί. Η οικογένειά του αποφεύγει το ρόλο του παιδαγωγού και έτσι μεγαλώνοντας συνειδητοποιεί σε τι κόσμο ήρθε και βιώνει κάποιες προσωπικές αλήθειες στην τριβή του με την καθημερινότητα, γνωρίζοντας διαφορετικούς τύπους ανθρώπων και συμβιώνοντας μ' αυτούς. Σπουδές, σχέσεις, ανάγκη για καθημερινή επιβίωση, η θρησκεία και τα κάθε λογής στερεότυπα και οι αυτοματισμοί της πρωτεύουσας γίνονται μέρος της προσωπικής εμπειρίας του νεαρού ήρωα και διαμορφώνουν το χαρακτήρα του. Είναι ωραίο το Star Wars που παρακολουθεί είτε στο σινεμά, είτε σε μια μικρή ασπρόμαυρη τηλεόραση, αλλά είναι αυτή η πραγματική ζωή; Στην πορεία της συνειδητοποίησής του κατανοεί τη σύγχρονη κοινωνία με τους χαρακτήρες και τις παθογένειές της. Το κείμενο, απλό, κατανοητό, σύγχρονο, κλείνει το μάτι στο σήμερα με μια διάθεση κριτικής και (αυτο)σαρκασμού, αλλά ταυτόχρονα επιχειρεί να διασκεδάσει τη μοναξιά και την αποξένωση με το κέφι και την αισιόδοξη πλευρά της ελπίδας για ένα καλύτερο αύριο. Η γλώσσα ίσως λίγο περισσότερο ωμή απ' όσο θα την προτιμούσα, αποτυπώνει μεν ένα ρεαλιστικό στυλιζάρισμα, παρόν στην εποχή μας, αλλά η επανάληψή του σε κάποιες σκηνές κουράζει και δεν προτείνει μια λύση.
Ο Βασίλης Μαυρογεωργίου κρατά τη σκηνοθετική επιμέλεια της παράστασης προσπαθώντας να αποτυπώσει τα όνειρα, την εξέλιξη και τα αδιέξοδα ενός σύγχρονου αντιήρωα και την ενηλικίωση του παιδικού του κόσμου, μέσα από τις ανησυχίες, τις φοβίες αλλά και τις ικανότητές του. Πλάθει εικόνες που εναλλάσσονται με ταχύτητα και κάποιες από αυτές έχουν κινηματογραφική υφή. Ο ρυθμός του λόγου καταιγιστικός, το μομέντουμ του κεντρικού ήρωα χειμαρρώδες και η δράση εκτυλίσσεται σε δύο επίπεδα με κάθε στιγμιότυπο να έχει τη μικρή ιδιότυπη κορύφωσή του. Παρ' όλη την προσπάθεια αποτύπωσης του ονειρικού κόσμου του ήρωά του, ο σκηνοθέτης κρατά γειωμένη την παράσταση και σε άμεση επαφή με το θεατή. Βοηθά βέβαια σ' αυτό και η σχεδόν μηδενική απόσταση των ηθοποιών με την πρώτη σειρά θέσεων, αλλά και το άμεσο και ανεπιτήδευτο παίξιμο των ηθοποιών. Η μουσική για κάθε νεαρό που ενηλικιώνεται παίζει σημαντικό ρόλο και αυτή παίζεται ζωντανά στη σκηνή, δίνοντας διαλείμματα-ανάσες στο θεατή για να επανασυγκεντρωθεί και να προετοιμαστεί για την επόμενη σκηνική εικόνα. Κάποιες σκηνές έχουν μια μικρή φλυαρία, πλατιάζουν και κάνουν μια κοιλιά, ίσως γιατί σαν προσωπικά βιώματα του σκηνοθέτη προβάλλονται πιο πολύ. Αλλά η ροή δε βαλτώνει, καθώς το ενδιαφέρον διατηρείται αμείωτο και η αφήγηση δεν ατονεί. Το χιούμορ (αυτο)σαρκαστικό, συχνά βιτριολικό είναι σκεπτόμενο, αν και η γλώσσα σε κάποιες σκηνές ήταν πέραν του δέοντος ελευθεριάζουσα, χωρίς αυτό να χρειάζεται ή να συμβολίζει κάτι. Δεν ξεχνάμε όμως ότι στο αυθόρμητο και ιδεατό σύμπαν ενός παιδιού, ή ενός εφήβου όλα μπορούν να συμβούν και οι φραγμοί είναι λίγοι.
Ο Ορφέας Αυγουστίδης αναλαμβάνει το ρόλο του Γιώργου, του κεντρικού ήρωα του έργου και διοχετεύει σε αυτόν όλη του την ενέργεια ερμηνευτική και ψυχική. Μου έδωσε την αίσθηση ότι τον συνάρπασε ο χαρακτήρας που ερμήνευσε και δόθηκε σε αυτόν σχεδόν ολοκληρωτικά. Λόγος με σωστό χρώμα, πάθος και ενθουσιασμό, γνήσιες και αυθόρμητες εκφράσεις προσώπου και έντονη κίνηση και στα δύο επίπεδα της σκηνής, όπου δεν άφησε σχεδόν ούτε εκατοστό απάτητο, συνέβαλλαν ώστε να κερδίσει το θεατή και να τον παρασύρει στον ονειρόκοσμο του ήρωά του. Αφελής, παιχνιδιάρης, κουτοπόνηρος, έξυπνος, ανίδεος, συνειδητοποιημένος, περνάει από όλες τις φάσεις που απαιτεί ο ρόλος του για να τον αποτυπώσει ολοκληρωμένα. Η Άννα Καλαϊτζίδου και η Αριάδνη Καβαλιέρου υποδύονται όλους τους υπόλοιπους χαρακτήρες του έργου από τον πιο σοβαρό μέχρι τον πιο απίθανο, με μέτρο, συνέπεια και περίσσειο ταλέντο. Χιούμορ, συγκέντρωση, ερωτισμός και απόλυτη ταύτιση με όλους αυτούς τους μικρούς επικουρικούς ήρωες του σύμπαντος του βασικού χαρακτήρα δίπλα στον οποίο στέκονται απόλυτα ισότιμα και γεμίζουν τη σκηνή με την παρουσία τους, δίνοντας την αίσθηση μιας καλά δουλεμένης ομάδας.
Η κιθάρα και η φωνή του Δημήτρη Τάσαινα από την άκρη της σκηνής ντύνει με νότες και μελωδία τις περιπέτειες των ηρώων του έργου.
Η πρωτότυπη μουσική της παράστασης ανήκει στο Φοίβο Δεληβοριά, έναν καλλιτέχνη που μέσα του διατηρεί την παιδικότητά του και μπορεί να αποτυπώσει με εξαιρετική αισθαντικότητα και ακρίβεια το soundtrack ενός ανήσυχου παιδικού ή εφηβικού κόσμου.
Τα κοστούμια της Βασιλικής Σύρμα απλά, καθημερινά, νεανικά, παιδιών και χαρακτήρων της διπλανής πόρτας.
Η επιμέλεια της κίνησης από την Έλενα Γεροδήμου, έδωσε ένταση, παλμό και παραστατικότητα στο λόγο και αποδέσμευσε στη σκηνή, πολλή από την πλεονάζουσα ενέργεια των ηθοποιών.
Οι φωτισμοί της Στέλλας Κάλτσου έπαιξαν με την εναλλαγή κλειστών και ανοικτών πλάνων, ανάλογα με το χώρο της σκηνικής δράσης.
Συμπερασματικά, στη σκηνή του Skrow είδα μια παράσταση φρέσκια και σύγχρονη, που είχε ιδέες, νεανικό σφρίγος, γρήγορο ρυθμό και ασχολήθηκε με μια φαινομενικά απλή, αλλά πάντα επίκαιρη προβληματική, που έχει απασχολήσει όλους μας σε κάποια φάση της ζωής μας. Αντιμετωπίζει την περίοδο αυτή με χιούμορ, σαρκασμό και ελαφρά κριτική διάθεση και προτείνει λύσεις αποφυγής των αδιεξόδων. Αν και έκανε κάποιες μικρές κοιλιές στη ροή της, διατήρησε το ενδιαφέρον της και υποστηρίχθηκε στο μέγιστο δυνατό βαθμό από τους ηθοποιούς της. Μια ενδιαφέρουσα θεατρική πρόταση που ακόμα προλαβαίνετε πριν το τέλος της σαιζόν.