Η ΕΛΕΝΑ ΚΑΡΑΚΟΥΛΗ ΕΤΟΙΜΑΖΕΙ ΕΝΑ ΕΡΩΤΙΚΟ ΘΡΙΛΕΡ, ΜΕ ΧΙΟΥΜΟΡ ΚΑΙ ΑΝΑΤΡΟΠΕΣ
- Ημερομηνία: Δευτέρα, 03/10/2016 12:32
Η Έλενα Καρακούλη σκηνοθετεί, σε πανευρωπαϊκή πρώτη, το «Φοβάσαι;» του Άνταμ Σάιντελ στο "Ιλίσια- Βολανάκης". Ένα ερωτικό θρίλερ για τους φόβους μας.
- Τι είναι το «Φοβάσαι;» Τι δηλώνει το ερωτηματικό στον τίτλο;
Το «Φοβάσαι;» είναι ένα ερωτικό θρίλερ με έντονο χιούμορ και δυνατές ανατροπές. Ένα παιχνίδι λεπτών ισορροπιών και αποχρώσεων. Η συνάντηση του Μπιλ- ενός κατά συρροήν δολοφόνου- με το δωδέκατο υποψήφιο θύμα του, την Νάνσυ, είναι απρόβλεπτη και αλλάζει τη ζωή και των δύο. Ο τίτλος του έργου προέρχεται από το ερώτημα που απευθύνει στο τέλος ο Μπιλ (Νίκος Ψαρράς) στην Νάνσυ (Αλεξία Καλτσίκη). Το ερωτηματικό εμπεριέχει μια πρόκληση. Είναι απεύθυνση, όχι μόνο προς τους ήρωες του έργου, αλλά και προς το θεατή.
- Τι σας κέντρισε στο έργο;
Το ίδιο το έργο με κέντρισε ήδη από την πρώτη ανάγνωση. Η γραφή του, η λεπτή ειρωνεία του, καθώς και το γεγονός ότι ενώ χρησιμοποιεί διάφορα στερεότυπα, σχεδόν κλισέ, δεν γίνεται ποτέ κλισέ. Επίσης έχει μια κινηματογραφική δομή, που μου αρέσει πολύ, έναν ρυθμό ονείρου που προσπαθώ να εντάξω και στην παράσταση.
Προσωπικά αυτό που με ιντριγκάρει είναι το πώς αυτοί οι δύο ακραίοι- ο καθένας με τον τρόπο του- χαρακτήρες προσπαθούν να συνυπάρξουν. Βλέπουμε πως υποκύπτουν σε όλα τα κλισέ της «κανονικότητας», μιμούμενοι τη ζωή των κανονικών ανθρώπων, πράγμα που ξεκινά από μια βαθιά μοναξιά και μια ανάγκη να μοιραστούν. Όμως δεν ξέρουν πώς. Κάτω από οποιεσδήποτε προθέσεις κι αν ξεκινά μια ερωτική ιστορία, κινδυνεύει να υπηρετήσει το συμβατικό. Όταν ο έρωτας παύει να είναι επινοητικός και ετοιμοπόλεμος, τότε κινδυνεύει να αφανιστεί. Το έργο κάνει, μεταξύ άλλων, ένα σχόλιο για τις ερωτικές σχέσεις που ξεκινούν με θερμές συζητήσεις για ιδέες και όνειρα και καταλήγουν γύρω από ένα τραπέζι να διαπραγματεύονται διλήμματα τύπου «Θα φάμε χοιρινό ή κοτόπουλο;»
- Οι ήρωες είναι θύτες ή θύματα;
Οι ρόλοι αντιστρέφονται και είναι διαρκώς υπό διαπραγμάτευση. Ο Μπιλ είναι ο κατά συρροήν δολοφόνος και η Νάνσυ είναι το υποψήφιο θύμα, αυτή είναι η συνθήκη από γραφής. Όμως όταν αυτοί οι δύο συνυπάρχουν κοινή συναινέσει κάτω από την ίδια στέγη, τότε οι όροι του παιχνιδιού αναπροσαρμόζονται. Η αθωότητα και η ενοχή δεν είναι δεδομένες. Ο καθένας έχει τις προσδοκίες του και έτσι συντελούνται διάφορες μικρές και μεγάλες προδοσίες. Κάποια στιγμή, εμφανίζεται κι ένα τρίτο πρόσωπο, το οποίο ερμηνεύεται από τη Βαγγελιώ Ανδρεαδάκη.
- Τι φοβόμαστε στις σχέσεις;
Η σχέση μας «αναγκάζει» να λειτουργούμε όχι πια ως μονάδες, αλλά ως «μαζί». Φοβόμαστε και την ίδια στιγμή ευχόμαστε την αυτοέκθεση, το απόλυτο δόσιμο, την ουσιαστική επικοινωνία, την υπέρβαση των προσωπικών ορίων. Η σχέση σε προκαλεί να διευρύνεις την αντίληψη που έχεις για τον κόσμο, αφού καλείσαι να ξεπεράσεις τις ανάγκες που έχεις ως μονάδα και να σκέφτεσαι για δύο. Να ξεπερνάς τον εγωκεντρισμό σου. Είναι μια δοκιμασία. Αυτό δεν είναι ούτε εύκολο ούτε αυτονόητο, γι’ αυτό και είναι σπάνιο. Όταν όμως συμβαίνει, είναι υπέροχο, είναι μια ευκαιρία εξέλιξης.
- Πώς αξιοποιείτε την κινηματογραφική δομή του έργου;
Πράγματι το έργο διαθέτει μια κινηματογραφική δομή, ξεκινά με την απαγωγή της Νάνσυ σε ένα πάρκο, όπου η προσέγγιση του θύματος γίνεται μέσα από τρεις βουβές συναντήσεις των δύο πρωταγωνιστών. Η επόμενη σκηνή τους βρίσκει στο υπόγειο, όπου ο Μπιλ κρατά φυλακισμένο το θύμα του. Με το εξαιρετικό αφαιρετικό σκηνικό της Εύας Γουλάτου, βλέπουμε το πάρκο, το υπόγειο και έπειτα το εσωτερικό του σπιτιού του Μπιλ. Οι αλλαγές είναι ανεπαίσθητες, αλλά πολύ ισχυρές, και υπηρετούν τον ρυθμό του έργου.
- Είναι οι ερωτικές σχέσεις θρίλερ;
Στο θρίλερ συναντάμε θύτες και θύματα, επικινδυνότητα και διαρκείς ανατροπές, με την έννοια αυτή, ναι, σαφώς και υπάρχουν όλα αυτά και στον έρωτα. Το θρίλερ είναι όμως ένα είδος, ενώ ο έρωτας δεν κατηγοριοποιείται εύκολα. Είναι όλα αυτά κι άλλα τόσα. Είναι αταξινόμητος.
- Πώς βλέπετε τα πράγματα στο χώρο του πολιτισμού σήμερα;
Παρά την κρίση, ή και εξαιτίας της, οι καλλιτέχνες εμπνέονται και δημιουργούν. Το κοινό- σαφώς πιο επιλεκτικό πλέον- γεμίζει τα θέατρα. Αυτό από μόνο του κάτι δηλώνει. Επειδή όμως ο πολιτισμός είναι και θέμα πολιτικής, πάσχει, όχι τώρα αλλά πάντα, γιατί ποτέ δεν υπήρξε προτεραιότητα, τουλάχιστον όσο θυμάμαι εγώ τον εαυτό μου σε αυτή τη χώρα.