Η ΜΠΕΤΤΥ ΑΡΒΑΝΙΤΗ ΣΤΟ ONLYTHEATER
- Ημερομηνία: Τετάρτη, 28/12/2016 18:27
Με αφορμή την παράσταση ΤΡΩΑΔΕΣ ΣΗΜΕΡΑ, η μεγάλη κυρία του θεάτρου μάς ξεναγεί σε μια ιστορία τριάντα χρόνων.
- Το Θέατρο της Οδού Κεφαλληνίας κλείνει φέτος τα τριάντα του χρόνια. Πώς πήρατε τότε την απόφαση να δημιουργήσετε αυτό το χώρο;
Εγώ δεν είχα στο μυαλό μου να μπω σε αυτήν την περιπέτεια, με βοήθησε πολύ ο άντρας μου- μόλις είχαμε γνωριστεί τότε- γιατί μπορούσε να χειριστεί καλύτερα όλη αυτή την ιστορία. Εγώ δεν είμαι καλή στα οργανωτικά. Η ιδέα ξεκίνησε από ένα έργο, που μου πρότεινε ο Νίκος Μαστοράκης, ο οποίος τότε ήταν στην Γερμανία. Με πήρε τηλέφωνο λοιπόν και μου είπε ότι πρέπει να κάνω τα «Πικρά δάκρυα της Πέτρα Φον Καντ» του Φασμπίντερ. Ο άντρας μου, που ξέρει γερμανικά, το διάβασε κι ενθουσιάστηκε. Έτσι αρχίσαμε να ψάχνουμε έναν χώρο για να το ανεβάσουμε. Κάπως έτσι βρήκαμε το θέατρο της οδού Κεφαλληνίας. Βέβαια ήταν μεγάλο ρίσκο, γιατί ο Φασμπίντερ παιζόταν πρώτη φορά στην Ελλάδα, το έργο ήταν αρκετά προκλητικό, συν η επιλογή της Ρούλας Πατεράκη που έκανε πρώτη φορά σκηνοθεσία στην Αθήνα. Ήταν μια κίνηση ή του ύψους ή του βάθους. Ευτυχώς πήγαμε καλά κι αυτό μας άνοιξε τα φτερά να συνεχίσουμε, κι όχι συντηρητικά, αλλά υπηρετώντας αυτό που εμείς θεωρούσαμε καλό θέατρο. Φέραμε νέους συγγραφείς, βγήκαν από το δικό μας θέατρο σκηνοθέτες και ηθοποιοί, στη Β’ σκηνή δίναμε την ευκαιρία σε νέους ανθρώπους να δουλέψουν με επαγγελματικό τρόπο και να δείξουν τις δυνατότητές τους. Είμαστε ευτυχείς για αυτό το ταξίδι.
- Πόσο έχουν αλλάξει τα πράγματα στο θέατρο σήμερα;
Εκείνη την εποχή υπήρχαν επιχορηγήσεις, οπότε υπήρχαν θέατρα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα. Εκεί γινόταν η σοβαρή δουλειά του θεάτρου, μπορεί να πει κανείς. Ανήκαμε σε αυτή την κατηγορία, λειτουργούσαμε χωρίς να μας καθορίζει το ταμείο κι έτσι μπορέσαμε να κάνουμε το όνειρό μας.
- Τώρα που δεν υπάρχουν οι επιχορηγήσεις;
Είναι πολύ δύσκολα, δεν μπορείς να κάνεις ό,τι θέλεις, αναγκάζεσαι, χωρίς να κάνεις εκπτώσεις, να είσαι πιο μαζεμένος. Εμείς, ας πούμε, δεν μπορούμε να έχουμε τη δεύτερη σκηνή και να δίνουμε ευκαιρίες σε νέους, όπως παλιά. Παρ’ όλα αυτά είμαστε τυχεροί, γιατί δεν ζούμε από το θέατρο, ό,τι βγάζουμε από τις παραστάσεις, πάλι στο θέατρο πάει.
- Ποιους θεωρείτε τους πιο σημαντικούς σταθμούς σε αυτή την διαδρομή;
Δουλέψαμε όλα αυτά τα χρόνια με σημαντικούς ανθρώπους, είχαμε πολύ ενδιαφέρουσες συναντήσεις. Ξεχωρίζω την περίοδο με τον Μίνω Βολανάκη κι όλα τα έργα που κάναμε μαζί, τον Νίκο Μαστοράκη και τον «Γλάρο» που είχε μεγάλη επιτυχία, αλλά ήταν και μια θεατρική πρόταση πολύ ενδιαφέρουσα. Τελευταία επίσης με τον Στάθη Λιβαθινό κάναμε παραστάσεις που αγαπώ πολύ, όπως τη «Φόνισσα», ή την «Επίσκεψη της γηραιάς κυρίας». Και φυσικά δεν μπορώ να ξεχάσω τον Λευτέρη Βογιατζή- μαζί κάναμε τις «Δούλες», ένα έργο που θεωρούμε σταθμό για το θέατρό μας. Υπήρχαν περίοδοι, εποχές ολόκληρες πολύ δημιουργικές κι έτσι πέρασαν τα τριάντα χρόνια. Καταφέραμε μάλιστα να εκδώσουμε και έναν επετειακό τόμο, ένα λεύκωμα, όπου όλα όσα κάναμε είναι συγκεντρωμένα εκεί.
- Δυσκολίες υπήρξαν;
Όλα έχουν μια δυσκολία. Για μένα όμως το πιο σημαντικό είναι οι συναντήσεις με ανθρώπους, γιατί το θέατρο είναι πληθυντικού αριθμού, είναι ομαδικό σπορ. Δεν με ενδιέφερε απλώς να κάνω έναν ρόλο, αλλά να συνεργαστώ με ανθρώπους που έχουμε κοινή γλώσσα. Δύσκολες στιγμές υπήρξαν, αλλά νομίζω ότι κι από αυτές προχωράει κανείς, όχι μόνο με τις μεγάλες επιτυχίες. Μαθαίνεις και πας παραπέρα. Υπήρχαν επιλογές που δεν ευοδώθηκαν, αλλά αυτό δεν είναι απαραίτητα κάτι κακό. Θεωρώ ότι είναι ύποπτο να κυνηγάς μόνο την επιτυχία, εκ του ασφαλούς δεν γίνεται η τέχνη. Μέσα από μια άτυχη στιγμή βγαίνουν συμπεράσματα, σκέφτεσαι αλλιώς.
- Φέτος λοιπόν καλείτε και πάλι την Ρούλα Πατεράκη να σας σκηνοθετήσει σε ένα έργο που έγραψε η ίδια, τις «Τρωάδες σήμερα».
Μετά την «Πέτρα», ξαναδουλέψαμε με την Ρούλα στην «Ευριάννα» του Λαρς Νόρεν, ένας συγγραφέας που παιζόταν τότε για πρώτη φορά στην Ελλάδα. Συναντιόμαστε πάλι φέτος επετειακά, με τις «Τρωάδες σήμερα», που θα παιχτούν ως 15 Ιανουαρίου. Είναι μια δύσκολη παράσταση κι ενδιαφέρουσα, κατά τη γνώμη μου. Η κυρία Πατεράκη έχει κρατήσει τους χαρακτήρες από τις Τρωάδες του Ευριπίδη, αλλά έχει προσθέσει και πρόσωπα από την Ιλιάδα, μεταφερμένα στο σήμερα.
- Ποιος είναι ο βασικός άξονας της παράστασης;
Οι ολέθριες συνέπειες του πολέμου. Είναι ανατριχιαστικά σύγχρονο κι επίκαιρο νομίζω το έργο. Όλα αυτά τα ζούμε τόσο άμεσα, είναι δίπλα μας. Είναι τρομερό πώς η Ιστορία επαναλαμβάνεται και πώς οι άνθρωποι δεν διδάσκονται από αυτή. Σ' έναν πόλεμο κανείς δεν είναι κερδισμένος, οπότε θα έπρεπε να είχαμε μάθει κάτι από αυτό το αδιαμφισβήτητο γεγονός, να όμως που κλείνουμε τα μάτια και κάνουμε τα ίδια.
- Υπάρχουν αναφορές και σε σύγχρονος πολέμους που γίνονται αυτή τη στιγμή, στη Συρία για παράδειγμα;
Στεκόμαστε στην ουσία κι όχι σε γεγονότα, οπότε δεν αναφέρουμε συγκεκριμένα παραδείγματα, όμως η παράσταση είναι ανοιχτή σε συσχετισμούς.
- Γιατί επιλέξατε να δημιουργήσετε ένα καινούργιο κείμενο;
Σήμερα έχουν στεγνώσει τα δάκρυα, δεν θρηνούμε με τον τρόπο που θρηνούν σε μια τραγωδία. Τα πράγματα είναι σκληρά, κι αυτή η σκληρότητα υπάρχει και στο έργο. Η παράσταση είναι ένας καθρέφτης, που όταν τον βλέπει κανείς αποκλείεται να μην σκεφτεί. Η ιδέα ήταν δική μου και την επεξεργάστηκε η Ρούλα Πατεράκη, γιατί μέσα σε έναν κλειστό χώρο θα έπρεπε να βρεθεί ένας τρόπος για να γίνει μια τραγωδία. Δεν θα μπορούσε να υπάρχει Χορός, για παράδειγμα, θα έπρεπε να βρεθεί μια άλλη συνθήκη. Τα σκηνικό μας επίσης είναι εντυπωσιακό και ιδιαίτερο, είναι μια μη συνηθισμένη παράσταση.
- Πώς είναι η συνεργασία σας με την Ρούλα Πατεράκη;
Η κυρία Πατεράκη δεν είναι ο ευκολότερος άνθρωπος του κόσμου, αλλά την ξέρω καλά και πολλά χρόνια. Έχεις πολλά πράγματα να πάρεις από αυτήν, έχει ενδιαφέρον να δουλεύεις μαζί της. Κινείται μέσα από δύσκολους δρόμους, αλλά πάντα καλλιτεχνικούς, όποτε αυτό τουλάχιστον για εμένα έχει σημασία. Άλλωστε μπορεί ποτέ τα σημαντικά πράγματα να γίνουν με εύκολους τρόπους;
- Τι είναι για εσάς το πιο σημαντικό στο θέατρο;
Οι συναντήσεις: με τους συγγραφείς, τους σκηνοθέτες και τους ηθοποιούς. Δεν μπορώ να πω ότι δεν με ενδιαφέρουν και οι ρόλοι, γιατί θα ήταν ψέμα, αλλά μόνο μέσα από αυτή τη διαδικασία.
- Πώς βλέπετε το ελληνικό θέατρο σήμερα;
Υπάρχει ένας οργασμός, είναι πάρα πολλά τα θέατρα και οι παραστάσεις. Αυτό από τη μια μεριά το καταλαβαίνω, γιατί οι νέοι έχουν ανάγκη να εκφραστούν, αλλά νομίζω ότι το κοινό πια δύσκολα μπορεί να επιλέξει και χάνεται. Φοβάμαι ότι ίσως δεν υπάρχει πια μια σοβαρή κι επίσημη κριτική, όπως παλιότερα. Αυτή τη στιγμή όλα γίνονται μόνο στο διαδίκτυο. Παραστάσεις που αξίζουν μπορεί να μην αναγνωρίζονται, ή αντίθετα να προβάλλονται πολύ μέτρια πράγματα. Νομίζω ότι τα καλά κάποια στιγμή θα αναγνωριστούν, όμως μπορεί πια αυτό να αργήσει πολύ. Ο κόσμος μέσα σε όλη αυτή την κατάσταση, πέρα από τις οικονομικές δυσκολίες, είναι λίγο μπερδεμένος αυτή τη στιγμή και βλέπω ότι έχει μια διάθεση νοσταλγίας, δεν αναζητάει κάτι καινούργιο. Αυτή είναι η δική μου αίσθηση.
- Τον τελευταίο καιρό στον χώρο του πολιτισμού συμβαίνουν πολλά. Ποια η δική σας εκτίμηση για την όλη κατάσταση;
Εφόσον δεν υπάρχουν χρήματα, τα πράγματα δυσκολεύουν. Η νέα υπουργός , η Λυδία Κονιόρδου, θεωρώ ότι έχει γνώση του χώρου και διάθεση, τώρα βέβαια δεν ξέρω αν θα μπορέσει λόγω των συνθηκών να πραγματοποιήσει το όραμά της. Γενικά η κατάσταση είναι εξαιρετικά δύσκολη, όμως πρέπει να βλέπεις πάντα ένα φως για να ζήσεις. Το φως ο καθένας το βρίσκει μόνος του μέσα σε αυτά που αγαπάει.
- Μετά τις «Τρωάδες», ετοιμάζετε κάτι άλλο;
Έχουμε κάποιες σκέψεις και βρισκόμαστε σε συζητήσεις, αλλά ακόμα δεν μπορώ να σας πω με σιγουριά. Είμαι πολύ κουρασμένη, γιατί και το καλοκαίρι είχα την «Αντιγόνη» στο Ενικό Θέατρο, μετά μπήκα κατευθείαν στις «Τρωάδες», όποτε δεν έχω κάνει καθόλου διακοπές και όλα ακόμα είναι θολά.
- Υπάρχουν ρόλοι που θα θέλατε να παίξετε;
Θα ήθελα να κάνω Σαίξπηρ. Είναι περίεργο που δεν έχω κάνει ποτέ μέχρι στιγμής. Βέβαια, δεν έχει γράψει πολλούς γυναικείους ρόλους, και αυτοί που είναι ωραίοι- Λαίδη Μάκβεθ ή Ιουλιέτα, για παράδειγμα- έπρεπε να τους είχα κάνει χρόνια πριν, αλλά υπάρχουν διάφορες σκέψεις.