ΤΟ ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΠΟΥ ΘΕΛΟΥΜΕ
- Ημερομηνία: Πέμπτη, 23/06/2016 14:16
Χτες στον Κήπο της Πειραιώς 260, έγινε η πρώτη συζήτηση των Παράλληλων Δράσεων του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου, με τίτλο «Τι Φεστιβάλ θέλουμε;» και έτσι άρχισε ένας υγιής διάλογος με τους καλλιτέχνες αλλά και το κοινό για την ταυτότητα του θεσμού.
Τη συζήτηση άνοιξε ο κύριος Σάββας Πατσαλίδης που με την τοποθέτηση του φάνηκε να εκφράζει το σύνολο των ομιλητών, αλλά και των παρευρισκομένων. Καταρχάς ο κύριος Πατσαλίδης έθεσε το ερώτημα τι έχει να προσφέρει ένα φεστιβάλ σε μια πόλη με 1300 παραστάσεις, πολλές συναυλίες, εκθέσεις, και γενικά έντονη πολιτιστική ζωή. Τα περισσότερα φεστιβάλ συμβαίνουν σε μικρές πόλεις ή σε πόλεις που δεν έχουν τόσο μεγάλη καλλιτεχνική παραγωγή, όπως η Αθήνα. Οπότε ο ρόλος ένας τέτοιου θεσμού στο συγκεκριμένο περιβάλλον δεν πρέπει να αρκείται μόνο στη παραγωγή, μια παραγωγή που ούτε λίγο ούτε πολύ ανακυκλώνει «συνταγές» και πρόσωπα, αλλά οφείλει να πειραματίζεται και να προτείνει. Ο πειραματισμός έχει κόστος και σίγουρα δεν εξασφαλίζει την «επιτυχία», όμως δημιουργεί συνθήκες ανάπτυξης. Οι καλλιτέχνες μέσα σ’ ένα τέτοιο φεστιβάλ δεν υπάρχουν μόνο για να προβληθούν, αλλά λειτουργούν σε μια πειραματική ζώνη, προτείνοντας και ερευνώντας. Ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος φαίνεται πως υιοθετεί αυτή τη θέση, και μάλιστα δεσμεύτηκε να καταργήσει τις διπλοθεσίες, ενίοτε δε και τριπλοθεσίες που έχουμε δει να συμβαίνουν, θεωρώντας ότι τέτοιες τακτικές είναι αντικαλλιτεχνικές και τελικά αντιπαραγωγικές.
Μείζον θέμα που απασχόλησε όλους τους ομιλητές είναι το πού απευθύνεται φεστιβάλ και πώς μπορεί να λειτουργήσει ως πόλος έλξης τουριστών από όλο τον κόσμο, ενισχύοντας και οικονομικά την πόλη. Επίσης η εξαγωγή των ελληνικών παραστάσεων είναι ένα ζήτημα, που για να συμβεί πρέπει οι ξένοι να γνωρίσουν τον σύγχρονο ελληνικό πολιτισμό. Η Ελλάδα δεν είναι μόνο μια περίπτωση εξωτισμού, τώρα τελευταία και λόγω της κρίσης, αλλά μια δραστήρια κυψέλη, που πρέπει να επικοινωνήσει την πραγματική της ταυτότητας, είτε προσκαλώντας ξένους διευθυντές φεστιβάλ που θα μπορούσαν να αγοράσουν παραστάσεις, είτε και βοηθώντας ελληνικέ παραγωγές να ταξιδέψουν εκτός συνόρων.
Η κυρία Αφροδίτη Παναγιωτάκου, αναπληρώτρια Γενική Διευθύντρια Στέγης Γραμμάτων & Τεχνών Ιδρύματος Ωνάση, αναφέρθηκε στο ζήτημα των συνεργασιών που φέτος ξεκίνησαν, στη σύνδεση του φεστιβάλ με την πόλη και στο πώς επηρεάζει τους κατοίκους της, ακόμα κι αν δεν πηγαίνουν στις εκδηλώσεις του, και επίσης έθεσε την αναγκαιότητα ενός διοικητικού και οικονομικού διευθυντή, που θα επιτρέπουν στον καλλιτεχνικό διευθυντή να ασχοληθεί μόνο με το έργο του.
Ο κύριος Γιάννης Σβώλος (μουσικοκριτικός) μίλησε για τη μουσική, ανοίγοντας μια μεγάλη συζήτηση για τον θεατροκεντρικό χαρακτήρα του φεστιβάλ. Πολλοί εκ των παρισταμένων εξέφρασαν την ανησυχία τους, επειδή το θέατρο λαμβάνει τη μερίδα του λέοντος, όμως ο κύριος Θεοδωρόπουλος, αν και σκηνοθέτης ο ίδιος, μοιάζει αποφασισμένος να αντιμετωπίσει ισάξιο όλες τις τέχνες, τονίζοντας ότι πρόκειται για ένα φεστιβάλ παραστατικών τεχνών.
Τις εντυπώσεις κέρδισε η κυρία Όλγα Ταξίδου, καθηγήτρια θεατρολογίας στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου και της Νέας Υόρκης, αλλά και συνεργάτης του Φεστιβάλ Εδιμβούργου, που αναφέρθηκε στην εκπαιδευτική διάσταση ενός φεστιβάλ, στο πώς εκπαιδεύει το κοινό αλλά και τους καλλιτέχνες, και στο πώς συνδέει τους επαγγελματίες, τους ερασιτέχνες αλλά τους θεατές. Με συγκεκριμένα παραδείγματα από το φεστιβάλ του Εδιμβούργου πρότεινε πρακτικές λύσεις για το πώς το φεστιβάλ μπορεί να μπει σε όλες τις βαθμίδες εκπαίδευσης και να γνωρίσει στους νέους και στα παιδιά το έργο του, σε σεμινάρια μεταπτυχιακού επιπέδου που μπορεί να οργανώνει, αλλά σε τρόπους που μπορεί να εντάξει τους πολίτες στους κόλπους του.
Τέλος ο Matthias von Hartz, καλλιτεχνικός διευθυντής του θερινού φεστιβάλ του Βερολίνου «Foreign Affairs» και σύμβουλος του ελληνικού φεστιβάλ για τις διεθνείς παραγωγές, τόνισε πως το φεστιβάλ έχει έναν πολύ ιδιαίτερο χαρακτήρα, λόγω της ποικιλίας του, αλλά και των χώρων όπου διεξάγεται, θεωρώντας ότι η φύση το καθιστά μοναδικό και άρα ελκυστικό, όχι μόνο στο εσωτερικό αλλά και στο εξωτερικό.
Το μεγάλο πρόβλημα του φεστιβάλ, όπως είπε και ο κύριος Θοδωρής Αμπαζής, αναπληρωτής καλλιτεχνικός διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου, παραμένει η χρηματοδότηση από το ΥΠΠΟ, γιατί κακά τα ψέματα, για να υλοποιηθούν όσα ακούστηκαν χρειάζεται η βοήθεια από την πολιτεία, μιας και ένας τέτοιος φορέας δεν μπορεί να υπάρξει αυτοσυντηρούμενος.