ΤΕΤ-Α-ΤΕΤ ΜΕ ΤΟΝ ΟΡΦΕΑ ΑΥΓΟΥΣΤΙΔΗ

ΤΕΤ-Α-ΤΕΤ ΜΕ ΤΟΝ ΟΡΦΕΑ ΑΥΓΟΥΣΤΙΔΗ


5.0/5 rating 1 vote

          - Στο έργο δανείζεις το σώμα σου σε μία πραγματικά σπουδαία προσωπικότητα, στο Βρετανό μαθηματικό και πατέρα της επιστήμης των υπολογιστών, Άλαν Τιούρινγκ. Πες μου, πώς αισθάνεσαι για αυτόν τον άνθρωπο;
          Κοίταξε, αυτήν την περίοδο ο Τιούρινγκ είναι, για μένα, ένας φάρος, κατά κάποιον τρόπο, γιατί νιώθω ότι με απασχολεί συνεχώς. Έστω και αυτά τα ελάχιστα στοιχεία, για τον Άλαν, που έχω καταφέρει να συλλέξω και να βάλω μέσα στο συναισθηματικό κομμάτι του εγκεφάλου μου, με βοήθεια φυσικά από τη βιογραφία του, που έχει γράψει ο Andrew Hodges, με κάνουν να νιώθω ότι υπάρχει μια σύνδεση, με αυτό που εγώ βλέπω σε αυτόν και αυτό που με αφορά, σαν Ορφέα. Κάθε μέρα, κάθε ώρα, κάθε παράσταση που περνάει, αυτό αλλάζει γιατί μετατοπίζομαι και εγώ -που σημαίνει πως η σχέση μου, με αυτή την προσωπικότητα και την κληρονομιά που άφησε πίσω του, είναι μεταβαλλόμενη και ζωντανή.

          - Έχεις πει πως κάθε φορά, στην παράσταση, είναι άλλα τα σημεία που σε μαγνητίζουν και πως αν σε ρωτούσε κάποιος την επόμενη μέρα, πιθανώς, θα του απαντούσες κάτι άλλο. Σε ρωτάω λοιπόν σήμερα: ποια είναι τα σημεία που σε μαγνητίζουν πάνω του;
          Θα σου πω με βάση τη χθεσινή μου παράσταση, γιατί οι παραστάσεις έχουν πάντοτε έναν βασικό παράγοντα (ο οποίος είναι και ο πιο σημαντικός): το κοινό. Ο τρόπος που η πλατεία θα απορροφήσει αυτό που εσύ θα στείλεις κάτω, σε επηρεάζει πάρα πολύ, είναι μια ζωντανή σχέση. Αν βρεις αντίσταση, θα βάλεις άλλου είδους ενέργεια. Διαφορετική με το αν νιώσεις πως το κοινό ρουφάει τα πάντα από αυτά που λες και πρέπει να εφευρίσκεις καινούριες στιγμές, προκειμένου να δώσεις κι άλλο περιεχόμενο στους θεατές. Έτσι, λοιπόν, η χθεσινή παράσταση είχε μία παραπάνω τρέλα και μια κούραση. Δηλαδή, η διαδρομή του «Άλαν» ήταν πολύ κοπιαστική.
          Νομίζω πως όσο περνάει ο καιρός αυτό το αίσθημα γίνεται όλο και πιο έντονο, παίρνει χώρο και αυτή η πλευρά του Άλαν Τιούρινγκ, ένα πιο σκοτεινό του κομμάτι. Χθες, ήταν πολύ έντονο αυτό -και ακριβώς για αυτόν τον λόγο, ήταν, εξίσου, πολύ έντονες και οι κωμικές σκηνές. Αυτό το έντονο και βαρύ σκοτάδι ώθησε στην ανάγκη του για ελαφρότητα στις κωμικές στιγμές. Και αυτά, τώρα, στα λέω, ίσως, μόνο εγώ. Μπορεί, εσένα, αν έβλεπες χθες την παράστσαση, να σου φαινόταν η ίδια με τις προηγούμενες φορές. Δεν έχει σημασία αυτό, γιατί συμβαίνει μέσα μου. Δηλαδή, η σπίθα που καίει μέσα μου κάθε φορά πυροδοτείται από άλλες πηγές. Και όλο αυτό γίνεται ερήμην σου, χωρίς να το καταλάβεις.

          - Έχεις πει ακόμη, πως σε συγκινεί η γενναιοδωρία του Τιούρινγκ. Είναι αλήθεια πως η προσφορά του στην ανθρωπότητα είναι πολύπλευρη και τεράστια. Τόσο η επιστημονική, όσο και η ιστορική. Πες μας κάποια από όλα αυτά που τόσο απλόχερα μας χάρισε.
          Το βασικότερο, για εμένα, που μας χάρισε είναι η ανησυχία του. Γιατί αν είσαι σίγουρος για κάτι, δεν ψάχνεις. Αυτό είναι, άλλωστε, που μας σώζει σαν ανθρωπότητα: η περιέργειά μας. Φυσικά, δεν αναφέρομαι στην περιέργεια του τι κάνει ο γείτονας. Αυτό είναι κουτσομπολιό δεν είναι περιέργεια. Υπάρχουν, όμως, άνθρωποι που είναι περίεργοι για το τι βρίσκεται πάνω από το κεφάλι τους, πέρα από τον πλανήτη γη. Αυτή η περιέργεια και η ανησυχία του Τιούρινγκ είναι εκείνη που μας χάρισε τόσα πολλά πράγματα που θεωρούμε δεδομένα σήμερα. Η εμμονή του σε πράγματα πολύ προσωπικά δικά του, που με κάποιο τρόπο κατάφερε να γεφυρώσει το απολύτως προσωπικό με το οικουμενικό.
          Σκέψου ότι από τότε που πέθανε ο παιδικός του φίλος, ο Κρίστοφερ, κάθε τέσσερα χρόνια, ακριβώς στην επέτειο του θανάτου του, ο Άλαν έκανε μια σημαντική επιστημονική ανακάλυψη. Φρόντιζε, συνειδητά και ασυνείδητα, οι ανακοινώσεις -και τα μεγάλα του βήματα προς τα μπρος- να γίνονται τότε. Και ήταν πάντοτε συνεπής σε αυτό. Κάθε τέσσερα χρόνια. Πάντα στην επέτειο θανάτου του Κρίστοφερ. Για όλη του τη ζωή. Εκτός από τη χρονιά που πέθανε ο Άλαν, το 1954, που συνέπιπτε, πάλι, με τετραετή επέτειο από τον θάνατο του Κρίστοφερ. Επειδή, ούτως ή άλλως, το μυαλό και το πνεύμα του είχαν αρχίσει να υποτάσσονται στην επιβαρυντική, για τον ίδιο, ορμονοθεραπεία. Έτσι, εν τέλει, επέλεξε να αυτοκτονήσει, δαγκώνοντας ένα μήλο ποτισμένο με υδροκυάνιο, ξαπλωμένος στο κρεβάτι του με τα χέρια του δεμένα, αναπαριστώντας τη σκηνή από το αγαπημένο του παραμύθι, που πρόλαβε να το δει στον κινηματογράφο και μάλιστα πολλές φορές, τη Χιονάτη.
          Και παρά τη γενναιοδωρία του, καταλήγει να αντιμετωπιστεί, από την πρώτη στιγμή, ως μπελάς, απ' τον οποίο, εν τέλει, απαλλάχτηκαν. Και έτσι έμεινε, επί της ουσίας, μέχρι πριν οκτώ χρόνια -όταν η βρετανική κοινωνία, η βασίλισσα και η κυβέρνηση τον αποκατέστησαν. Αποκατέστησαν έναν «μπελά», που έσωσε την ανθρωπότητα από εκατομμύρια νεκρούς και από μία, ενδεχομένως, Νέα Τάξη Πραγμάτων. Κανείς δε γνωρίζει τι, ακριβώς, θα γινόταν, σήμερα, στην Ευρώπη αν ο πόλεμος δεν τελείωνε, τουλάχιστον, δύο χρόνια νωρίτερα, χάρη στον Τιούρινγκ. Υπάρχουν κάποιες ιστορικές εκδοχές -και μία από αυτές είναι η επικράτηση του Ράιχ. Πιθανώς, σήμερα, να μιλούσαμε Γερμανικά...

          - Θέλω να συζητήσουμε για τη φράση του έργου: «Παραδόθηκα και τώρα είμαι ελεύθερος». Τη λέει ο Άλαν, αναφερόμενος στην αποκάλυψη της σεξουαλικής του προτίμησης -και μάλιστα σε μία πολύ δύσκολη εποχή. Ο Τιούρινγκ διεκδίκησε το δικαίωμά του στη διαφορετικότητα και πλήρωσε γι' αυτό. Τελικά, πόσο διαφορετικά ή πόσο ίδια είναι τα πράγματα, 70 χρόνια μετά;
          Καταρχάς, να πούμε πως την αποκάλυψη επιλέγει να την κάνει σε μια εποχή που η ομοφυλοφιλία διώκεται ποινικά. Και μάλιστα, μέσα στο δικαστήριο που δικάζεται γι' αυτήν. Και ενώ γνώριζε ότι είχε την ευκαιρία να την απαρνηθεί και να γλιτώσει την ποινή,  δεν το έκανε. Η ανάγκη για τη διεκδίκηση της διαφορετικότητας υπάρχει και σήμερα. Συνήθως διεκδικείς κάτι όταν νιώθεις ότι δεν το έχεις, ότι δε σου ανήκει σαν δικαίωμα, ότι κάποιος στο στερεί. Αυτό, σαν γεγονός και μόνο, θα πρέπει να μας μιλήσει από μόνο του. Το πως διεκδικείται, κάθε φορά, το δικαίωμα αυτό, το που βρίσκει εμπόδιο, σε κάθε εποχή και σε κάθε περιοχή, αυτή είναι μια πολύ μεγάλη κουβέντα, που καλό θα ήταν να γίνει. Επειδή, όντως, πιστεύω πολύ στον διάλογο θεωρώ πως θα ήταν πολύ γόνιμος αν συνέβαινε αυτός στην κοινωνία, με πολλά άτομα τοποθετούμενα από διαφορετικές πλευρές. Το γεγονός πως σήμερα, 70 χρόνια μετά, το δικαίωμα στη διαφορετικότητα εξακολουθεί να διεκδικείται από ανθρώπους, θα πρέπει να μας πει πολλά και να μας κινητοποιήσει.

          - Το έργο ανεβαίνει για πρώτη φορά στην Ελλάδα, ως μονόλογος. Εξελίσσεται μέσα στο σπίτι του Άλαν και πρόκειται για μια ιδέα του Οδυσσέα Παπασπηλιόπουλου που σκηνοθετεί την παράσταση -και πραγματικά την απογειώνει. Θα ήθελα να μιλήσεις λίγο για τη διαφορετική αυτή εκδοχή, αλλά και τη συνεργασία σας με τον Οδυσσέα.
          Η ιδέα, επί της ουσίας, είναι ότι τοποθετούμαστε στο σπίτι του λίγο πριν την πράξη της αυτοκτονίας. Τη στιγμή που έχει ανάγκη να βρεθεί αντιμέτωπος με τα γεγονότα και τους ανθρώπους που τον οδήγησαν μέχρι εκείνο το σημείο. Και δεν είναι μόνο τα αρνητικά γεγονότα. Είναι ακόμα και η λαχτάρα του ως παιδί να ασχοληθεί με τη χημεία. Η αγάπη του για την αστρονομία, για το ποδήλατο, για το τρέξιμο -γιατί μην ξεχνάμε πως ήταν και μαραθωνοδρόμος, ο Τιούρινγκ, ανάμεσα σε όλα τα άλλα. Έτσι, λοιπόν, φέρνει στο μυαλό του όλες αυτές τις προσωπικότητες που άφησαν ένα συναισθηματικό και ψυχικό αποτύπωμα στη ζωή του. Μέσα από την ανάγκη του να συναντηθεί και να συμφιλιωθεί με αυτές τις στιγμές και να εκμεταλλευτεί κάποιες άλλες, για να μπορέσει να ανακουφιστεί στιγμιαία, ξεκινάει μία καταγραφή της σκέψης του σε ένα μαγνητόφωνο -που και αυτό δεν υπάρχει στο κείμενο, είναι ένα εύρημα του Οδυσσέα. Σιγά-σιγά αφήνεται σε αυτό το ταξίδι στο παρελθόν, σε αυτό το εμπρός-πίσω παιχνίδι των αναμνήσεων. Αυτή, λοιπόν, η άφεση -ή καλύτερα αυτό το γλίστρημα, νομίζω πως ταιριάζει περισσότερο αυτή η λέξη- του επιτρέπει να ξαναδεί αυτούς τους ανθρώπους, μέσα από τον τρόπο που βίωσε το πέρασμά τους από τη ζωή του.
Και έτσι, ενώ ο ίδιος υπάρχει στην παράσταση σαν ρεαλιστική υπόσταση και ενέργεια, οι χαρακτήρες που θυμάται έχουν κάτι άλλο, κάτι διαφορετικό. Δε θέλω να το αποκαλέσω ούτε υπερβολή, ούτε χαριτωμενιά. Θα έλεγα πως έχουν ένα πιο θεατρικό μέγεθος που μας επιτρέπει να παίξουμε και με το είδος, να εκμεταλλευτούμε το μέσο και εν τέλει να πούμε, πολύ πιο αποτελεσματικά, αυτήν την ιστορία -στηριζόμενοι σε αυτήν την ιδέα του Οδυσσέα. Έχει πολύ μεγαλύτερο ενδιαφέρον, να επιτρέπει στον εαυτό του, ο «Τιούρινγκ», να δει αυτούς τους χαρακτήρες όχι ακριβώς όπως ήταν, αλλά όπως εκείνος τους βίωσε, όπως τους είδε με τα μάτια του. Και γι' αυτό, στην πραγματικότητα, αυτούς τους χαρακτήρες, που συναντάει ο «Τιούρινγκ» μέσα στο μυαλό του, δεν τους παίζω εγώ, ο Ορφέας, τους παίζει ο ίδιος ο «Τιούρινγκ» της παράστασής μας. Αυτός τους φέρνει στη σκηνή. Είναι δικό του κάμωμα, δεν είναι του ηθοποιού. Δεν κάνω εγώ τον αστυνόμο, είναι ο ίδιος ο «Τιούρινγκ» που τον κάνει, όπως θυμάται τον αστυνόμο. Αυτό είναι το ταξίδι μας. Αυτή είναι η εκκίνηση του. Αυτά τα στοιχεία μας έκαναν να εξερευνούμε, να αυτοσχεδιάζουμε, να ψάχνουμε -παρέα με το κείμενο του Soles, παρέα με τη βιογραφία του Hodges.
          Με τον Οδυσσέα δούλεψα ιδανικά. Είναι ένας άνθρωπος τόσο έξυπνος και με τόσο σπουδαία διαδρομή στο θέατρο. Και το καλύτερο απ' όλα: με τέτοια ευαισθησία απέναντι στη διαδικασία του ηθοποιού. Για εμένα, ο Οδυσσέας είναι η απόδειξη πως οι ηθοποιοί μπορούν να σκηνοθετούν οι ίδιοι, αλλά λίγοι καταγράφουν την κάθε στιγμή που έχουν βιώσει πάνω στη σκηνή με τόσο αποτελεσματικό τρόπο, ώστε να μπορούν μετά να τις χρησιμοποιούν και να σκηνοθετούν ένα έργο επί της ουσίας. Ο Οδυσσέας είναι μια τέτοια περίπτωση. Ήταν η δεύτερη φορά που δουλέψαμε μαζί. Χαίρομαι πολύ που τον έχω συναντήσει και πλέον για μένα είναι ένας φίλος!

          - Παράλληλα, πρωταγωνιστείς και στην πολύ επιτυχημένη τηλεοπτική σειρά «Σασμός», του Alpha. Να ρωτήσω κάτι για επόμενα σχέδια ή είναι πολύ νωρίς;
          Είναι, όντως, νωρίς ακόμα. Η παράσταση θα πάει, σίγουρα, μέχρι το τέλος της φετινής σεζόν, στο «Νέο Θέατρο Κατερίνας Βασιλάκου», Τετάρτη με Κυριακή.
          Ο «Σασμός» συνεχίζει. Είμαστε στη μέση της σεζόν. Έχουμε ακόμα πολλά επεισόδια και βλέπουμε.
          Επίσης,  το καράβι Τιούρινγκ θα μπορούσε να ταξιδέψει και σε άλλες πόλεις. Έχει αυτήν τη δυνατότητα. Υπάρχει η κατάλληλη υποδομή: το σκηνικό είναι σχεδιασμένο και κατασκευασμένο έτσι ώστε να μπορεί να μεταφερθεί ακριβώς όπως είναι. Άρα, θα κάνουμε την προσπάθειά μας, να το δείξουμε και σε άλλες πόλεις της Ελλάδας, σε μεγάλες αίθουσες που μπορούν να το φιλοξενήσουν. Σε κλειστές σκηνές πάντα, γιατί είναι πολύ σημαντικό το να μπορείς να κάνεις αυτό το παιχνίδι με το φως. Οι φωτισμοί, του Νίκου Βλασόπουλου, είναι κατά κάποιο τρόπο ένας παρτενέρ. Όπως και το σκηνικό, της Όλγας Μπρούμα, και βέβαια οι μουσικές της Μαρίζας Ρίζου. Είναι τρεις πολύ σημαντικοί παρτενέρ. Συμπαίκτες μου και σύμμαχοι πάνω στη σκηνή -γι' αυτές τις μοναχικές στιγμές- και χαίρομαι πολύ που υπάρχουν στο έργο.

 


Αφήστε σχόλιο

Παρακαλούμε συνδεθείτε για να αφήσετε σχόλιο.