«ΜΑΛΟ ΜΟΜΕ Ή ΜΙΚΡΟ ΚΟΡΙΤΣΙ» | ΚΡΙΤΙΚΗ
- Ημερομηνία: Κυριακή, 17/03/2024 12:42
«Μάλο Μόμε» σημαίνει μικρό κορίτσι στη σλαβομακεδονική γλώσσα. Η Χαρούλα Αποστολίδου έγραψε μια νουβέλα ενδοσκόπησης και κατανόησης με θραύσματα από μνήμες, με διάθεση ψυχικής κάθαρσης και ίσως συγχώρεσης. Φώτισε την άλλη πλευρά της μετανάστευσης, δίνοντας φωνή στα παιδιά των γκασταρμπάιτερ, αυτών που έμειναν πίσω με τον παππού και τη γιαγιά. Οι πληγές τους βαθιές, ανεπούλωτες, που αιμορραγούσαν ακόμα και μετά τον επαναπατρισμό των γονιών. Ελάχιστα ειπώθηκαν, γράφτηκαν, τραγουδήθηκαν για αυτά τα παιδιά. Το ενδιαφέρον όλων, πάντα, στους μετανάστες.
Δύο πρόσωπα πρωταγωνιστούν και παλεύουν: η μάνα και η έφηβη, πλέον, κόρη. Μία ιστορία προσωπικής αντιπαράθεσης με λόγια κοφτερά σαν λεπίδες για όλον τον χαμένο χρόνο και μιας ρωγμής που δε λέει να επουλωθεί. Το τραύμα είναι βαρύ εκατέρωθεν. Το μικρό κορίτσι, στην εφηβεία πια, αρνείται να κατανοήσει, να συγχωρήσει, παρά μόνο δικάζει. Γιατί ξεριζώθηκε βίαια από την αγκαλιά της μάνας της, γιατί δεν ήταν στο πλευρό της όταν την χρειαζόταν, γιατί τα γράμματα, οι ζωγραφιές και οι φωτογραφίες δεν κάλυπταν το κενό της απουσίας της.
Ήρθε η στιγμή να αποκαλυφθούν όλες οι συσσωρευμένες φορτισμένες στιγμές που έχει βιώσει και δεν είναι απλά άσχημες αναμνήσεις, αλλά η ζώσα πραγματικότητα.
Η Νάντια Δαλκυριάδου διασκευάζει το βιβλίο και σκηνοθετεί μια αξιόλογη παράσταση, ανεβάζοντας τη θυμική θερμοκρασία σε σημεία βρασμού. Παράγει το επιθυμητό αποτέλεσμα σκιαγράφησης καταστάσεων και συμπεριφορών, εναλλάσσοντας τη συναισθηματική ένταση και τη συγκίνηση με την ψυχρότητα των εγγράφων-ντοκουμέντων. Προσεγγίζει διεξοδικά το θέμα της εργατικής μετανάστευσης των Ελλήνων στη δυτική Γερμανία κατά την δεκαετία 1960-1970, δίνοντας αξιόπιστες πληροφορίες για την κατάσταση της ανεργίας στη χώρα και τις διμερείς συμφωνίες για απορρόφηση του άνεργου ανθρώπινου δυναμικού.
Η Δέσποινα Σεραφείδου, ανατριχιαστικά καίρια, είναι η φτωχή μάνα που φεύγει στη «γη της επαγγελίας» για να εξασφαλίσει ένα καλύτερο μέλλον για τις κόρες της. Μάλο Μόμε ήταν και η ίδια όταν ξενιτεύτηκε, μια μικροπαντρεμένη από ένα χωριό της Φλώρινας, που μπήκε σαν νύφη στο περιβάλλον της ποντιακής οικογένειας και ένιωσε τον ρατσισμό. Εμφανίζεται, τώρα, αδύναμη να αντιληφθεί την παρούσα κατάσταση και να κατανοήσει αυτό που έχει συμβεί στο παιδί της από τον πολύχρονο αποχωρισμό τους.
Η Ξένια Αλεξίου, συναισθηματικά πληθωρική, είναι η νεαρή κόρη που σαν αυστηρός δικαστής καταδικάζει τη γυναίκα που βρίσκεται απέναντί της. Τα λόγια της καρφιά που πετυχαίνουν τον στόχο τους καθώς σπάει τη σιωπή που της επέβαλαν για χρόνια.
Η Ήρα Ρόκου, εκφραστική, είναι η μικρή κόρη και εκείνη που αφηγείται το ιστορικό πλαίσιο του έργου, δίνοντας τις απαραίτητες πληροφορίες στους θεατές.
Η φιλική συμμετοχή του Σύρου μετανάστη Μπακάρ Αλμπακάρ στο φινάλε του έργου, που σιγοτραγουδά το τραγούδι της Μάλο Μόμε, δείχνει ότι το πρόσωπο της μετανάστευσης είναι το ίδιο παντού.
Το σκηνικό της Έλλης Εμπεδοκλή και οι φωτισμοί του Γιώργου Ψυχράμη έχουν ουσία. Η μουσική επιμέλεια του Οδυσσέα Γκάλλιου απογειώνει την παράσταση με τα τραγούδια του Στέλιου Καζαντζίδη, του προεξάρχοντα ερμηνευτή της προσφυγιάς.
«Μάλο Μόμε ή Μικρό Κορίτσι», ένα ανάποδο τραγούδι για όλα εκείνα τα παιδιά που είχαν «άγνωστους γονείς».