ΛΑΜΠΕΝΤΟΥΖΑ - ΚΡΙΤΙΚΗ

ΛΑΜΠΕΝΤΟΥΖΑ - ΚΡΙΤΙΚΗ


5.0/5 κατάταξη (2 ψήφοι)

Το έργο του Άντερς Λουστγκάρτεν "Λαμπεντούζα" σκηνοθετεί ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος στη Κεντρική Σκηνή του Θεάτρου του Νέου Κόσμου.
Η Λαμπεντούζα, ένα μικρό νησάκι μεταξύ Μάλτας και Τυνησίας, έχει γίνει τα τελευταία χρόνια θέατρο μερικών εξαιρετικά πολύνεκρων ναυαγίων πλοιαρίων με εκατοντάδες πρόσφυγες το καθένα. Ο Στέφανο, ο ένας από τους ήρωες του έργου, είναι ένας ψαράς στο νησί, που μαζί με το σύντροφό του, περισυλλέγουν με το πλεούμενό τους πτώματα μεταναστών και λίγους επιζήσαντες στα ανοιχτά του νησιού. Η Ντενίζ, η έτερη ηρωίδα, είναι μια νεαρή Κινεζοβρετανίδα, η οποία για τα προς το ζην, δουλεύει σε μια εταιρεία είσπραξης χρεών, αντιμετωπίζοντας καθημερινά φαινόμενα μισογυνισμού και κοινωνικού ρατσισμού. Έρμαια και οι δύο ενός αδυσώπητου καπιταλιστικού συστήματος, επιβιώνουν χάρη στα βάσανα προσφύγων και κοινωνικά κατατρεγμένων ανθρώπων. Πέρα όμως από την ανάδειξη των προφανών προβλημάτων, το έργο ανοιγοκλείνει το μάτι και προς τον άνθρωπο και την έμφυτη καλοσύνη του, που συχνά είναι θαμμένη στα κατάβαθα της ψυχής.
Η μετάφραση της Αγγελικής Κοκκώνη (σε συνεργασία με την Κοραλία Σωτηριάδου) διατηρεί όλη την οξύτητα και την πικρή ειρωνεία του αρχικού κειμένου και μεταφέρει στη γλώσσα μας ένα επίκαιρο πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε κι εμείς ως λαός και ως χώρα.

Ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος σκηνοθετεί την παράσταση διατηρώντας την αφηγηματική δομή του κειμένου και παρουσιάζοντας παράλληλα δύο ιστορίες απλών ανθρώπων με έμφαση στην ανθρώπινη φύση, τις αρετές και τις αδυναμίες της. Δε στηρίζεται σε εντυπωσιακά σκηνικά, αλλά χρησιμοποιεί όλο το διαθέσιμο χώρο της σκηνής του, για να αποδώσει τη "νευρικότητα" και τη "ζωντάνια" των ηρώων, με τη νευρική και αδιάκοπη κίνησή τους. Η παράλληλη αφήγηση δεν είναι στεγνή, αλλά εμπλουτίζεται με ελεγχόμενο συναίσθημα και μια λυρική ευαισθησία στο ηχόχρωμα των ηθοποιών, μετατοπίζοντας το κέντρο βάρος από τα γεγονότα στο βαθύτερο ψυχισμό τους. Η αίσθηση της πολιτικής καταγγελίας είναι παρούσα, αλλά κυρίως για να ευαισθητοποιήσει και να κινητοποιήσει ψυχολογικά το "βαθύτερο" που δείχνει να ξυπνά μια στιγμιαία αναισθησία στον πόνο του διπλανού του. Παράλληλα στηρίζεται και σε μία βιωματική εμπειρία που θα συγκινήσει και θα διεγείρει το ηθικό και κοινωνικό αισθητήριο του θεατή. Ο κοινωνικός ιστός είναι τραυματισμένος και λειψός, όταν δε στηριχτεί στην ουσιαστική και δυναμική επικοινωνία των ανθρώπων, ανεξαρτήτως φυλής, χρώματος, θρησκείας και γεωγραφικής κατανομής. Η παράσταση έχει μοιραία και μια ελαφρά μελοδραματική πλευρά, αλλά δεν το παρακάνει με αυτόν και τον εντάσσει στην ανθρώπινη υφή των αφηγούμενων ιστοριών. Η όποια κούραση προκύψει από την αφήγηση, βρίσκει σχεδόν αυτόματα την ίασή της από τη σωστή καθοδήγηση των ηθοποιών.

Ο Αργύρης Ξάφης αναλαμβάνει το ρόλο του Στέφανο και τραβά ίσως την πιο δραματική πλευρά του έργου πάνω του. Ζωντανός, γλαφυρός και δωρικός στην εκφορά του λόγου, πείθει ότι έχει νιώσει μέσα του τη σημασία αυτών που αφηγείται. Εμπλουτίζει την "κρύα" και επώδυνη αφήγηση με ένα λιτά ανθρώπινο μανδύα και καταφέρνει να επικοινωνήσει το συναίσθημα και τον προβληματισμό του στο θεατή. Και ταυτόχρονα να αρθρώσει την αμηχανία και την αδυναμία του μπροστά στη συλλογικότητα του πόνου με τον οποίο έρχεται καθημερινά σε επαφή. Ο μεστός λόγος, συνοδεύεται και από έναν έντονο προβληματισμό στην έκφρασή του και μια νευρική και συχνά αμήχανη κίνηση, που δείχνει τη γύμνια του απλού ανθρώπου απέναντι στην καταπίεση ενός αδυσώπητου συστήματος. Μια ερμηνεία ώριμη, αντιπροσωπευτική για έναν πολύ καλό ηθοποιό της γενιάς του.
Η Χαρά-Μάτα Γιαννάτου υποδύεται τη φοβική και ταλαιπωρημένη ψυχικά Ντενίζ, η οποία αντιμετωπίζει καθημερινά την απόρριψη και την προσβλητική συμπεριφορά προς το πρόσωπό της. Ξεκινά να αποκαλύπτει τα ψυχικά της τραύματα με μία ελαφρά επίπεδη φωνή και μία συναισθηματική αναισθησία, εκφράζοντας το πόσο άδεια και ανάπηρη είναι ψυχοσωματικά. Μεσούσης της διήγησής της ανεβάζει τους τόνους και η φωνή της αποκτά χρώμα και ένταση, όπως ακριβώς και η ζωή της. Αλλάζει η έκφραση του προσώπου της και καθρεφτίζεται σε αυτό περισσότερο φως. Ο λόγος της γίνεται δυναμικός και αρχίζει να εκτείνεται σε βάθος. Και φυσικά στέκεται άξια δίπλα στο συμπρωταγωνιστή της, με τον οποίο αφηγούνται παράλληλα.

Το σκηνικό της Μαγδαληνής Αυγερινού είχε λιτότητα και ταξιδιάρικη διάθεση δίνοντας χώρο κίνησης στους ηθοποιούς, αν και δεν υπηρέτησε απόλυτα τη δραματικότητα της διήγησης.
Τα κοστούμια της ίδιας απλά και καθημερινά, αντιπροσώπευσαν τους χαρακτήρες που έντυσαν.
Η μουσική του Σταύρου Γασπαράτου, ανάσα στις δραματικές κορυφώσεις του λόγου, ενώ οι φωτισμοί του Σάκη Μπιρμπίλη προτίμησαν τα γενικά πλάνα και λιγότερο το να εστιάσουν στα πρόσωπα και στις διακυμάνσεις τους.

Συμπερασματικά, στο Θέατρο του Νέου Κόσμου είδα μια παράσταση με επίκαιρο θεματικό πυρήνα και μοντέρνα γραμμή. Σε αφηγηματικό ρυθμό, αλλά χωρίς να παραγνωρίζει το συναίσθημα και τις ψυχικές εναλλαγές των ηρώων. Οι δυνατές ερμηνείες ευθυγραμμίστηκαν με τη δυναμική σκηνοθεσία και έδωσαν μια θεατρική πρόταση που ερέθισε θετικά, έντονα και δημιουργικά τόσο το μάτι όσο και το πνεύμα του θεατή.


Αφήστε σχόλιο

Παρακαλούμε συνδεθείτε για να αφήσετε σχόλιο.