«ΚΩΛΟΚΑΙΡΟΣ» | ΚΡΙΤΙΚΗ
- Ημερομηνία: Τετάρτη, 23/11/2022 21:36
Μια κηδεία είναι η αφορμή για να έρθουν όλα τούμπα. Αν η μάνα δεν είχε βάλει τον σύρτη στην πόρτα μέρα μεσημέρι, αν ο Μίμης είχε πάει νωρίτερα να τον φιλέψει τη σπανακόπιτα, αν εκείνο το βράδυ που ξέσπασε η φωτιά στη βιοτεχνία υφασμάτων, γλίτωνε ο «κολλητός» του Σοφοκλή, ίσως να ήταν αλλιώς τα πράγματα. Αλλά για κάποιο λόγο γίνονται όλα στη ζωή. Και είναι κι αυτός ο κωλόκαιρος που τους τρυπάει τα σωθικά και τους κάνει το βίο δυσκολότερο. Βρέχει ασταμάτητα στην φτωχογειτονιά της Ελευσίνας, βρέχει ακατάπαυστα και στην ψυχή τους. Το παρελθόν μπουκάρει βίαια και ξεσπά μια τρικυμία που τους παίρνει και τους σηκώνει.
Η ιστορία τοποθετείται στο «Διυλιστήριο», ένα παρακμιακό μπουζουξίδικο της Ελευσίνας. Η καθημερινότητα των ηρώων του ντοπάρεται νυχθημερόν με αλκοόλ και νικοτίνη. Η ζωή τους φτιασιδώνεται με κρεπάλες και γλέντια. Ο Σοφοκλής επιστρέφει στο μαγαζί του, μετά από πέντε χρόνια, για να θάψει τη μάνα του και όλοι απορούν με την εικόνα του. Έφυγε, τότε, δίχως να δώσει εξηγήσεις. Εμφανίζεται, τώρα, και είναι τόσο διαφορετικός που τους σοκάρει. Τι μεσολάβησε, κανείς δε γνωρίζει ή γνωρίζει και απλά σιωπά. Ήρθε η στιγμή, λοιπόν, να αναμετρηθεί με τον παλιό του κόσμο. Έφτασε το πλήρωμα του χρόνου, να γίνει σκληρό ξεκαθάρισμα και να αποδοθεί δικαιοσύνη. Οι αλήθειες πονούν και οι ισορροπίες ανατρέπονται στον μικρόκοσμο του μπουζουξίδικου, την ώρα, μάλιστα, που ετοιμάζονται για το ξόδι της κυρά Ελένης.
Η ανδροπαρέα του πρώην «Εθνικού Ελληνορώσων» μαζεύονται τα Δευτερότριτα στο θέατρο «ΤΖΕΝΗ ΚΑΡΕΖΗ». Φέτος, υποδέχονται και μια γυναίκα στην αγκαλιά τους. Προειδοποιούν ότι τα πράγματα θα είναι δύσκολα λόγω κωλόκαιρου, αλλά οι θεατές δεν πτοούνται, γιατί ο «βρεγμένος τη βροχή δεν τη φοβάται».
Ο Αντώνης Τσιοτσιόπουλος έγραψε το έργο «ΚΩΛΟΚΑΙΡΟΣ», ορμώμενος από δικές του προσωπικές στιγμές, από ιστορίες φίλων, από πρόσωπα που έχει συναναστραφεί. Και φτιάχνει μια ιστορία φουλ ρεαλιστική. Η βωμολοχία πέφτει σωρηδόν σαν τη μπόρα που έχει ξεσπάσει, σαν τα μαχαίρια που εκσφεδονίζονται. Αλλά κουμπώνει άψογα στη λογική της συνθήκης. Η πένα του συγγραφέα δε χαϊδεύει τα αυτιά, ούτε χρυσώνει το χάπι. Θίγει τοξικά θέματα με τρόπο σκληρό και φτάνει το μαχαίρι στο κόκαλο. Μιλάει για την κατανόηση και αποδοχή του διαφορετικού, το δικαίωμα επιλογής και αυτοδιάθεσης, τον θεσμό της οικογένειας, την απώλεια, τη φιλία, τη συντροφικότητα, τον ρατσισμό, την απληστία, την προκατάληψη, τον εγωισμό. Έννοιες που καίνε την «πολιτισμένη» κοινωνία του 2022.
Ο Γιώργος Παλούμπης πυροδοτεί την εύφλεκτη υπόθεση σε μια συνθήκη άκρατου ρεαλισμού που παρεισφρύουν, όμως, στιγμές συγκίνησης και ρομαντισμού. Διεισδύει στον ζοφερό κόσμο πέντε αυθεντικών ανθρώπων, δημιουργώντας κωμικοτραγικές ατμόσφαιρες με εναλλασσόμενες σκηνικές θερμοκρασίες και σουρεαλιστικά στοιχεία. Κινεί και απογυμνώνει τους ηθοποιούς, οι οποίοι συστέλλονται και διαστέλλονται συναισθηματικά. Όλα ωμά και όλα στην φόρα.
Καλύτερο σκηνικό από αυτό της Νατάσσας Παπαστεργίου δεν θα μπορούσε να υπάρξει. Το «Διυλιστήριο» είναι ο ορισμός των λούμπεν ξενυχτάδικων, των εθνικών οδών και περιχώρων, με όλα τα παρελκόμενα. Και αναδεικνύεται περίφημα με τους -επί τούτου- κιτσάτους φωτισμούς του Βασίλη Κλωτσοτήρα.
Η μουσική του Κώστα Νικολόπουλου δένει με το σκυλάδικο. Το συνθεσάιζερ δίνει το σύνθημα για τρελά κέφια.
Ο θίασος λειτουργεί εξαιρετικά σαν σφιχτοδεμένη ομάδα με κοινό κώδικα επικοινωνίας, στηρίζοντας το κείμενο.
Ο Στάθης Σταμουλακάτος ενσαρκώνει τον άσωτο «Σοφοκλή» και είναι πραγματική έκπληξη σε κόντρα ρόλο, με ισορροπία διαθέσεων.
Ο πάντα καλός Στέλιος Δημόπουλος αφήνει θετικό πρόσημο στον ρόλο του εκρηκτικού αδερφού «Μίμη».
Μας αρέσει το κωμικό ταμπεραμέντο του Θάνου Αλεξίου, που λειτουργεί σαν λέμβος σωτηρίας στις πολύ δύσκολες καταστάσεις.
Ο Αντώνης Τσιοτσιόπουλος επισφραγίζει τον ρόλο του «Στέλιου» με δύναμη ψυχής. Είναι ο κουμπάρος και μετρ του μαγαζιού που γνωρίζει τα πάντα αλλά δε μιλάει, για κάποιο λόγο…, και ξέρει να αγαπά και να συγχωρεί άνευ όρων.
Τέλος, η μοναδική γυναίκα της παρέας, η Βασιλική Διαλυνά, μας γοητεύει τόσο με τα φωνητικά της προσόντα όσο και με τη δυναμική της παρουσία.
Μετά την αντάρα, ξεπροβάλλει δειλά το ουράνιο τόξο να μας ζεστάνει λίγο το μέσα μας. Και η μισή σπανακόπιτα λειτουργεί σαν αντίδωρο στο στόμα μετά από τόσο αλκοόλ και τόσες εξομολογήσεις. Κι ας ζέχνει το «Διυλιστήριο» από τη μπόχα του παρελθόντος, ο «ΚΩΛΟΚΑΙΡΟΣ» τα ξεπλένει όλα.