ΚΙΡΚΗ ΚΑΡΑΛΗ: 'ΜΕ ΤΗ ΡΟΥΤΙΝΑ, Η ΖΩΗ ΜΟΙΑΖΕΙ ΝΑ ΠΕΡΝΑΕΙ ΣΕ ΜΙΑ ΜΕΡΑ'
- Ημερομηνία: Δευτέρα, 01/04/2019 14:40
Η νέα σκηνοθέτιδα, που κατάφερε να ξεχωρίσει με τη ματιά της, σε μία χαλαρή και ειλικρινή συνέντευξη στον Αντώνη Μποσκοΐτη και στο koutipandoras.gr
Η Κίρκη Καραλή αγαπάει τον κόσμο του περιθωρίου και της νύχτας. Μας το απέδειξε με τη «Γκάμπι» και το «Αυτή η νύχτα μένει», παραστάσεις που άφησαν το δικό τους στίγμα. Την ελκύει ακόμη η κλασική λογοτεχνία και δραματουργία, πάντα όμως με έναν τρόπο που να τη συνδέει με τη σημερινή εποχή. Η προσωπική της σκηνοθετική οπτική έχει ένα χιούμορ σπάνιο, σαν η ίδια να αποτάσσεται κάθε σοβαροφάνεια, ακόμη κι όταν ανεβάζει Τζον Όσμπορν, Μάνο Ελευθερίου και Στέφαν Τσβάιχ. Ίσως διότι - σύμφωνα με την ίδια - το θέατρο πρέπει να αντιμετωπίζεται σαν ένα δημιουργικό ευφάνταστο παιχνίδι. Στην ακόλουθη δημόσια συζήτηση μας είχαμε την ευκαιρία να αναφερθούμε με χαλαρότητα στη μέχρι τώρα πορεία της, στην απώλεια του πατέρα της, στη διάσημη μητέρα της, αλλά και στο πως αντιλαμβάνεται τον εαυτό της ως leader, ουσιαστικά, του εκάστοτε θεατρικού θιάσου.
Αν υποθέσουμε ότι πλέον μέσα από τα social media ενημερώνεται η πλειοψηφία του κόσμου, θα ισχυριζόταν κάποιος για σένα ότι έχεις τον...ακάθιστο, το ένα project αφήνεις και τ' άλλο πιάνεις!
Σκεφτόμουν αυτές τις μέρες γιατί τό'χω πάθει αυτό το πράγμα, εφόσον και σ' άλλους θά'χουν προταθεί πράγματα, απλά μπορεί να μην έχουν το χρόνο. Κατέληξα, χωρίς νά'μαι σίγουρη, στο θάνατο του πατέρα μου πριν από τρία χρόνια και μάλιστα από αρρώστια που ήρθε πάρα πολύ αιφνίδια. Τέσσερις μήνες κράτησε...Μία που μπήκε στο νοσοκομείο και μία που «έφυγε». Επρόκειτο για μία ανεξερεύνητη μορφή καρκίνου, που τον χάναμε και τον ξαναβρίσκαμε. Οι γιατροί τον χαρακτήρισαν ένα νέο τύπου καρκίνου που κατέστρεφε τον ασθενή με τα ίδια του τα υγρά. Εκείνο το διάστημα, λοιπόν, αναγκαστικά έκανα μία παύση, ούσα διαρκώς στο νοσοκομείο δίπλα του. Είχα τη δυνατότητα να κάνω μόνο ένα πραγματάκι μεσ' στη μέρα, εκεί που πριν δεν ήμουν έτσι και δούλευα συνέχεια. Ξαφνικά έπρεπε να δουλεύω όσο το δυνατόν λιγότερο για νά'μαι παρούσα εκεί. Τώρα καταλαβαίνω ότι τρέχω, όχι για να ξεχαστώ, αλλά για να αναπληρώσω τέσσερις μήνες!
Προέρχεσαι από δημοσιογραφική οικογένεια. Ο πατέρας σου, ο Γιώργος Καραλής, κατά ένα τρόπο έμεινε στη σκιά της μητέρας σου, της Σεμίνας Διγενή, κυρίως λόγω τηλεοράσεως.
Έμεινε, ναι, και μάλιστα στη αρχή της τηλεοπτικής καριέρας της Σεμίνας ήταν ο ίδιος πίσω απ' τις κάμερες. Δεν είχαν ανταγωνισμούς, ίσα - ίσα χαιρόταν με την άνοδο της συντρόφου του, μια και ο ίδιος δεν είχε καμία φιλοδοξία για να έβγαινε μπροστά. Βέβαια, ήταν μπροστά, είχε υπάρξει ρεπόρτερ πολλών τηλεοπτικών σταθμών στις αρχές τους. Απ' ότι ξέρω πρωτοστάτησε στα δικαιώματα των εργαζομένων όταν ο Παπανδρέου, στα τέλη των 80s, έδιωχνε κόσμο από την ΕΡΤ.
Σου έλειπε η παρουσία του πατέρα ή ήσασταν κοντά;
Είχαμε κάποιο κενό. Μία περίοδο που είχε τεράστια πίεση απ' τη δουλειά του, έβγαζε έναν εκνευρισμό πρωτόγνωρο κι έτσι απομακρυνθήκαμε. Τα ξαναβρήκαμε, όμως! Το τελευταίο πράγμα που είδε από μένα, από δουλειά μου εννοώ, ήταν η «Γκάμπι» που τό'δε πάρα πολλές φορές. Στο φινάλε, έκλαιγε...Υπήρχε η σκηνή που η Γκάμπι στο τέλος, πότε με παρτενέρ τον Άγγελο Παπαδημητρίου και πότε με τον Σιμαρδάνη, γέμιζε με λουλούδια και έφευγε προς το φως. Αυτός ήταν ο θάνατος της Γκάμπι. Την τελευταία φορά που ο πατέρας μου ήρθε στη «Γκάμπι», καθόταν ακριβώς μπροστά μου - εγώ καθόμουν στην τελευταία σειρά - και γυρίζει και με κοιτάει με τα δάκρυα του φουλ. Δεν έκλαιγε γενικά, δεν τον είχα δει να κλαίει ούτε σε κηδείες...Οι τρεις φορές που τον είδα να κλαίει ήταν στις παραστάσεις της «Γκάμπι». Θα μπορούσε να μη γυρίσει να με κοιτάξει, αλλά εκεί ουσιαστικά μου «πούλησε», μου χάρισε το συναίσθημα του.
Απ' την άλλη, είσαι και κόρη της Σεμίνας, μιας άλλης καταξιωμένης, δραστήριας δημοσιογράφου.
Και ακάθιστης, όπως είπες για μένα πριν!
Πάντα το ρωτάω αυτό στα παιδιά των διάσημων γονιών: Είχες κατά νου, μπαίνοντας επαγγελματικά στο χώρο και όχι χομπίστικα, πως το όνομα της μητέρας σου θα σου άνοιγε πόρτες ή και το αντίστροφο;
Δεν είμαι, βέβαια, στο ίδιο πεδίο, αν και μπορώ να φανταστώ τι θα συνέβαινε αν ήμουν δημοσιογράφος. Φαντάζομαι ότι, ναι, θ' άνοιγαν όλες οι πόρτες. Τώρα, όμως, μου φαίνεται ότι εγώ με κάποιο τρόπο έφερα τη Σεμίνα πιο κοντά στο θέατρο. Πάντα το αγαπούσε και γνώριζε πολύ κόσμο, λόγω της δουλειάς της, αλλά εξ αιτίας μου ήρθε σε πιο στενή επαφή με κάποιους ανθρώπους του θεάτρου. Έμαθε πολλά από τα σάπια πράγματα του χώρου, που δεν τα υποψιαζόταν, εξ ου και είχε αγνή αγάπη για το θέατρο χωρίς ποτέ νά'χει δει τη μαύρη πλευρά του. Μπορεί, ας πούμε, να θέλω να συνεργαστώ με κάποιον και να ζητήσω τη γνώμη της. «Αυτός ερχόταν στις εκπομπές και ήταν σούπερ, πολύ γλυκός, πολύ ομιλητικός» μου λέει...Κάτι συμβαίνει και εγώ μπορεί να βρεθώ μ' αυτόν τον ηθοποιό και να σχηματίσω τη χειρότερη εικόνα - είναι κάτι που έχει συμβεί κατ' επανάληψη. Πέφτει απ' τα σύννεφα και της εξηγώ πως οι ηθοποιοί, άλλη εικόνα έχουν στις εκπομπές και άλλη μέσα στην πρόβα! Ακόμη δυσκολεύεται να το πιστέψει η Σεμίνα, διότι ο κόσμος του θεάτρου είναι ένα ακραίο φαινόμενο!
Το πιστεύεις;
Δεν το πιστεύω, το ζω! Κι απ' την άλλη, συμβαίνει να λένε κάποιον εγωπαθή ή ψηλομύτη κι αυτός στην πρόβα νά'ναι γλυκύτατος και απολύτως συνεργάσιμος με τους συναδέλφους του. Είναι περίεργα όντα οι ηθοποιοί και δεν ξέρεις πόσες πλευρές έχουν και που θα βγάλουν την κάθε μία!
Είχες την τύχη να μεγαλώσεις ανάμεσα σε ξεχωριστές προσωπικότητες μέσω πάλι των γονιών σου.
Όταν ήμουν μικρή, δεν καταλάβαινα ποιος ήταν ποιος, ήταν για μένα «ο μεγάλος κύριος» και «η μεγάλη κυρία». Θυμάμαι αχνά μια αποστολή της μάνας μου στα Γιάννενα, όπου εγώ ίσα που περπατούσα και με έπαιζε στα χέρια του ο Κάρολος Παπούλιας. Μου φαινόταν ένας πολύ γλυκός παππούλης. Με θυμάμαι ακόμη μικρή, τρελή φαν του Αλκίνοου Ιωαννίδη και του Φοίβου Δεληβοριά, να την παρακαλάω να με πάρει μαζί της στις εκπομπές που θα τους έκανε. Το ίδιο και σε μια εκπομπή της για τους «Δύο ξένους», επειδή ήθελα να γνωρίσω τον Σεργιανόπουλο.
Τον γνώρισες τελικά;
Ναι. Έχω μνήμες από εκείνη την εκπομπή. Μου είχε φανεί πολύ «dark» φυσιογνωμία και δεν το λέω καθόλου αρνητικά. Είχε μάτια μικρού παιδιού με μια έμφυτη μελαγχολία. Δεν περίμενα ότι ο άνθρωπος αυτός θα είχε τόση μελαγχολία μέσα του...
Ενδέχεται να αντιμετώπισες φοβίες κατά την είσοδο σου στο θεατρικό χώρο, έναν χώρο ίσως πιο ανταγωνιστικό απ' αυτόν της δημοσιογραφίας, που τον ζούσες;
Ακριβώς όπως το λες! Μπαίνοντας, όμως, δεν είχα ιδέα. Τώρα το πιστεύω αυτό που λες. Τότε σκεφτόμουν ότι εισέρχομαι σε έναν αγγελικό κόσμο όλο αγγελικές μορφές. Πλέον ξέρω ότι περνάω πιο δύσκολα απ' ότι πέρασαν οι γονείς μου στις δικές τους δουλειές.
Με την κρίση έχει να κάνει αυτό.
Με όλα, γι' αυτό και κανείς δεν κάθεται! Δεν κάνεις μία παράσταση και λες ότι όλα είναι τέλεια. Πρέπει να κάνεις πέντε - έξι πράγματα, να «πιάσουν» τα δύο και κάτι να βγει.
Τι σημαίνει «να πιάσουν»; Να κοπούν εισιτήρια, ας πούμε;
Βέβαια, ελεύθερο θέατρο κάνουμε, περιμένεις ν' ανοίξει η πόρτα να μπει ο άλλος και να πληρώσει. Μέχρι στιγμής τουλάχιστον εγώ δεν έχω εργαστεί σε κάποιο εθνικό φορέα. Εργάστηκα ως βοηθός στο Κρατικό, δουλεύω τώρα σε κάποιο θεατροπαιδαγωγικό πρόγραμμα στον Πειραιά, αλλά δεν έχω κάνει ποτέ δική μου παράσταση με καλυμμένο τον ποπό.
Εντούτοις, έκανες τις προσπάθειες σου, χτύπησες πόρτες που λένε;
Έχω μέσα μου μια περίεργη αντίδραση. Κάνω προτάσεις, για τις οποίες ξέρω εκ των προτέρων ότι δεν θα περάσουν.
Είσαι τόσο απαισιόδοξη;
Δεν είμαι απαισιόδοξη, αφού υπάρχουν καμιά δεκαριά έργα που ξέρω ότι μπορώ να τα κάνω εκτός οργανισμών και χορηγιών και να πάνε και καλά. Ξέρω επίσης ότι υπάρχουν άλλα δυο - τρία, που έχουν πολλές απαιτήσεις παραγωγής, άρα πρέπει να γίνουν από μεγάλη σκηνή. Και μεγάλη σκηνή χρηματοδοτούμενη είναι μόνο μια κρατική σκηνή. Δύσκολα ένας παραγωγός θα ποντάρει σε μένα...Προτείνω επομένως έργα, που σαν να ξέρω ότι είναι λάθος οι προτάσεις μου (γέλια). Στο παρελθόν κατέθεσα προτάσεις που «κόπηκαν» και το θεώρησα λογικό. Ήταν σαν να τό'κανα για την πλάκα μου, να το βάλω σε χαρτί επίσημα να τό'χω, κάπως έτσι. Όταν θα μου πέσει το λαχείο, ας πούμε, να το κάνω μόνη μου με δικό μου μπάτζετ. Είναι λογικό να μην περνάει ένα θεότρελο project! Κι εγώ δηλαδή απ' την απέναντι πλευρά, θα τό'κοβα, το ίδιο θά'κανα!
Γιατί όχι ηθοποιός; Σε ποια ηλικία κατάλαβες τον προορισμό σου στη σκηνοθεσία;
Τον κατάλαβα τον προορισμό μου από μωρό μέχρι που τον απέρριψα γύρω στα 10 ως τα 17 μου. Όχι ως κάτι που δεν μ' αρέσει, αλλά ως κάτι που δεν ταιριάζει σε μένα, που το φοβάμαι και που παραείναι εξωστρεφές για τα μέτρα μου. Ξέρεις, αυτό το πως ανεβαίνεις στη σκηνή, πως μιλάς στον κόσμο απ' την πλευρά του σκηνοθέτη; Φοβόμουν αυτή την προσωπική γλώσσα, ήμουν κλειστή. Έλεγα στην εφηβεία ότι θέλω να γίνω αστροναύτης, βιολόγος, γενετίστρια και εγκληματολόγος, μ' αυτή τη σειρά! Στην Γ' Λυκείου έδωσα για εγκληματολόγος, ευτυχώς δεν πέρασα και ξαναέδωσα εξετάσεις. Την επόμενη χρονιά, ούσα καλή, δεν αφιέρωσα χρόνο στο διάβασμα. Έβλεπα συνέχεια θέατρο. Τελικά αντί για εγκληματολόγος, έδωσα για θεατρολόγος στη Θεσσαλονίκη και πέρασα.
Πως ήταν τα χρόνια;
Τα καλύτερα! Και πως να μην είναι πέντε χρόνια φοιτητική ζωή στη Θεσσαλονίκη; Είχα πολλούς και καλούς καθηγητές και στη δική μας σχολή υπήρχε κατεύθυνση. Αν ήθελες, έδινες εξετάσεις και έμπαινες σε μικρότερα υποτμήματα, υποκριτικής, σκηνοθεσίας, ενδυματολογίας, σκηνογραφίας κλπ. Εγώ μπήκα υποκριτική και σκηνοθεσία. Αναγκαστικά έκανα και ηθοποιός, αλλά ήταν κάτι που δεν ήθελα ποτέ. Όταν το έκανα στο πλαίσιο της σχολής, μου φαινόταν εύκολο, αργότερα όμως που δούλεψα βοηθός σκηνοθέτη σε τηλεοπτική σειρά, είδα καλούς πρωτόβγαλτους ηθοποιούς να πρέπει να κάνουν τρομερά πράγματα...Να υποδύεται ο άλλος, λόγου χάριν, ότι έχασε την αδερφή του και να κλαίει και να οδύρεται μπροστά σε μια κάμερα. Είπα «OK, δεν μ' ενδιαφέρει αυτό το πράγμα, γιατί δεν θα τα βγάλω πέρα. Θα προτιμήσω το θέατρο με τις πρόβες μου και την ηρεμία μου. Δεν θα με ζήσει που δεν θα με ζήσει το θέατρο, ούτως ή άλλως, ας το ακολουθήσω κι ας με πονέσει»...
Και έτσι στράφηκες στη σκηνοθεσία.
Εκεί απλά κατάλαβα ότι δεν επρόκειτο να κάνω τίποτα άλλο. Κανονική πρώτη μου παράσταση ήταν στη σχολή, το «Κουαρτέτο» του Χάινριχ Μίλερ. Κάτι που δεν θα άγγιζα τώρα, να πω την αλήθεια, αλλά τότε ήταν το προαπαιτούμενο της κατεύθυνσης. Ο κάθε σπουδαστής έκανε ότι ήθελε με ένα ποίημα ή με ένα ολόκληρο θεατρικό κείμενο. Εγώ είχα κάνει μια σύνθεση του «Κουαρτέτου», σκέτη παράνοια (γέλια).
Θέλω να πάμε όταν βγήκες από τη σχολή, τότε που θα σε ενδιέφερε - υποθέτω - η ένταξη στην παραγωγή.
Προσπαθούσα να δουλέψω ως βοηθός. Το έκανα κοντά στον Ανέστη Αζά, στο Κρατικό, για πρώτη φορά. Όντας νέος τότε σκηνοθέτης ο Ανέστης, έβλεπα κι εγώ τις δυσκολίες που μπορεί να αντιμετώπιζε κάθε καλλιτέχνης στη θέση του. Μου έκανε καλό αυτό. Κατάλαβα ότι υπάρχει ένα χάος μεταξύ των ελεύθερων θεάτρων και των κρατικών. Εκεί οι ηθοποιοί ήταν με συγκεκριμένο ωράριο.
Όπως το λες, εννοείς με μία δημοσιοϋπαλληλική λογική;
Απ' τη μία σέβομαι το δικαίωμα του καθενός για κάτι, είτε είναι ένας συγκεκριμένος μισθός, είτε ένα συγκεκριμένο ωράριο. Με τους ανθρώπους έχουν να κάνουν όλα αυτά. Ένα σκηνοθέτη, που βλέπουν ότι κοπιάζει και προσπαθεί να βγάλει το δυνατόν καλύτερο αποτέλεσμα, θεωρώ ότι μία παράταση του ωραρίου μπορεί να γίνει. Εγώ και δεκαπέντε ώρες θά'κανα, αν ήμουν ηθοποιός.
Με τόσες δουλειές, έχεις κατακτήσει το προνόμιο να τηλεφωνείς σε ηθοποιούς, όποιοι και νά'ναι αυτοί, και να είναι θετική σε μια συνεργασία σας;
Πάλι έχει να κάνει με την ποιότητα των ανθρώπων, με την ευγένεια και το ήθος τους. Μπορεί, ξέρεις, να μ' αντιμετωπίσει με ύφος ένας πρωτόβγαλτος ηθοποιός. Μου έχει τύχει! Επίσης, μου έχει τύχει να πάρω την τεράστια πρωταγωνίστρια και να μου ζητάει συγγνώμη που δεν προλαβαίνει αφού έχει κλείσει για τρία χρόνια μετά! Δεν έχει δηλαδή να κάνει αυτό με το ποια είμαι ή δεν είμαι, ούτε με το τι έχει ακούσει κάποιος για μένα.
Πόσο ψυχολογικά λειτουργείς εντός του θεάτρου, πόσο μελετάς τις ανθρώπινες συμπεριφορές;
Φουλ! Πως αλλιώς; Και στη δουλειά, και στη ζωή! Εννοείται! Μόνο μ' αυτό ασχολούμαστε τελικά.
Είχες την τύχη να σκηνοθετήσεις στο άνοιγμα του θεάτρου Κατερίνα Βασιλάκου.
Ναι, υπό τη διεύθυνση της Μαριάννας Τόλη, με τη «Γκάμπι», την πρώτη δική μου παράσταση. Δεν το πίστευα ότι θα πήγαινε αυτή η παράσταση! Ήταν απίστευτο το πως γέμιζε και με θυμάμαι να λέω πως όλοι αυτοί που έρχονται πρέπει να είναι συγγενείς της Γκάμπι, δεν εξηγείται αλλιώς.
Υπήρχε κάποιο τρακ - να το πω έτσι - που εσύ, ένα νέο κορίτσι, θα σκηνοθετούσες τον Παπαδημητρίου και τον Σιμαρδάνη;
Δεν είχα! Σεβασμό είχα και έχω πάντα, σε οποιονδήποτε, αλλά μην ξεχνάς πως είχα σ' αυτή την παράσταση και παιδάκια που μόλις είχαν βγει απ' τη σχολή. Το ίδιο φερόμουν σε όλους. Σίγουρα με εντυπωσίαζε σε μεγαλύτερο βαθμό η έμπνευση του Άγγελου με το ρόλο, που κάθε μέρα έδινε τροφή για σκέψη. Έβλεπα μια υπέροχη τρέλα...
Λες τρέλα τώρα και δεν μπορώ να μη σχολιάσω πως η σκηνοθεσία σου έχει μια φρέσκια ματιά. Παίζεις πολύ με τις κινήσεις και το σωματότυπο των ηθοποιών σου πέραν του λόγου. Θα σου πήγαινε πάρα πολύ να σκηνοθετήσεις μια κωμωδία με ευρηματικό τρόπο.
Δεν κάνω τίποτα μελετημένα. Ξέρεις τι πιστεύω ότι είναι; Μιμούμαι τις κινήσεις των παιδιών. Νιώθω ότι έχω μέσα μου αυτό το μικρό πεντάχρονο που έκανε χαζομάρες με τις φίλες μου. Ασυνείδητα σκέφτομαι σαχλαμάρες...
Που λειτουργούν, όμως!
Μάλλον γιατί κατά βάθος όλοι παίζαμε έτσι, όταν ήμασταν πέντε χρονών.
Μ' αρέσει που απομυθοποιείς τα σκηνοθετικά σου ευρήματα.
Μα δεν είναι ευρήματα, δεν κάθισα να μελετήσω ή να σκεφτώ κάτι. Όλα προκύπτουν από λίγη σαχλαμάρα και λίγο αυτοσχεδιασμό κι εγώ θεωρώ ότι το θέατρο, στην πρόβα τουλάχιστον, πρέπει νά'ναι ένα παιχνίδι. Παιχνίδι, ελευθερία και αυθορμητισμός. Συνήθως έτσι οι ηθοποιοί αποδίδουν τα μέγιστα κι αν πας εσύ και τους καλουπώσεις με χίλια θεωρητικά, μη και πρέπει, θα τους κουμπώσεις και μετά θα πρέπει να ξαναδουλέψεις απ' το μηδέν μαζί τους.
Κρατάς μία ερμηνεία που θα κρίνεις σωστή, ωραία, απ' την πρώτη στιγμή;
Φυσικά! Μου έτυχε μάλιστα να δω μια ερμηνεία τέτοια από ηθοποιό στην πρώτη πρόβα κιόλας.
Για τα «Οργισμένα νιάτα» λες;
(γέλια) Ναι! Για τον Σήφη Πολυζωΐδη! Απ' την πρώτη ανάγνωση, όμως, έτσι; Φοβερός! Ο Σήφης ξεκίνησε απ' το «Εμπρός» και σ' ένα μεσοδιάστημα έκανε πολλή τηλεόραση για βιοπορισμό. Δεν είναι κάνας τυχαίος ηθοποιός! Τα «Οργισμένα νιάτα» ήταν η τρίτη μου μεγάλη παράσταση μετά απ' το «Αυτή η νύχτα μένει».
Είχε βοηθήσει ο Αλεξανδρής στη θεατροποίηση του ομότιτλου βιβλίου του;
Βοήθησε με τις ιδέες του, αλλά μαζί με την Αναστασία Τζέλλου κάναμε τη θεατρική μεταφορά σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα. Σκεφτόμασταν πράγματα για κάνα δίμηνο, τα οποία όμως μπήκαν στο χαρτί μέσα σ' ένα τριήμερο. Εννοείται πως δεν είχα κοιμηθεί καθόλου, ήμασταν σε μία βεράντα και γράφαμε και πέρναγε ο κόσμος από κάτω. Σαν να γράφαμε σενάριο για τηλεοπτική σειρά.
Ποια ήταν η σχέση σου με το λαϊκό τραγούδι;
Είχα σχέση, από μικρή πάλι. Απ' τα πρώτα δώρα που είχα ζητήσει, ήταν ένα γουόκμαν και μην έχοντας συλλογή από κασέτες, έβαζα κι άκουγα ότι κασέτα έβρισκα. Τα μισά ήταν Βιτάλη, Αλεξίου, Χριστοδουλόπουλος, Σακελλαρίου, Διονυσίου. Ακόμα μου αρέσουν αυτά τα λαϊκά τραγούδια.
Παρατηρώ στα έργα σου ότι σ' ενδιαφέρει η καταγραφή του παρόντος μέσα όμως από το παρελθόν. Υπάρχει μια ιστορικότητα που διέπει τις σκηνοθεσίες σου.
Μ' ενδιαφέρει όταν υπάρχει μια συγκεκριμένη εποχή σ' ένα έργο να την κάνω φανερή και μέσω αυτής να καταλαβαίνεις ότι αυτό που συνέβαινε τότε, συμβαίνει και σήμερα. Το λέω αυτό με αφορμή περισσότερο τον «Καιρό των Χρυσανθέμων» του Μάνου Ελευθερίου. Μιλούσε ο Ελευθερίου για τα θεατρικά παρασκήνια του 1896, που είναι ολόιδια με τα σημερινά. Μόνο αν φωτίσεις ξεκάθαρα την εποχή, θα δεις πόσο διαχρονικό αναδεικνύεται το εκάστοτε ζήτημα.
Μίλησε μου λίγο για τη σχέση σου με τον Μάνο Ελευθερίου.
Ο Ελευθερίου είχε έρθει σε διάφορες παραστάσεις μου και ήταν πολύ υποστηρικτικός. Όταν η Αλίνα Κοτσοβούλου μού είπε ότι έχει κόλλημα με τον «Καιρό των Χρυσανθέμων», Συριανή κι η ίδια, μου πρότεινε το βιβλίο και είπα «ok, πάμε να το κάνουμε, να δούμε τι θα προκύψει». Την πρώτη φορά θυμάμαι που ο Ελευθερίου με πήρε από σταθερό στο κινητό μου πρωί - πρωί: «Ναι, Μάνος Ελευθερίου στο τηλέφωνο»! Μου κόπηκε η ανάσα, ακόμα δεν είχα ανοίξει τα μάτια μου. Μου πρότεινε να δω πράγματα στο YouTube για να εμπνευστώ, τη Σάρα Μπερνάρ π.χ. Ήταν πολύ συμβουλευτικός...Δυστυχώς δεν πρόλαβε να τη δει την παράσταση. Η πρεμιέρα έγινε σαράντα μέρες περίπου μετά το θάνατο του.
Και φτάνουμε στο σήμερα που σκηνοθετείς Στέφαν Τσβάιχ.
Είναι μια νουβέλα που ο Τσβάιχ έγραψε το 1927 και λέγεται «24 ώρες απ' τη ζωή μιας γυναίκας».
Πάλι, λοιπόν, έχουμε μια θεατροποιημένη νουβέλα και όχι θεατρικό έργο.
Ακριβώς, αν και έχει ξαναϋπάρξει στη θεατρική σκηνή. Τώρα γίνεται σε μια δική μου επεξεργασία του κειμένου.
Τι σε ώθησε να ανεβάσεις Τσβάιχ;
Εδώ δεν υπάρχει κάτι το κοινωνικό ή πολιτικό. Υπάρχει ο έρωτας, η απελπισία, η ματαιότητα, το πως η ζωή σου μπορεί ν' αλλάξει, αν θες, μέσα σε ελάχιστο χρόνο.
Πιο φιλοσοφικά ζητήματα δηλαδή.
Πιο υπαρξιακά, θα έλεγα. Το έργο το είχα διαβάσει πριν δυο - τρία χρόνια, αλλά τότε δεν προλάβαινα να το κάνω. Κατέθεσα τώρα μια αίτηση επιχορήγησης, επιχορηγήθηκε από το ΥΠΠΟ η παράσταση σε συμπαραγωγή με το ΔΗΠΕΘΕ Σερρών κι έτσι καταφέραμε να την κάνουμε!
Τι προσφέρει μια επιχορήγηση σε μια παράσταση, πραγματικά όμως;
Να μπορέσει να στηθεί! Λες «Τουλάχιστον έχω τα κοστούμια μου, τους φωτισμούς μου, τον ήχο μου», ακόμα και το «Έκανα κάτι και δεν ''μπήκα'' μέσα»...
Σε ικανοποιεί η φάση να περιμένεις απ' τα εισιτήρια για να ζήσεις είτε ως ηθοποιός, είτε ως σκηνοθέτης;
Κατά βάθος μ' αρέσει. Με ενεργοποιεί, με βάζει να κάνω στοιχήματα με τον εαυτό μου. Δεν ξέρω αν θα ήμουν καλή ή, πιο σωστά, μπορεί να ήμουν χειρότερη, αν είχα την ασφάλεια. Τώρα ξέρω ότι κάθε φορά πρέπει να προσπαθώ πολύ. Μιλάω για μένα, αλλά στο οτιδήποτε, ακόμα και στις προσωπικές σχέσεις.
Δεν είσαι του «αράγματος».
Δεν μπορώ τη σιγουριά και την ησυχία, με στενοχωρούν και με μιζεριάζουν. Δε μπορώ τη ρουτίνα, αλλιώς η ζωή θα μοιάζει ότι πέρασε σε μια μέρα. Εγώ θέλω στο τέλος να πω ότι έζησα χίλιες ζωές, όχι μία!
Μα ζεις τη στιγμή. Δεν είναι οξύμωρο να σκέφτεσαι από τώρα χίλιες ζωές;
Έχω την αίσθηση πως αν κατακτήσω κάτι, μετά θα θέλω να κατακτήσω το ακόμα πιο δύσκολο...
Και, φαντάζομαι, θα λες «So what?» αμέσως μόλις τελειώνεις κάτι.
Προσπαθώ να το διαχειριστώ. Να μη μηδενίζω πράγματα που έχω κάνει στο παρελθόν.
Τι μπορεί να σε πληγώσει;
Χιλιάδες πράγματα. Η προδοσία...Εκτιμώ την ευθύτητα, δεν μ' αρέσει να μιλάνε πίσω απ' την πλάτη μου. Κι εγώ μετά αντιστοίχως γίνομαι κλειστή. Όταν το μάθω, μπορεί να μην εκραγώ, αλλά ο άλλος θ' αντιμετωπίσει την κλειστή εκδοχή μου. Με πληγώνουν το ψέμα και η υποκρισία...
Θέλει γερό στομάχι, έτσι;
Αυτό που έχει αλλάξει με τον καιρό είναι να πληγώνομαι τώρα και σε μια - δυο ώρες να τό'χω ξεπεράσει. Παλιά δε συνέβαινε, μπορεί να τό'χω φάει με το κουτάλι αυτό, ξέρεις, και να έχω σκληραγωγηθεί.
Φροντίζεις εσύ να είσαι σωστή απέναντι στους άλλους;
Δεν το προσπαθώ, απλά κάθε φορά κάνω αυτό που εγώ νομίζω σωστό. Δεν απαιτείται φροντίδα ή προσπάθεια γι' αυτό, αλλά εύκολα δημιουργείται ασυννενοησία και ο άλλος μπορεί να βγάλει ένα κακό συμπέρασμα για σένα. Σέβομαι, όμως, πάντα τη θέση του άλλου και δεν απαιτώ.
Ποια έργα θα ήθελες να ανεβάσεις;
Αυτά που τα καταθέτω με αιτήσεις και κόβονται (γέλια). Υπάρχουν πολλά, μα δεν μπορώ να τα πω τώρα. Φοβάμαι ότι θα μου το κλέψουν το project, άμα το πω!
Μάλιστα. Υπάρχει ασυδοσία;
Βέβαια υπάρχει. Τώρα να πω εγώ ένα λογοτεχνικό έργο, που δεν είναι και θεατρικό, να πας εσύ να το διαβάσεις και να σκεφτείς να το θεατροποιήσεις με χαμηλό μπάτζετ, μπορείς. Επειδή, όμως, εγώ το έχω ονειρευτεί κάπως συγκεκριμένα και δε χρειάζεται μπάτζετ, δεν θα το πω!
Όμορφα. Πες μου τότε τι προτίθεσαι να κάνεις άμεσα.
Ετοιμάζουμε τον «Φονιά» του Μήτσου Ευθυμιάδη στο Δημοτικό Θέατρο του Πειραιά.
Εξαίρετος άνθρωπος ήταν ο Ευθυμιάδης. Τον είχα καθηγητή στην κινηματογραφική σχολή.
Αλήθεια; Δεν τον γνώρισα ποτέ!
Τον θυμάμαι να μιλάμε για το Woodstock. Μας δίδασκε, ακόμη, το δημοτικό τραγούδι.
Τρομερά ενδιαφέρον! Και στον «Φονιά» έχει μια απίστευτη γλώσσα! Η παράσταση είναι ανάθεση στο πλαίσιο ενός φεστιβάλ Λόγου από τον Νίκο Διαμαντή. Είναι ένα πάρα πολύ «ανδρικό» έργο σε σχέση με όσα έχω κάνει. Το είχα διαβάσει σε μια ηλικία που μάλλον δεν καταλάβαινα και πολλά, αλλά επανήλθα και «κόλλησα».
Όπως ένας κινηματογραφιστής βλέπει συνεχώς καινούργιες ταινίες, εσύ πόσο ενημερώνεσαι για τη σύγχρονη δραματουργία;
Δύο απ' τις αγαπημένες μου παραστάσεις των τελευταίων χρόνων, λατρεμένες όμως, είναι το «Στέλλα κοιμήσου» του Γιάννη Οικονομίδη και ο «Εθνικός Ελληνορώσων» σε σκηνοθεσία Παλούμπη. Πάλι δύο εντελώς «αρσενικά» έργα.
Τι έχουν για σένα τα «αρσενικά» έργα;
Είναι πολύ direct. Τα λένε ευθέως.
Διαφωνείς κατά καιρούς με τους ηθοποιούς σου;
Γίνεται να μη διαφωνείς;
Επιβάλλεσαι;
Δεν ξέρω...
Σε ικανοποιεί το αποτέλεσμα.
Όχι πάντα...
Τι μου λες;
Σε ένα βαθμό έχει συμβεί, ναι.
Θαυμάζω την ειλικρίνεια σου.
Δεν μου είναι εύκολο να λέω ψέματα εν είδει μίας συνέντευξης.
Το ζεις με στενοχώρια αυτό που είπες;
Ναι, με μεγάλη στενοχώρια το ζω, απλά μετά προσπαθώ να κάνω focus στα καλά.
Και σε ρωτάω τώρα, ένας ηθοποιός θα έκανε το ίδιο αν είχε τη Ρούλα Πατεράκη απέναντι του;
Μπορεί...Μπορεί και νά'χε φύγει απ' την Πατεράκη. Να της έλεγε: «Συγγνώμη, αγαπημένη μου, δεν θα συνεχίσω στην παράσταση». Αν η Πατεράκη, βέβαια, χειριζόταν τον ηθοποιό αυτό βίαια. Πολλές φορές θες τους ηθοποιούς να μην αποχωρούν από μία παράσταση.
Πως κυλάει η ζωή, Κίρκη Καραλή;
Ευτυχώς χωρίς ησυχία. Είπαμε...
Με τι χαίρεσαι την καθημερινότητα;
Με το σκύλο και τη γάτα μου που συμβιώνουν αρμονικά. Μου αρέσει η μοναχική ζωή όσο και το να πάω ταξίδι με κάποιους φίλους μου.
Σε καμαρώνει η Σεμίνα Διγενή;
Μερικές φορές παραπάνω απ' όσο πρέπει. Σκέφτομαι ότι μπορεί να χάνει λίγο την αντικειμενικότητα της, αλλά σκέφτομαι επίσης πως είναι μαμά, οπότε ας την αφήσουμε να χαρεί...
Πιστεύεις ότι το θέατρο είναι γυναικοκρατούμενο σήμερα στην Ελλάδα;
Όχι, δεν το πιστεύω. Ποτέ δεν έχω εισπράξει ρατσισμό κλπ. Γυναικοκρατούμενο είναι το κοινό σίγουρα.
Σ' ευχαριστώ γι' αυτή τη χαλαρή κουβέντα.
Εγώ σ' ευχαριστώ γιατί ένιωσα όμορφα και αφέθηκα.
* Το έργο του Στέφαν Τσβάιχ «Εικοσιτέσσερις ώρες από τη ζωή μιας γυναίκας» σε σκηνοθεσία Κίρκης Καραλή παίζεται κάθε Τετάρτη & Κυριακή (17.00) και κάθε Πέμπτη & Παρασκευή (18.45). Μέχρι και την Κυριακή 21/4/2019 στο «Θησείον - Ένα θέατρο για τις Τέχνες» (Τουρναβίτου 7, Θησείο). Πρωταγωνιστεί η Ιωάννα Μαυρέα. Μαζί της ο Σήφης Πολυζωίδης, ο Γιώργης Βασιλόπουλος, η Ολυμπία Σκορδίλη κι ο Άρης Νινίκας.