Ο ΜΙΧ. ΤΡΑΝΟΥΔΑΚΗΣ ΚΑΙ Η ΜΕΛΑΓΧΟΛΙΚΗ ΓΟΗΤΕΙΑ ΤΗΣ 'ΑΣΤΡΟΦΕΓΓΙΑΣ'
- Ημερομηνία: Τρίτη, 10/01/2017 11:11
O συνθέτης Μιχάλης Τρανουδάκης, μας ξεναγεί στο μουσικό σύμπαν της ΑΣΤΡΟΦΕΓΓΙΑΣ.
- Τι σημαίνει «συνθέτω μουσική για μια θεατρική παράσταση»;
Η θεατρική παράσταση είναι ένα σύνθετο καλλιτεχνικό έργο, προϊόν ομαδικής εργασίας, όπου ο καθένας από τους συμμετέχοντες, σαν τους μουσικούς μιας ορχήστρας, πρέπει να «παίξει το μέρος του», με τρόπο απόλυτα εναρμονισμένο με την άποψη του μαέστρου. Και μαέστρος αυτής της ορχήστρας είναι ο σκηνοθέτης, ο οποίος έχει το γενικό πρόσταγμα, δίνει τις κατευθυντήριες γραμμές και παίρνει τις τελικές αποφάσεις, έτσι ώστε το έργο να έχει μορφολογική συγκρότηση και αισθητική ομοιογένεια.
Ο συνθέτης της μουσικής λοιπόν, δεν είναι παρά ένα μέλος αυτής της ορχήστρας και οφείλει να θέσει την τέχνη του στην υπηρεσία της υλοποίησης του οράματος του σκηνοθέτη.
- Ποια είναι η διαφορά από οποιαδήποτε άλλη μορφή σύνθεσης;
Ενώ στις προσωπικές του εργασίες ο συνθέτης ακολουθεί τις δικές του επιλογές αναπτύσσοντας τα ιδιαίτερα εκφραστικά μέσα που τον χαρακτηρίζουν, όταν γράφει μουσική για το θέατρο, είναι, συνήθως, υποχρεωμένος να μεταχειριστεί μουσικά ιδιώματα και τεχνικές, που θα εξυπηρετήσουν τις απαιτήσεις της παράστασης και τις οδηγίες του σκηνοθέτη. Πρέπει να μπορεί να μεταφέρει τον θεατή στο χώρο και το χρόνο, γράφοντας με την ίδια ευκολία και ευρηματικότητα ένα βαλς ή έναν τσάμικο, μια ροκ μπαλάντα, ή ένα αναγεννησιακό μαδριγάλι.
Παράλληλα, καλείται να ερμηνεύσει, να αναδείξει και να τονίσει πλευρές του χαρακτήρα των ρόλων, να σχολιάσει καταστάσεις και γεγονότα, να ενισχύσει την συναισθηματική φόρτιση του θεατή, με τον τρόπο που μόνο η μουσική μπορεί να πετύχει.
Όλα αυτά δε, με πολύ σύντομα κομμάτια, που πολλές φορές δεν ξεπερνούν σε διάρκεια το ένα λεπτό. Αυτή η συντομία, απαιτεί την επινόηση δυνατών μουσικών θεμάτων που δεν θα έχουν ανάγκη -επειδή δεν θα έχουν και τον χρόνο- μεγαλύτερης επεξεργασίας.
Ακόμη και τα τραγούδια μιας παράστασης πρέπει να παίρνουν υπόψη τους το σκηνικό χρόνο και να μην επεκτείνονται με τον τρόπο που θα γινόταν για μια αυτόνομη χρήση τους. Επιπλέον, ο συνθέτης φροντίζει να υπάρχει ενότητα ύφους, όχι μόνο στα μουσικά μέρη μεταξύ τους, αλλά κι ανάμεσα στη μουσική και τα υπόλοιπα στοιχεία της παράστασης, όπως είναι τα εικαστικά.
- Πώς ξεκινάτε να συνθέτετε για μια θεατρική παράσταση;
Εν αρχή ήν ο λόγος. Πριν από οτιδήποτε άλλο διαβάζω το κείμενο, ξεχνώντας ότι πρόκειται να γράψω μουσική γι’ αυτό. Το αφήνω να με πλημμυρίσει, το γεύομαι σαν ένας απλός αναγνώστης, αφήνοντάς το να μου δημιουργήσει εικόνες και συναισθήματα, χωρίς να κάνω τεχνικούς υπολογισμούς, χωρίς πρόγραμμα. Έτσι γεννιούνται ιδέες που τις σημειώνω πρόχειρα, σαν σχόλια στο κείμενο.
Στην πρώτη ανάγνωση από τον θίασο, το κείμενο ζωντανεύει με τις φωνές των ηθοποιών και οι πρώτες μουσικές ιδέες αρχίζουν να δοκιμάζονται στην πράξη. Η τελική τους διαμόρφωση σε ολοκληρωμένα κομμάτια θα γίνει κατά τη διάρκεια των προβών, παρακολουθώντας τον σκηνοθέτη και συζητώντας μαζί του για τις λεπτομέρειες.
Αργότερα, αρχίζω να φέρνω τα ηχογραφημένα κομμάτια που ξαναδοκιμάζονται κατά τη διάρκεια της πρόβας και σιγά σιγά ενσωματώνονται στην παράσταση.
- Για την «Αστροφεγγιά», που σκηνοθετεί ο Πέτρος Ζούλιας στο θέατρο Χώρα συγκεκριμένα, τι σας επηρέασε μουσικά; Η παράσταση, αλλά και το βιβλίο αναφέρονται σε μια συγκεκριμένη εποχή. Υπάρχει αυτό το στοιχείο και στη μουσική σας;
Το μυθιστόρημα του Ι. Μ. Παναγιωτόπουλου είναι ένα συναρπαστικό αφήγημα, γραμμένο με τον τρόπο που μόνο οι μεγάλοι μάστορες της νεοελληνικής γραμματείας ήξεραν να γράφουν. Είναι στην πραγματικότητα ένα αθηναϊκό μυθιστόρημα κι εγώ έχω γεννηθεί κι έχω μεγαλώσει σ’ αυτή την πόλη, έτσι μπορώ να διαβάζω τους κώδικές του, κάθε σελίδα, μου είναι ένα γνώριμο τοπίο, κάθε χαρακτήρας ένα οικείο πρόσωπο. Οι γονείς μου ανήκουν στη γενιά του Παναγιωτόπουλου, αναγνωρίζω τα πρόσωπα και τα γεγονότα, τα ακούω και τα βλέπω από παιδί.. Ξέρω τις μουσικές και τα τραγούδια τους, οι γονείς μου κι οι παρέες τους χόρευαν και τραγουδούσαν, όπως δεν χορεύει και δεν τραγουδάει πια κανείς. Όλα αυτά υπάρχουν μέσα μου και ήρθαν στην επιφάνεια χωρίς προσπάθεια, έφτανε να στρέψω τη ματιά μου στις παιδικές μου μνήμες.
- Τι σας γοητεύει στον κόσμο της «Αστροφεγγιάς»; Βλέπετε ομοιότητες με όσα συμβαίνουν σήμερα;
Η «Αστροφεγγιά» είναι η τοιχογραφία μιας ολόκληρης εποχής, μιας εποχής κρίσιμης, που άλλαξε την ιστορία του νεότερου Ελληνισμού. Οι κοινωνικές και πολιτικές ανατροπές, η κατάρρευση των οραμάτων και των ιδεών, τα αδιέξοδα και οι απογοητεύσεις των νέων, η βαθιά αντίθεση των τάξεων που θα κορυφωθεί αργότερα με τον Β΄ Παγκόσμιο και τον Εμφύλιο, δίνουν στο μυθιστόρημα ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον καθώς οι ομοιότητες με την σημερινή επικαιρότητα είναι, δυστυχώς, προφανείς.
Ο Πέτρος Ζούλιας, με την πρωτότυπη διασκευή αλλά και με την εξαιρετική σκηνοθεσία του, ανέδειξε αυτά τα στοιχεία, με τρόπο που ο Παναγιωτόπουλος αδυνατούσε να κάνει, μια και το βιβλίο δημοσιεύτηκε το 1945 και τα πράγματα τότε δεν μπορούσαν ακόμη να ειπωθούν με τ’ όνομά τους.
Αν προσθέσει κανείς τους καλοζωγραφισμένους χαρακτήρες και τις συγκινητικά ανθρώπινες καταστάσεις που περιγράφονται με τρόπο απλό, αλλά ταυτόχρονα δυνατό και συναισθηματικά φορτισμένο, δεν είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς γιατί η «Αστροφεγγιά» κρύβει μια μελαγχολική γοητεία, που δεν μπορεί ν’ αφήσει κανέναν αδιάφορο.
- Τι άλλο ετοιμάζετε;
Έχω ήδη ολοκληρώσει μια σειρά από 15 νέα τραγούδια πάνω σε ποιήματα του Οδυσσέα Ελύτη -σαν συνέχεια της «Ποδηλάτισσας»- και ετοιμάζω την παρουσίασή τους.
Τώρα, συμπληρώνω τα Κυπριακά Ερωτικά, τραγούδια σε ποίηση αγνώστων Κυπρίων ποιητών του 16ου αιώνα, μέρος των οποίων είχα παρουσιάσει το καλοκαίρι του 2015 σε μια συναυλία στο Αστεροσκοπείο της Αθήνας.
Γίνονται ακόμα κάποιες συζητήσεις για καινούργιες θεατρικές συνεργασίες μέσα στο 2017, που έχουν για μένα μεγάλο ενδιαφέρον και θα κρύβουν εκπλήξεις για το κοινό.
ΜΑΘΕΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ