ΠΗΓΑΜΕ ΣΤΙΣ ΠΡΟΒΕΣ ΤΗΣ 'ΠΑΡΕΞΗΓΗΣΗΣ'
- Ημερομηνία: Τρίτη, 11/10/2016 12:23
Στον Άγιο Ιωάννη, στη Δάφνη, ακριβώς δίπλα στο μετρό, η σκηνοθέτις και ηθοποιός Αναστασία Παπαστάθη έχει δημιουργήσει το Radar, έναν καινούργιο χώρο, καλαίσθητο και προσεγμένο στην κάθε του λεπτομέρεια, με ένα υπέροχο φουαγιέ, διακοσμημένο με vintage έπιπλα, όπου πριν από την παράσταση μπορείτε να απολαύσετε τον καφέ ή το ποτό σας. Στο Radar, για δεύτερη χρονιά παρουσιάζεται η «Παρεξήγηση» του Αλμπέρ Καμύ. Την μετάφραση αυτού του δύσκολου κειμένου υπογράφει η ίδια και μάλιστα θα τιμηθεί για το επίτευγμά της, με το βραβείο της Ελληνικής Εταιρείας Μεταφραστών Λογοτεχνίας.
Μπαίνοντας στο Radar, έχεις αμέσως μια αίσθηση οικογένειας. Η Αναστασία, που πέρα από τη σκηνοθεσία, υποδύεται τη Μάρθα στο έργο, υποδέχεται τους ηθοποιούς της μ’ ένα ζεστό χαμόγελο.
Η κυρία Μαρία Σκούντζου (Μητέρα), που μόλις έχει επιστρέφει από την Κύπρο, όπου βρισκόταν για την περιοδεία της «Αντιγόνης» σε σκηνοθεσία Στάθη Λιβαθινού, συζητάει με τον Βαγγέλη Ψωμά (Γιαν) και την Αλεξάνδρα Κουλούρη (Μαρία): είναι και οι δύο μαθητές της από τα χρόνια της Δραματικής Σχολής του Εθνικού.
Ο Γιώργος Βούτος (Υπηρέτης) ετοιμάζεται για τη σκηνή.
Η υπόθεση, σε αυτό το υπαρξιακό δράμα που συμπυκνώνει τη σκέψη και τη φιλοσοφία του νομπελίστα Γάλλου στοχαστή, θυμίζει ψυχολογικό θρίλερ, κάτι που η Αναστασία Παπαστάθη εκμεταλλεύεται, δημιουργώντας πυκνές ατμόσφαιρες μυστηρίου.
Δυο γυναίκες σε μια επαρχία της Τσεχίας, μέσα στον μεσοπόλεμο, διατηρούν ένα πανδοχείο. Τη νύχτα ναρκώνουν τους πελάτες τους, ρίχνοντας υπνωτικό στο τσάι τους και τους πετούν στον ποταμό. Στόχος τους είναι να αρπάξουν τα χρήματά τους και να διαφύγουν σε μια χώρα με ήλιο και θάλασσα. Η καθημερινότητά τους αλλάζει όμως, όταν εμφανίζεται ένας απρόσμενος επισκέπτης. Είναι ο Γιαν, ο χαμένος τους γιος και αδελφός, που επιστρέφει μετά από χρόνια για να τις σώσει, όπως πιστεύει ο ίδιος. Εκείνες στην αρχή δεν τον αναγνωρίζουν. Τελικά ο Γιαν δεν αποφεύγει τη μοίρα όσων περνούν τη νύχτα σε αυτό το παράξενο μέρος.
Στο φινάλε, η γυναίκα του, η Μαρία, θα τον αναζητήσει, αλλά ο υπηρέτης, που παραμένει σιωπηλός καθ’ όλη τη διάρκεια της παράστασης, όταν εκείνη του ζητάει βοήθεια, της λέει απλώς «όχι». Κι αυτό το «όχι», είναι η φωνή του ανώτερου όντος, ενός Θεού, που δεν παρεμβαίνει στα ανθρώπινα, όχι επειδή είναι σκληρός, αλλά επειδή αφήνει ελεύθερα τα πλάσματα του να επιλέξουν.
Στην ουσία η «Παρεξήγηση» είναι βαθιά υπαρξιακό κείμενο. Ο ίδιος ο Καμύ λέει: «Η παρεξήγηση επιχειρεί να αναπαράγει εκ νέου, σε έναν σύγχρονο μύθο, το αρχαίο θέμα του μοιραίου». Η σκηνοθέτης επιμένει στην τραγική διάσταση αυτής της φαινομενικά αστυνομικής ιστορίας και δημιουργεί με τον θίασο της μια συνθήκη τραγωδίας κλειστού χώρου. Αυτή η κατεύθυνση φωτίζει το εννοιολογικό υπόβαθρο του κειμένου, όμως ταυτόχρονα δίνει τη δυνατότητα στους ηθοποιούς να ξεπεράσουν το σκόπελο της φιλοσοφίας από σκηνής και να βρουν μια θεατρική συνθήκη για τα πρόσωπά τους, που λειτουργούν ως σύμβολα, αλλά δεν χάνουν τελικά την ανθρωπινή διάστασή τους.
Η σκηνοθέτις επιλέγει να διατηρήσει την εποχή του έργου, αναδεικνύοντας ταυτόχρονα τη διαχρονικότητά του. Η παράσταση έχει κάτι από την αισθητική ταινιών του Ταρκόφσκι και ένα από τα μεγάλα της ατού, είναι η διανομή της: Πρόκειται για ένα σύνολο έμπειρων ηθοποιών που διαχειρίζονται τους περίπλοκους αυτούς ρόλους με δεξιοτεχνία, προσδίδοντας τους βάθος.
Με την καθοδήγηση της εξαίρετης Αναστασίας Παπαστάθη, βουτούν σε βαθιά νερά και αναδεικνύουν μοναδικά, ένα σημαντικό κείμενο της παγκόσμιας δραματουργίας.