Ο ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΜΑΥΡΟΣ ΣΤΟ ONLYTHEATER
- Ημερομηνία: Δευτέρα, 21/11/2016 11:59
Ο Δημήτρης Μαύρος ταξιδεύει φέτος, στον μαγικό κόσμο της Άλκης Ζέη.
-Πότε διαβάσατε για πρώτη φορά το «Καπλάνι της Βιτρίνας», που διασκεύασε θεατρικά και σκηνοθετεί η Ανδρομάχη Χρυσομάλη, στο θέατρο ΑΒΑΚΙΟ;
Διάβασα το μυθιστόρημα όταν πήγαινα στην Ε΄ Δημοτικού. Το είχαν κάνει δώρο στην κατά δύο χρόνια μεγαλύτερη αδερφή μου. Πάντα τα αναγνώσματα τα δικά της πέρναγαν από έναν κρυφό έλεγχο εκ μέρους μου. Θες η βιασύνη μου για να μεγαλώσω, θες η περιέργειά μου…. Ήταν συνηθισμένο γεγονός αυτό.
Άφηνα στην άκρη την «Πολυάννα» και έψαχνα τα υπόλοιπα. «Το Καπλάνι της Βιτρίνας» είχε ελκυστικό εξώφυλλο. Άρχισα λοιπόν να το διαβάζω και δεν μπορούσα να το αφήσω από τα χέρια μου. Παρόλο που οι κεντρικές ηρωίδες ήταν θηλυκά πρόσωπα –συνθήκη που πολλές φορές σε εκείνη την ηλικία ήταν αποτρεπτική για να συνεχίσεις την ανάγνωση- οι περιγραφές με τράβηξαν αμέσως. Όταν στην ιστορία μπήκε κι ξάδερφος των κοριτσιών, ο Νίκος, όλα είχαν πάρει τον δρόμο τους. Η ταύτιση μαζί του ήταν αναπόφευκτη. Θα γινόμουν κι εγώ επαναστάτης σαν τον Νίκο.
-Αυτή η μνήμη σας επηρεάζει στη προσέγγιση του ρόλου σας;
Όλα αυτά έρχονται γλυκά στη σκέψη μου. Τα ανασύρω, μαζί με άλλα γεγονότα, όταν παρουσιάζεται λόγος. Στο θέατρο άλλοτε ερμηνεύοντας έναν ρόλο κι άλλοτε σκηνοθετώντας , προκύπτει συχνά αυτή η ανάγκη επιστροφής…. Οι μνήμες της παιδικής μου ηλικίας είναι το χωράφι που οργώνω ως ενήλικας για να κατευθυνθώ προς το μέλλον. Είναι το καταφύγιο μου… Και δεν διαλέγω μόνο τα ευχάριστα, μα και τα δυσάρεστα. Δεν αποφεύγω τίποτα. Θα έκανα υπερήφανο τον Φρόυντ που δήλωνε: «Ο άνθρωπος είναι το προϊόν των τραυμάτων της παιδικής του ηλικίας». Απλώς θα τον προέτρεπα να συμπεριλάβει και τις ευχάριστες στιγμές στο «όλον» του προϊόντος.
-Τι σας συγκινεί σε αυτή την ιστορία;
Η αλήθεια που φέρουν όλοι οι χαρακτήρες. Με συγκινεί η ελπίδα που ξεπηδά και χαρίζει φως απεριόριστο σε έναν ουρανό χωρίς όρια… Στοιχεία που απουσιάζουν στην καθημερινότητα των Ελλήνων, που προσπαθούν να επιβιώσουν μέσα στις συνθήκες και στα όρια που επιβάλλουν «οι αγορές». Το «Καπλάνι της Βιτρίνας» υπενθυμίζει αυτό: να κοιτάξουμε τον ήλιο ξανά.
-Γιατί πιστεύετε ότι ακόμα και σήμερα, παρόλο που αναφέρεται σε μια παλιά εποχή που τα σημερινά παιδιά ίσως δεν γνωρίζουν, κατορθώνει και τα αγγίζει;
Τα παιδιά δεν έχουν χάσει την αθωότητά τους και βλέπουν το φως του ήλιου. Ακόμη και όταν οι ενήλικες αναλαμβάνουν να μαυρίσουν την καρδιά τους.
Τα σημερινά παιδιά τα αγγίζει η αλήθεια των πράξεων και των σχέσεων που αναπτύσσονται μέσα στην ιστορία. Το σημερινό ιστορικο-κοινωνικό πλαίσιο είναι φαινομενικά διαφορετικό από εκείνο του μυθιστορήματος. Στην πραγματικότητα όμως οι ομοιότητες είναι πάρα πολλές. Απ΄ την άλλη η ανάγκη των παιδιών για παιχνίδι, για δημιουργία μέσα από φανταστικές ιστορίες, ακόμη και για σκανταλιές, δεν έχει αλλάξει. Επίσης, οι σχέσεις με τους μεγαλύτερους δεν έχουν αλλάξει. Ο μπαμπάς, η μαμά, ο παππούς, η θεία, ο μεγαλύτερος ξάδερφος… οι ίδιες σχέσεις,ο ι ίδιες ανησυχίες … Τότε και πάντα…. Τα παιδιά καθρεφτίζονται μέσα στην ιστορία και τα αγγίζει η εικόνα που μοιάζει τόσο πολύ με αυτά. Θα αδικήσουμε τα παιδιά αν πιστέψουμε ότι τα tablet, τα ηλεκτρονικά παιχνίδια, οι υπολογιστές κ.λ.π. έχουν ρουφήξει όλες τις αισθήσεις τους. Αφορμές ζητάνε για να μας αποδείξουν την υγεία τους. Κι εμείς, οι ενήλικες, οφείλουμε να είμαστε εκεί για να τους τις προσφέρουμε.
-«Το Καπλάνι» μιλάει για τον κόσμο των παιδιών. Σε τι διαφέρει η δική τους οπτική;
Τα παιδιά έχουν καθαρή ματιά και φαντασία απεριόριστη, που δεν την λογοκρίνουν. Διψάνε για να μάθουν, ώστε να κατανοήσουν το θαύμα της ζωής. Αφήνονται σε κόσμους που ξεπερνάνε την πραγματικότητα και αντιλαμβάνονται αυτό που η ενηλικίωση μας στερεί: Η ίδια η ζωή είναι ένα παιχνίδι. Όταν ήμουν μικρός έφτιαχνα κι εγώ μέσα από την φαντασία μου την προέκταση της πραγματικότητας. Σαν να έμπαινα σε ένα καράβι που ταξίδευε στη θάλασσα, άλλοτε με μπουνάτσα κι άλλοτε με τρικυμία. Μα δεν με ένοιαζε, γιατί το παιχνίδι συνεχιζόταν όταν έφτανα στο λιμάνι.
-Μιλήστε μας για το δικό σας ρόλο.
Εγώ είμαι ο μπαμπάς των δύο κοριτσιών. Είμαι ένας άνθρωπος που ενδιαφέρεται πολύ για το πώς θα μεγαλώσει τα παιδιά του. Ενδιαφέρομαι να τους προσφέρω την καλύτερη εκπαίδευση και να τα προστατεύσω από τους κινδύνους. Είμαι αυστηρός, αλλά πάντα στο τέλος, με τη βοήθεια της μαμάς, καταφέρνουν να πάρουν αυτό που επιθυμούν. Εργάζομαι ως υπάλληλος στην τράπεζα, έχοντας μεγάλη αγωνία για να μην χάσω την δουλειά μου που μας εξασφαλίζει «τα προς το ζην».
-Τι θέλετε να πάρουν τα παιδιά φεύγοντας από την παράσταση;
Να γεννηθούν μέσα τους όμορφα συναισθήματα. Να φύγουν με τη γλύκα της ελπίδας για τον δρόμο που ανοίγεται μπροστά τους, έχοντας ταξιδέψει μέσα από την παράσταση σε μια άλλη εποχή. Πιστεύω όμως ότι η παράστασή μας απευθύνεται και σε ενήλικες.
-Ποιες είναι οι διαφορές μια παιδικής παράστασης από μίας που απευθύνεται σε ενήλικες;
Δεν θα έλεγα ότι υπάρχουν διαφορές στον τρόπο που δημιουργείς και συνθέτεις την παράσταση. Εξάλλου στην δική μας περίπτωση, η σκηνοθέτης μας δεν αντιμετώπισε ποτέ το ανέβασμα του μυθιστορήματος ως κάτι διαφορετικό, επειδή απευθύνεται σε παιδιά. Τα παιδιά είναι αμείλικτοι θεατές. Δεν χαρίζονται σε κανέναν και πρέπει να έχεις στη σκηνή τη μέγιστη ενέργεια για να κρατάς το ενδιαφέρον τους. Απαιτείται μεγάλη συγκέντρωση από τους ηθοποιούς και καθαρότητα στους χαρακτήρες. Στο θέατρο για ενήλικες θα έλεγα ότι οι θεατές είναι πιο επιεικείς.