ΣΤΑ ΧΕΡΙΑ ΕΝΟΣ ΑΡΧΑΓΓΕΛΟΥ
- Ημερομηνία: Τετάρτη, 01/03/2017 14:12
Ήθελα να καταλαγιάσει πρώτα ο κουρνιαχτός για να σου γράψω. Η αλήθεια είναι πως όταν πια πεθαίνεις δεν ανήκεις σε κανέναν. Αν μάλιστα είσαι αυτό που λεν δημόσιο πρόσωπο γίνεσαι κάτι σαν κοινόχρηστος. Και κάποιοι δυσκολεύονται να το αποδεχτούν –καθένας για τους λόγους του. Σε νιώθουνε δικό τους. Και γω ανάμεσά τους.
Μια αγκαλιά μέσα σε ένα εστιατόριο στη γειτονιά σου. Αυτή ήταν η τελευταία μας συνάντηση. Αυτή που ζέστανε ψυχές. Αυτή που διάλεξε το σώμα να θυμάται.
Ήσουν τριγυρισμένος από μια αυλή σαν όλες τις φορές που σε συνάντησα τα τελευταία χρόνια. Πρόσωπα άγνωστα σε μένα. Ξένα.
Με είδες από μακριά, σηκώθηκες με κόπο, σφίχτηκε λίγο η ψυχή μου, δεν είναι τόσο εύκολο να αποδεχτείς να αγκομαχάει ο Ψηλορείτης και μ΄έσφιξες με μια αναπάντεχη συγκίνηση στην αγκαλιά σου – πρώτη φορά– που νόμισα πως θα με πάρουν τα ζουμιά –αν δεν με πήραν.
Πάντα με κοίταζες όπως κοιτάζει ο δημιουργός τα υλικά του. Με κείνη την χορτάτη ζεστασιά που νιώθει για μια πρώτη ύλη που έχει ήδη μεταπλάσει.
Στην πρώτη μας συνάντηση… δεν ήμουνα παρών. Όχι, δεν είναι λογοπαίγνιο. Ήμουν στα χέρια σου… σε μια φωτογραφία.
Σα γύρισα αρχές του 1983 από Παρίσι μετά από έξι χρόνια απουσίας δεν ήξερα κανέναν απολύτως στην Αθήνα στον χώρο που ήθελα να μπω και να δουλέψω - το θέατρο, τον κινηματογράφο... Μα κανέναν. Ούτε καν ήξερα πώς να το χειριστώ. Δεν ήμουν Αθηναίος και τη Δραματική την είχα βγάλει στη Θεσσαλονίκη. Και επιπλέον ήμουν από τη φύση μου μοναχικός. Όλα αντίξοα.
Κι όμως. Αντάμωνα εδώ και κει ανθρώπους της δουλειάς που φέρονταν σα να με ήξεραν. Βαρέθηκα να επαναλαμβάνω πως ζούσα χρόνια εκτός Ελλάδος και αποκλείεται να έχουμε συναντηθεί. Μέχρι που κάποια μέρα ένας παρατηρητικός μου απάντησε. ΄΄Θυμήθηκα από πού σε ξέρω. Έδωσε μια συνέντευξη ο Κούνδουρος και ήσουνα σε μια φωτογραφία στον τοίχο πάνω από το κεφάλι του. Βλέπαμε θέλοντας και μη και σένα σε όλο το αφιέρωμα, για ώρα΄΄. Α, ρε Ανέζα ! Που νάξερες όταν του πήγες τη φωτογραφία !
΄΄Θέλησα να στριφογυρίσω λίγο στην πατρίδα μου΄΄ έλεγες. ΄΄Και σκέφτηκα το προκλητικό μπορντέλο της Μαντάμ Ορτάνς μες στην καρδιά της πόλης στα Χανιά, την εποχή των συμμαχικών στόλων. Νάσου και ο παππούς μου αρχηγός της επανάστασης του 1897 που λευτέρωσε την Κρήτη. Ας κάνω μια ταινία ταπεινή προσφορά στη μνήμη του παππού μου είπα. Όταν όμως η ταινία ονομάστηκε ‘’Μπορντέλο΄΄ έβγαλα τον παππού από τη μέση΄΄.
Ο συγκεκριμένος οίκος ανοχής δεν ήταν μόνο τόπος διασκέδασης. Εκεί σύχναζαν άνθρωποι που διαμόρφωναν τις πολιτικές εξελίξεις σε κρίσιμους καιρούς. Εκεί δρομολογήθηκε ένα αδυσώπητο παιχνίδι συνωμοσιών ανάμεσα στους επαναστάτες και τους αντιπάλους τους, που οδήγησε στον θάνατο πολλούς. Εγώ ήμουν ο Κέλβιν, ένας τυχοδιώκτης Ιρλανδός υπολοχαγός που τον ερωτεύεται –ας πούμε– η Έμμα, η πιο ευαίσθητη από τις πόρνες.
Ήμουν φαντάρος στα γυρίσματα. Πότε πηδώντας απ΄τα σύρματα πότε με άδεια κανονική. Ρόλος υπέροχος αλλά και μόνο η συμμετοχή έφτανε και περίσσευε. Μια έξαψη. Πολλά θάχα να πω. Άλλη φορά. Θα πω μονάχα πως η Αγάπη η Μανουρά, ο έρωτάς μου στην ταινία, ήταν πανέμορφη. Στον ρόλο της Μαντάμ Ορτάνς η πρώην μούσα του Γκοντάρ, βραβείο ερμηνείας το 1963 στις Κάννες, Μαρίνα Βλαντύ. Μαζί και ο Άρης Ρέτσος και η Ελεονώρα Σταθοπούλου για να αναφέρω μόνο εκείνους που άφησαν το στίγμα τους στον κινηματογράφο και αποσύρθηκαν. Κι άλλοι πολλοί, όλοι ένας κι ένας, μια απολαυστική παρέα καταρχήν, μια διεθνής διανομή.
Τα σκέπασε όλα μια σκιά πολύ βαριά για μένα. Ανάμεσα σε δυο γυρίσματα έχασα τον πατέρα μου. Τον λάτρευα. Ο φόβος μιας ζωής έγινε ξαφνικά πραγματικότητα. Ενηλικιώθηκα μέσα σε μια στιγμή. Σεπτέμβρης 1984.
Την επόμενη χρονιά, στην προβολή στο Φεστιβάλ, έκλαιγα με λυγμούς. Σαν να μη είχε νόημα η χαρά αφού εκείνος έλειπε για να τη μοιραστούμε.
Ο καιρός πέρναγε. Για μερικά φεγγάρια, με τον Κούνδουρο βλεπόμασταν συχνά. Είχαμε κοινούς φίλους. Μετά χαθήκαμε –όπως συμβαίνει πάντοτε σε τούτη τη δουλειά.
Την εποχή του ΄΄Μπάυρον΄΄ συναντηθήκαμε τυχαία στο Ηρώδειο. Με κοίταξε ανιχνευτικά σα να επρόκειτο να πάμε πλάνο και είπε αυτάρεσκα ΄΄Που χάθηκες εσύ και δε σε βρίσκω; Πως γίνεται να λείπει απ΄ την ταινία αυτό το πρόσωπο; Πρέπει να δω τι θα σε κάνω΄΄. Λες και με είχε αναζητήσει.
Στους ‘’Φωτογράφους΄΄ μου το πρότεινε ορθόδοξα μα δεν τον διευκόλυνα εγώ. Είχα υποχρεώσεις μακριά από την Αθήνα. Και μια απροθυμία. Σαν κάτι να με είχε ενοχλήσει. Το κατάλαβε, αλλά δεν είπε τίποτα. Δεν το μετάνιωσα, ευτυχώς.
Στην τελευταία μας συνάντηση είμαστε απλά δυο άνθρωποι που αγαπιούνται. Ο κύκλος είχε κλείσει.
Πριν λίγες μέρες έφυγες.
Βγαίνοντας από το νεκροταφείο με πλησίασαν κάτι παιδιά με κάμερες που αμφιβάλλω αν ήξεραν ποιος είσαι, πόσο σημαντικός υπήρξες για τον τόπο, πόσο σημαντικός υπήρξες για την τέχνη. Μου ζήτησαν να πω δυο λόγια.
Θυμήθηκα τις ζωγραφιές σου, τις αγιογραφίες σου, το βλέμμα σου το ανυπότακτο, το όρθιο παράστημα, την αγωνιστική σου τη διάθεση, την ομορφιά σου την καθηλωτική, το μεγαλείο σου…
΄΄Ηταν ένας αρχάγγελος΄΄ απάντησα. Κι είχα την αίσθηση πως έλεγα αλήθεια.
Υ.Γ. ΄΄Το ΄΄Μπορντέλο΄΄ θεωρείται από πολλούς η πιο απρόσιτη ταινία του Νίκου Κούνδουρου. Φορτωμένο με αλληγορίες και συμβολισμούς… και μαζί ένα φλερτ με το γκροτέσκο που εμποδίζει οποιαδήποτε διάθεση για πολιτική, κοινωνική ή κινηματογραφική ανάλυση να βρει το δικό της χώρο πίσω από τις μάσκες ενός θεάτρου του παραλόγου και του πιο παραλόγου την ίδια ακριβώς στιγμή΄΄ (FLIX).
΄΄Με τις ταινίες του Νίκου δεν μπορώ να είμαι αντικειμενική΄΄ λέει η Μαργαρίτα Παπαγεωργίου, πρωταγωνίστρια στη ΄΄Μαγική πόλη΄΄ και στον ΄΄Δράκο΄΄. ΄΄Οι ΄΄Μικρές Αφροδίτες΄΄ δεν μου πήγαν πολύ, παρά την παγκόσμια παραδοχή που είχαν. Θεωρώ το ΄΄1922΄΄ μεγάλη ταινία. Και το ΄΄Μπορντέλο΄΄. Είναι το πιο αισθητικό πράγμα που έχω δει ποτέ μου. Αλλά με μένα και τις ταινίες του Νίκου είναι κάπως διαφορετικά. Ξέρω τι κρύβει ή τι θέλει να πει σε κάθε του πλάνο΄΄.
Και μόνο για τη σκηνή της έναρξης με τη θλιβερή αποβίβαση των πορνών, την ξεχασμένη μπάντα, τα χαλάσματα, τον αρκουδιάρη με το ντέφι, το άνυδρο τοπίο, μα πάνω απ΄ όλα για τη διαχείριση του χρόνου, τον ήχο, τη σιωπή, αξίζει να τη δεις.
Ο Δημήτρης Πετρόπουλος παίζει στην ΄΄Ολεάννα΄΄ του Ντέηβιντ Μάμετ κάθε Σάββατο και Κυριακή στο θέατρο Όλβιο.