ΑΓΡΙΟΣ ΣΠΟΡΟΣ - ΚΡΙΤΙΚΗ
- Ημερομηνία: Δευτέρα, 01/02/2016 14:57
Το κείμενο του Γιάννη Τσίρου με τίτλο ΑΓΡΙΟΣ ΣΠΟΡΟΣ σκηνοθετεί στην Κεντρική Σκηνή του Θεάτρου Επί Κολωνώ, η Ελένη Σκότη.
Ο Σταύρος είναι ένας ημι-περιθωριακός τύπος, ο οποίος έχει μια μικρή, παραλιακή καντίνα με σουβλάκια, αναψυκτικά και μπύρες, για να σερβίρει τους τουρίστες και να βγάζει ένα εισόδημα για να αντιμετωπίσει τη ζωή, μαζί με την κόρη του Χαρούλα. Παράλληλα, έχει και ένα χοιροστάσιο στο παρακείμενο χωριό, όπου σφάζει "παραδοσιακά" τα προς πώληση ζώα. Και οι δύο εγκαταστάσεις δεν είναι νόμιμες και ο ήρωάς μας έχει συγκεντρώσει τα πυρά κατοίκων του χωριού, οι οποίοι τον αντιπαθούν και ψάχνουν τρόπους και αφορμές να του κάνουν τη ζωή δύσκολη. Βέβαια και ο ίδιος ακολουθώντας μια προσέγγιση ζωής απόμακρη, απομονωμένη και συχνά ίσως μισάνθρωπη, ενισχύει το εις βάρος του κακό κλίμα.
Με την αφορμή της εξαφάνισης ενός νεαρού Γερμανού στην παραλία και την άφιξη μιας εξειδικευμένης ερευνητικής μονάδας, ξεκινούν εκτεταμένες ανακρίσεις για την πιθανότητα θανάτου του μικρού και υποψίες πέφτουν στον καντινιέρη και την κόρη του. Στήνεται ένα άτυπο, παράπλευρο λαϊκό δικαστήριο, όπου όλα τα κακώς κείμενα σωρεύονται και ο Σταύρος γίνεται το εξιλαστήριο θύμα. Ένα κείμενο δυνατό, έντονο, ανθρωποκεντρικό, που ξεκινώντας από την επιφάνεια και το φαίνεσθαι, προσπαθεί να διερευνήσει το βαθύτερο είναι των ηρώων του. Με λόγο οξύ και διεισδυτικό και αμφίσημο τέλος, εστιάζει στον άνθρωπο και τα πάθη του στην προσπάθειά του για επιβίωση.
Η Ελένη Σκότη σκηνοθετεί το εγχείρημα αυτό, με στόχο την ανάδειξη των στόχων του κειμένου, καρέ καρέ, χρησιμοποιώντας έντονες εναλλαγές ψυχολογίας και μια κλιμάκωση της ατμόσφαιρας της παράστασης και της έντασής της. Η αφήγηση και η δράση κάθε σκηνής νιώθεις να ακροβατεί σε τεντωμένο σκοινί και δημιουργεί μια αναμονή του χειρότερου ή του καλύτερου σεναρίου για την επόμενη. Δε βιάζεται να αποκαλύψει στοιχεία και λεπτομέρειες, αλλά χτίζει το υλικό της με τρόπο συμπαγή και δυναμικό, διατηρώντας την ψυχολογία του θεατή σε κατάσταση εγρήγορσης. Οι εύστοχες παρεμβολές κωμικών ανασών σε κάποιες σκηνές, ελαφραίνει προσωρινά την κατάσταση και αποφορτίζει στιγμιαία την περιρρέουσα ατμόσφαιρα.
Η διλημματική προβληματική του κειμένου, καλύπτεται από μία φαινομενολογία του απατηλού, με άξονα το δίπολο ψυχρός εκτελεστής ή αθώος, αλήθεια ή ψέμα. Ένα διαρκές παιχνίδι της γάτας με το ποντίκι, με την αινιγματικότητα να πλανάται και να κυριαρχεί. Φυσικά δεν καταφεύγει σε υπερβολές κάνοντας το έργο θρίλερ, καθώς ουσιαστικά εστιάζει στην ανθρώπινη φύση των ηρώων της και τις ιδιαιτερότητές της. Όσο αυξάνει η ένταση των αποκαλύψεων, τόσο προχωρά βήμα το βήμα στην ψυχοσύνθεση των χαρακτήρων, αποκαλύπτοντας συναισθήματα, ενδόμυχες σκέψεις, συμπλέγματα και προσωπικά χαρακτηριστικά. Στην πολύ καλή αυτή σκηνοθεσία, μόνη μου ένσταση είναι ότι κάποιες στιγμές, ένιωσα να περιορίζεται η κινησιολογική "ελευθερία" των ηθοποιών στη σκηνή και η ένταση της φωνής τους, ίσως για να αποφευχθούν υπερβολές και στους δύο τομείς.
Ο Τάκης Σπυριδάκης ανέλαβε το Σταύρο τον καντινιέρη, έναν τύπο της άμεσης καλοκαιρινής πραγματικότητάς μας, που τον συναντάμε συνεχώς. Ανοιχτό πουκάμισο, ύφος και έκφραση βαριά και ελαφρώς μυστηριώδη, λίγο μάγκας, λίγο παντογνώστης, λίγο απατεωνάκος. Χαρακτηριστικός τύπος θερινής καρικατούρας, ήταν πειστικός και συνεπής στο ρόλο του. Εκμεταλλευόμενος στο μέγιστο την ιδιαιτερότητα της φωνής του, συνοδεύει το λόγο του με ένα χαρακτηριστικό στήσιμο σώματος, κίνηση βαριά και συμβολική, εκφράσεις και γκριμάτσες, παρουσιάζοντας έτσι έναν "τύπο" για τον οποίο σκιαγραφεί σταδιακά τις λεπτομέρειες και τις προσωπικές του πινελιές. Δείχνει να έχει μπει στο ρόλο του πλήρως και τον ενσαρκώνει με δυναμικό, απόλυτα ρεαλιστικό και ολοκληρωμένο τρόπο. Η Ντάνη Γιαννακοπούλου είναι η κόρη του Σταύρου, η Χαρούλα, μια κοπέλλα που δείχνει να αποτελεί θύμα των συγκυριών και του ίδιου της του εαυτού. Διατηρεί χαμηλούς τόνους και στη σκηνή αποτελεί ένα κράμα παιδικότητας και στωικότητας. Ένα νεαρό αερικό που παλεύει να μείνει στην επιφάνεια και να ισορροπήσει ανάμεσα στη δική της προσωπικότητα και την υποστηρικτική στον πατέρα της πτυχή της. Καταπιέζει τη θηλυκή της φύση και τη φυσική της ομορφιά, εξωτερικεύοντας με ανάγλυφο τρόπο το αντίτιμο πόνου που πληρώνει. Έδεσε απόλυτα με το χαρακτήρα του Σταύρου.
Ο Ηλίας Βαλάσης στο ρόλο του αστυνομικού είναι ένας χαρακτήρας που παλεύει ανάμεσα στο καθήκον και την ανθρωπιά του. Ξεκινάει και αυτός σε χαμηλούς και συχνά υπόκωφους τόνους και όσο αυξάνεται η ένταση και οι αποκαλύψεις βγαίνουν στο φως, μεταλλάσσεται σε ένα ώριμο όργανο εξουσίας, πιστό στο καθήκον και απαλλαγμένο από συναισθηματισμούς και προσωπικές συμπάθειες. Προς το τέλος βγάζει την έντασή του και πολλά απωθημένα στην επιφάνεια, μη διστάζοντας να συγκρουστεί εκεί που νωρίτερα έδειχνε να μην έχει το τσαγανό να το κάνει. Ένα πολύ καλό ερμηνευτικό τρίο που συντονίζεται στη σκηνή και αξιοποιεί το ταλέντο και τη σκηνική του χημεία.
Τα σκηνικό του Γιώργου Χατζηνικολάου, απλό, λειτουργικό και απέριττο και απόλυτα ρεαλιστικό, έχει δημιουργικό ρόλο στην εξέλιξη της παράστασης και αποτελεί εργαλείο της. Τα κοστούμια του ίδιου κινούνται στο ίδιο μήκος κύματος σε απλότητα και λειτουργικότητα.
Οι φωτισμοί του Αντώνη Παναγιωτόπουλου δείχνουν να φωτίζουν εξωτερικά και εσωτερικά τους ηθοποιούς-χαρακτήρες και να δημιουργούν μια αίσθηση "εξωτερικότητας" στο σκηνικό.
Ο Στέλιος Γιαννουλάκης με τη μουσική του, δίνει ένταση και έμφαση στην ατμόσφαιρα του έργου ακολουθώντας τις κλιμακώσεις του.
Συμπερασματικά, στη σκηνή του Επί Κολωνώ είδα ένα σύγχρονο ελληνικό κείμενο, αποτυπωμένο με μία καίρια και εύστοχη σκηνοθεσία που το ανέδειξε και το αξιοποίησε σχεδόν απόλυτα. Χωρίς ερμηνευτικές υπερβολές και ακρότητες από τους ηθοποιούς, οι οποίοι συγκρότησαν μια συμπαγή ομάδα με εξαιρετική χημεία, δημιουργήθηκε μία παράσταση, η οποία εντάσσεται στις πολύ καλές της σαιζόν, από την οποία θα φύγετε με αίσθημα πληρότητας και στην οποία ίσως δυσκολευτείτε να βρείτε θέση.