ΣΗΜΑΝΤΙΚΕΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΙΣ ΤΟΥ Δ. ΑΒΔΕΛΙΩΔΗ, ΑΠΟ 14/10, ΣΤΟ ΘΕΑΤΡΟ ΤΗΣ ΑΝΩΤΑΤΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΚΑΛΩΝ ΤΕΧΝΩΝ
- Ημερομηνία: Παρασκευή, 30/09/2016 14:05
Ο Δήμος Αβδελιώδης μιλά για τις μεγάλες του αγάπες: τα σπουδαία κείμενα του ελληνικού πολιτισμού, που σκύβει πάνω τους με σπάνια αφοσίωση.
- Tο «Μυρολόγι της φώκιας» και «το Καμίνι» είναι το δεύτερο μέρος μιας τριλογίας αφιερωμένης στον Παπαδιαμάντη. Έχετε μια μεγάλη αγάπη για τα μεγάλα κείμενα της ελληνικής λογοτεχνίας. Τι σας ελκύει σε αυτά;
Το γεγονός ότι μας είναι αποκλειστικά χρήσιμα. Είναι σχετικά ελάχιστα τα έργα, όχι μόνο στον ελληνικό αλλά και στον παγκόσμιο χάρτη της λογοτεχνίας, που θα μπορούσαν να μας συγκινήσουν τόσο βαθιά. Τη συγκίνηση αυτή δεν την εννοώ ως μια ικανοποίηση του θυμικού ή της περιέργειάς μας, ούτε καν ως το πρόσκαιρο και μάταιο αίσθημα μιας έκπληξης, ή μιας αισθητικής πρωτοτυπίας. Τη νιώθω ως ένα πηγαίο αίσθημα που αναδύεται, δημιουργώντας ρίγος που συν-κινεί την καρδιά και την ψυχή. Μια τέτοια συγκίνηση δεν είναι μία ακόμη ψυχαγωγική εμπειρία. Είναι μια αναγέννηση και επαναφόρτιση της ελεύθερης υπαρξιακής μας ταυτότητας, που βομβαρδίζεται την κάθε στιγμή ανελέητα από άχρηστες, ή φοβικές πληροφορίες και υποδουλώνεται τέλος στη χρονοβόρα και άσκοπη επεξεργασία αυτών των οπτικών και ακουστικών πληροφοριών.
Αν όλοι συμφωνούμε πως το μεγαλύτερό μας όπλο είναι ο πολιτισμός, τότε τι άλλο μπορεί να είναι αυτός ο πολιτισμός, πέρα από τη συστηματική αφομοίωση των πιο σημαντικών έργων της ελληνικής και ξένης Γραμματείας; Αφού μόνο μέσα σε αυτά τα ίδια τα κείμενα διασώζεται ολοζώντανα το ουμανιστικό, πρακτικό και διαχρονικό πνεύμα του ελληνικού πολιτισμού, που παραμένει διαρκώς επίκαιρο σε παγκόσμια κλίμακα, ενώ εμείς το περιγράφουμε μόνο ρητορικά και το θεωρούμε κληρονομιά μας, χωρίς όμως να το έχουμε μελετήσει σοβαρά και χωρίς τελικά να το γνωρίζουμε σε όλες του τις διαστάσεις.
- Ποιος είναι ο συνδετικός κρίκος αυτών των δύο κειμένων; Συνδέονται στην παράσταση ή παρουσιάζονται αυτόνομα;
Είναι μια ενιαία παράσταση 40 λεπτών, όπου εναλλάσσονται δυο αντιστικτικά μοτίβα. Πρώτα η ελεγεία από τον απρόβλεπτο πνιγμό ενός εννιάχρονου κοριτσιού, που παραπατάει ξαφνικά και πέφτει από έναν γκρεμό μέσα στη θάλασσα. Κατόπιν η έξαρση του οίστρου της ζωής και της χαράς μιας δεκαεννιάχρονης κοπέλας, που κατεβαίνει, ίσως τον ίδιο γκρεμό, πιάνοντας ένα σχοινί, γιατί βρίσκει ξαφνικά εκεί κάτω το ταίρι της.
- Πώς συνδέεται ο Παπαδιαμάντης με το διαχρονικό πνεύμα του ελληνικού πολιτισμού και τι θέματα βάζει σε αυτά τα δύο κείμενά του;
Αυτό που συνδέει τον Παπαδιαμάντη με το πνεύμα της δραματουργίας των μεγάλων ποιητών του αρχαίου δράματος, είναι πως το τραγικό, ή ό, τι μας φοβίζει ως γεγονός της πραγματικότητας, μεταπλάθεται σε ένα καλλιτεχνικό έργο, που κάνει ακριβώς το αντίθετο. Μας προκαλεί δηλαδή ευχαρίστηση, όχι βέβαια γιατί είμαστε χαιρέκακοι, αλλά επειδή η λογική διαχείριση του εκάστοτε θέματος ξεκαθαρίζει αδιόρατα τις αιτίες και το πλαίσιο μέσα στο οποίο συμβαίνει το γεγονός αυτό. Έτσι μπορούμε να ξαναδούμε το ίδιο το γεγονός μέσα από την αναπαράστασή του, ήρεμα και με την ασφάλεια που μας δίνει αυτή η αναπαράσταση, διακρίνοντας πλέον ότι τίποτε δεν είναι απρόβλεπτο και απλοϊκά τυχαίο. Με αυτό τον τρόπο, αποκτούμε τη βεβαιότητα -και μάλιστα μέσα από αισθητική απόλαυση- ότι η γνώση των αιτιών, η ανθρώπινη σοφία και η βούληση (αυτό που με μια λέξη λέγεται Λόγος και που μπορεί να τον προσλαμβάνει κάθε ανθρώπινο πλάσμα), αυτή η λογική είναι που μπορεί να προβλέψει και να αναστείλει το τραγικό, χωρίς να είναι ο άνθρωπος ένα απόλυτο έρμαιο της Μοίρας του.
Στο πρώτο διήγημα λοιπόν μας αποκαλύπτει, χωρίς να λέγεται, πως η αιτία του πνιγμού της Ακριβούλας δεν είναι ούτε η Μητέρα της, που διέφυγε της προσοχή της, ούτε η Γιαγιά της που εν αγνοία της την ακολούθησε η μικρή, ούτε ο Βοσκός που εν αγνοία του επίσης απέσπασε την προσοχή της στο άκουσμα του αυλού του, νυχτώνοντας έτσι και χάνοντας το δρόμο, αλλά ο πανικός του κοριτσιού. Όταν εκείνο, απορροφημένο από τη μουσική, χάνει την αίσθηση του τόπου και του χρόνου μέσα στο σκοτάδι και πέφτει, παραπατώντας από τον κρημνό, στη θάλασσα.
Στο Δεύτερο διήγημα, που είναι ενθουσιώδες και συναρπαστικό, η δεκαεννιάχρονη κοπέλα, που θα μπορούσε να είναι η Ακριβούλα -αν είχε διαφύγει τότε το θάνατο-, παρακάμπτει όλη την τύρβη μιας παραδεισένιας Άνοιξης κι όλες τις εκβιαστικές συμβουλές των δικών της. Ακούγοντας μόνο την ψυχή της, πέφτει αποφασιστικά μέσα στο θαλάσσιο καμίνι της χαράς με τον αγαπημένο της.
- Σε αυτά τα δύο έργα του ο Παπαδιαμάντης δίνει μια ποιητική, υπερβατική διάσταση. Σκηνοθετικά πώς την αναδεικνύετε;
Αυτό που φαίνεται εξωτερικά σαν ποίηση, μέσα από τη γλαφυρότητα και την οικονομία της αφήγησης του Παπαδιαμάντη, είναι στην πραγματικότητα μια ακριβής και ρεαλιστική καταγραφή των εικόνων, που συνθέτουν τη δράση μέσα από αντιστίξεις, δίνοντας την αίσθηση ότι είναι σκηνές που εναλλάσσονται με διαφορετική κάθε φορά γωνία και μέγεθος φακού. Όπως όταν βλέπεις τη ροή μιας κινηματογραφικής ταινίας.
Αν σκηνοθετήσει κανείς αυτούς τους πίνακες με τον καθιερωμένο θεατρικό τρόπο, προσπαθώντας δηλαδή να δημιουργήσει σκηνικές εικόνες, είναι εξαιρετικά δύσκολο, έως ακατόρθωτο, να συναγωνιστεί τις κινηματογραφικές εικόνες του ίδιου του Παπαδιαμάντη. Η μόνη επιλογή που είχα για να αναδημιουργηθούν όλες αυτές οι εικόνες και τα αισθήματα ήταν να συμβούν μέσα από τη βιωματική εκφορά του λόγου από την ηθοποιό, την Αλεξία Φωτιάδου, που ενσαρκώνει το πνεύμα του ίδιου του Παπαδιαμάντη. Έτσι αντί να εικονοποιηθεί στην παράσταση ο Λόγος, γίνεται η αιτία να δημιουργούνται αυτές οι εικόνες ζωντανές στο νου των θεατών, που συμμετέχουν έτσι ενεργητικά στην παράσταση.
-Δουλεύετε με ένα πολύ ιδιαίτερο σύστημα με τους ηθοποιούς. Τι ακριβώς τους προτείνετε;
Είναι μια μέθοδος που εφάρμοσα για πρώτη φορά στο θέατρο το 1996, όταν έκανα δύο παραστάσεις με παραμύθια που παρουσίαζε η Αγνή Στρουμπούλη. Το αποτέλεσμα ήταν συναρπαστικό. Στη συνέχεια εξέλιξα αυτή τη μέθοδο και τη βελτίωσα. Έχω σήμερα πλέον όλο το υλικό για να το ταξινομήσω και να το εκδώσω, ελπίζοντας πως θα είναι χρήσιμο όχι μόνο για ηθοποιούς και σκηνοθέτες, αλλά και για τους εκπαιδευτικούς. Είναι μια σχετικά απλή μουσική μέθοδος. Γίνεται χωρίς το ψυχικό άλγος της πρόβας, ή την αγωνία της επιτυχίας από τους ηθοποιούς. Αφού χωρίσω το κείμενο σε φραστικές ενότητες, κατόπιν τις απαγγέλλω «μουσικά», ώστε να εγγράφονται σαν μουσικές παράμετροι από νότες και ρυθμούς, που αποδίδουν με ακρίβεια τις σημασίες και αναδεικνύουν τελικά το νόημα. Αυτό δηλαδή που νιώθουμε όλοι στο τέλος, όχι αυτό που καταλαβαίνουμε μόνοι μας και μόνο αποσπασματικά. Όταν ο ηθοποιός αποστηθίσει αυτό το φωνητικό υλικό της παράστασης, έχει πάρει το δρόμο που τον οδηγεί στην προσωπική του ερμηνεία. Όπως συμβαίνει όταν ακούμε διαφορετικές ερμηνείες τραγουδιών από τραγουδιστές, ενώ έχουν διδαχθεί το τραγούδι αυτό από τον ίδιο συνθέτη.
- Πώς προσλαμβάνει το κοινό τη γλώσσα του Παπαδιαμάντη;
Άμεσα και βιωματικά. Και το λέω αυτό, έχοντας την εμπειρία από τις παραστάσεις μας, που βλέπουν συγκεντρωμένοι ακόμα και οι μαθητές. Παραστάσεις με έργα του Παπαδιαμάντη, του Βιζυηνού, αλλά και του Βυζάντιου, του Χορτάτση και του Σολωμού, έως και της αρχαίας γλώσσας του Πλάτωνα, που φαίνονται από τις πιο δύσκολες μορφές της ελληνικής γλώσσας, ή και απλησίαστες, λόγω της λεκτικής ιδιαιτερότητας και της πυκνότητάς τους. Διαπιστώνουμε πρακτικά πως δεν είναι τελικά η γλωσσική μορφή του κειμένου το εμπόδιο για την κατανόηση της γλώσσας, όσο ο τρόπος που θα ακουστεί αυτή η φωνή του κειμένου.
- Το τρίτο μέρος της τριλογίας στον Παπαδιαμάντη, τι περιλαμβάνει και πότε θα είναι έτοιμο;
Είναι η «Φόνισσα» που θα παρουσιαστεί την επόμενη σεζόν, με ηθοποιό την Αγάπη Μανουρά.
- Έχετε ασχοληθεί με τους Μεγάλους της ελληνικής λογοτεχνίας. Θα σας ενδιέφερε κι ένα σύγχρονο κείμενο;
Με ενδιαφέρει κάθε κείμενο που μπορεί να μας ενθουσιάζει και να μας συγκινεί -είτε είναι σύγχρονο, είτε αρχαίο, ελληνικό ή ξένο- και μας δίνει αυτό που περιμένουμε από την τέχνη: αισιοδοξία, χαρά και δημιουργικότητα.
-Έχετε και κινηματογραφικές καταβολές. Τις χρησιμοποιείτε στις παραστάσεις σας;
Όταν κάνω θέατρο νομίζω ότι κάνω κινηματογράφο μέσα από το Λόγο, δημιουργώντας εικόνες στο νου των θεατών. Όταν πάλι κάνω κινηματογράφο, προσπαθώ να κάνω τις εικόνες να μιλούν στους θεατές.
-Βρήκατε μια μόνιμη θεατρική στέγη στο Θέατρο της Ανωτάτης Σχολής Τεχνών. Τι άλλο θα δούμε εκεί φέτος;
Ναι, μου έγινε η τιμή να έχω για δυο τουλάχιστον χρόνια τον εμβληματικό αυτό χώρο, με την καλή συνεργασία και τη στήριξη του Θεάτρου της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών. Θα ξεκινήσουμε την Παρασκευή 14 Οκτωβρίου έως τις 13 Νοεμβρίου «Το Μυρολόγι της φώκιας – Το Καμίνι» με την Αλεξία Φωτιάδου. Από 18 Νοεμβρίου έως 11 Δεκεμβρίου, συνεχίζουμε με το «Όνειρο στο κύμα – Έρως – Ήρως», με τον Θεμιστοκλή Καρποδίνη. Από 16 Δεκεμβρίου έως 29 Ιανουαρίου 2017 θα παρουσιάσουμε την « Πλάτωνα Απολογία Σωκράτη», με τον Βασίλη Καραμπούλα και τον Γιάννη Κολόι. Το Φεβρουάριο έρχεται η «Ελένη» του Γιάννη Ρίτσου με την Βερονίκη Αργέντζη, ενώ το Μάρτιο «Το μόνον της ζωής μου ταξείδιον», αυτή τη φορά με την Ιωάννα Παππά.
Παράλληλα με αυτό το πρόγραμμα, από τις 30 Οκτωβρίου και κάθε Κυριακή έως τη Κυριακή των Βαΐων, θα παρουσιάζεται η «Ωδή στον Αλέξανδρο Παναγούλη» με την Ελένη Ερήμου και πενταμελή μουσική μπάντα.
Επίσης η μοναδική Αλίκη Καγιαλόγλου, θα παρουσιάζει κάθε δεύτερη Τετάρτη του μήνα, παραστάσεις με διαφορετικό θέμα. Το αναλυτικό πρόγραμμα των παραστάσεων της θα ανακοινωθεί σύντομα.