ΜΑ.ΘΥΜΑ - ΚΡΙΤΙΚΗ

ΜΑ.ΘΥΜΑ - ΚΡΙΤΙΚΗ


5.0/5 rating 1 vote

Την παράσταση "Μά.θυμα" (μα όπως μαχαίρι και θύμα) βασισμένη στο Μάθημα του Ιονέσκο, σκηνοθετεί στη σκηνή του Olvio, η Δανάη Ρούσσου.
Ένας καθηγητής χωρίς ιδιαίτερες ικανότητες μεταδοτικότητας της γνώσης, αρχίζει ιδιαίτερα μαθήματα στην κόρη μιας μεγαλοαστικής οικογένειας, τα οποία φαίνονται εξαρχής σχεδόν καταδικασμένα σε αποτυχία. Παράλληλα, αναπτύσσεται μεταξύ τους και μια εμφανής πάλη εξουσιαστή και εξουσιαζόμενου, με τους ρόλους θύτη και θύματος στην αρχή να εναλλάσσονται, αλλά στο τέλος η μαθήτρια να εξουθενώνεται πλήρως τόσο ψυχικά, όσο και σωματικά. Απούσα σκηνικά, αλλά συνεχώς παρούσα νοητικά και ψυχολογικά και η υπηρέτρια του καθηγητή, η οποία ενίοτε επεμβαίνει σα να αποτελεί τη "φωνή" και το πνεύμα της λογικής. Η εξουσία και τα όρια στα οποία μπορεί κάποιος να φτάσει για να την κατακτήσει είναι ένα διαχρονικό και καίριο θέμα που απασχόλησε άτομα και κοινωνίες. Η μητριαρχία και η γένεσή της, είναι επίσης ένας βασικός άξονας, πάνω στον οποίο κινείται η παράσταση, κυρίως μέσω του χαρακτήρα της υπηρέτριας.
Η μετάφραση του Ερρίκου Μπελιέ άμεση, κατανοητή και διαυγής συντελεί στη βαθύτερη αντίληψη των ιδεών του Ιονέσκο από το κοινό.

Η Δανάη Ρούσσου σκηνοθετεί την παράσταση, σε ένα αλληγορικό σκηνικό που εντυπωσιάζει και κρατά ένα τέμπο, που δε δείχνει να βιάζεται, αλλά ούτε και να καθυστερεί τη ροή της. Με μια συνεχή εναλλαγή σύντομων διαλόγων, χτίζει το δίπολο καθηγητή-μαθήτριας, εξουσιαστή-εξουσιαζόμενου, θύτη-θύματος με υπομονή και μικρές κλιμακώσεις μέχρι να φτάσει στη δραματική του κορύφωση. Ο λόγος εκφέρεται συχνά με μία (αυτο)ειρωνεία, η οποία όμως κάποιες φορές, δείχνει να γίνεται αυτοσκοπός και να κυριαρχεί της ουσίας του κειμένου. Κάποιοι "τελετουργικοί" διάλογοι μοιάζουν λίγο στημένοι και ξύλινοι, αν και κρατούν γενικά λίγο και με την εναλλαγή στην επόμενη σκηνή, το ενδιαφέρον του θεατή επανακάμπτει. Η εσωτερική ένταση του κειμένου αυξάνεται, όσο πλησιάζουμε στην κορύφωση και η τραγική κατάληξή της έρχεται σα φυσιολογική συνέπεια της έντασης αυτής. Η καταπίεση των χαρακτήρων (πάντα από τον ψυχολογικά ισχυρότερο) είναι εμφανής στο σκηνικό τους στήσιμο και στην "κουρασμένη" έκφραση του προσώπου τους. Το μητριαρχικό πρότυπο κυριαρχεί και αναπαράγεται σαν ουσία και δομή εξουσίας τόσο από την παρουσία της υπηρέτριας όσο και μιμητικά από τον καθηγητή προς τη μαθήτριά του.
Εδώ έχω την αίσθηση ότι η παράσταση μπορούσε να σκύψει ακόμα βαθύτερα και να δώσει ακόμα μεγαλύτερη έμφαση στη φύση της εξουσίας που θέλουμε να έχουμε στους άλλους και να αναλύσει τα αίτιά της, αλλά και το πως μεταφέρθηκε στη σημερινή εποχή.

Ο Νίκος Παντελίδης στο ρόλο του καθηγητή, επικεντρώνει μεγάλο κομμάτι της ερμηνευτικής του παλέττας, στη διοχέτευση όλης της ψυχολογικής έντασης του χαρακτήρα του, στην έκφραση του προσώπου του, την κίνηση των χεριών και το γενικότερο σκηνικό του στήσιμο με το λόγο να είναι αρρωγός. Κάποιες υπερβολές δεν αποφεύγονται, αλλά γενικά η σωματοποιημένη αυτή ένταση, δείχνει να περνάει προς τη μαθήτρια του και να την εξουθενώνει ψυχικά. Αντίστοιχα, η πίεση που δέχεται από την υπηρέτρια-μητέρα τον διαλύει και τον κρατά σχεδόν πλήρως υποταγμένο. Μια γενικά ισορροπημένη και εσωτερική ερμηνεία από έναν καλό ηθοποιό.
Η Δανάη Ρούσσου υποδύεται τη μαθήτρια, η οποία στην αρχή αντιστέκεται και προτάσσει την ισχυρή πλευρά του χαρακτήρα της απέναντι στον καθηγητή. Σιγά, σιγά μεταλλάσσεται, υποχωρώντας ατάκτως μέχρι τα έσχατα όριά της, ώσπου γίνεται το κυριολεκτικό θύμα (εξ'ου και ο τίτλος του έργου). Στην ερμηνεία αυτή, διέκρινα μια γνησιότητα και μια ευαισθησία, οι οποίες υπήρχαν, αλλά δεν αναπτύχθηκαν όσο θα μπορούσαν, αφήνοντας κάποιες σκηνές επίπεδες. Γενικά όμως υπήρξε πολύ καλή σαν έτερος πόλος του εξουσιαστικού διπόλου και συνεπής στις ιδιαίτερες απαιτήσεις ενός δύσκολου ρόλου.

Το σκηνικό του Ηλία Λόη, αποτελούμενο από ένα τεράστιο φόρεμα που επικρέμεται στο κέντρο της σκηνής σκεπάζοντας (ή προστατεύοντας;) ολοκληρωτικά το χώρο δράσης των δύο ηθοποιών είναι εντυπωσιακό και συμβολικό της απόλυτης εξουσίας που ασκεί η υπηρέτρια-μητέρα-εξουσιαστής στους ήρωες.
Τα κοστούμια της Ιόλης Μιχαλοπούλου αντιπροσωπευτικά της αρχικής ψυχολογίας των ηρώων (χαλαρή μαθήτρια, δάσκαλος σε πιο αυστηρή γραμμή), ενώ οι φωτισμοί του Δήμου Αβδελιώδη καίριοι και απόλυτα εστιασμένοι στα πρόσωπα και τις εναλλαγές των εκφράσεών τους. Το ημίφως έδινε πολλές φορές την αίσθηση ενός ασπρόμαυρου σκηνικού. Η μουσική του Παναγιώτη Καλημέρη συνοδευτική, αλλά χωρίς κάποιο ιδιαίτερο χρώμα, ενώ η επιμέλεια της κίνησης έγινε από την Ειρήνη Κυρμιζάκη με στόχο την εξωτερίκευση του εσωτερικού πάθους των ηρώων με τις μίνιμουμ κινήσεις.

Συμπερασματικά, η παράσταση του Olvio, πραγματεύτηκε μια πολυπαιγμένη θεατρική πρόταση του Ιονέσκο, χωρίς να φέρει σε αυτή κάτι ρηξικέλευθο, αλλά στάθηκε πιστή στο πνεύμα και το όραμα του συγγραφέα. Η αισθητική της παράστασης υψηλή και μόνο κάποιες ασάφειες κατεύθυνσης και υπερβολές χάλασαν για λίγο, τη γενικά πολύ καλή εικόνα της. Οι ερμηνείες δεμένες και συνεπείς και τα μηνύματα του έργου σαφή και ξεκάθαρα.


Αφήστε σχόλιο

Παρακαλούμε συνδεθείτε για να αφήσετε σχόλιο.