• Buzz
  • Άρθρο
  • ΤΟ ΘΕΑΤΡΟ ΣΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΑΤΟΧΗΣ
ΤΟ ΘΕΑΤΡΟ ΣΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΑΤΟΧΗΣ

ΤΟ ΘΕΑΤΡΟ ΣΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΚΑΤΟΧΗΣ


5.0/5 rating 1 vote

  • Ημερομηνία: Τετάρτη, 28/10/2015 12:26
  • Κατηγορία: Άρθρο

Η κήρυξη του Β' Παγκοσμίου πολέμου αιφνιδίασε τον ελληνικό θεατρικό κόσμο. Αρκετοί ηθοποιοί επιστρατεύτηκαν, το ρεπερτόριο προσαρμόστηκε στις συνθήκες, όμως το κοινό παρά τις κακουχίες, έβρισκε στα θέατρα, που συνέχισαν να λειτουργούν και στη διάρκεια της Γερμανικής Κατοχής, μια παρηγοριά. Το ενδιαφέρον στράφηκε στα πολεμικά γεγονότα, στις μάχες του στρατού και ο καλλιτεχνικός κόσμος επικεντρώθηκε στην εμψύχωση του στρατευμένου πληθυσμού και γενικότερα στην τόνωση του ελληνικού φρονήματος.

Τα χρόνια της ναζιστικής κατοχής ήταν χρόνια δύσκολα, όμως ο κόσμος ήθελε και να διασκεδάσει. Έτσι, τα θέατρα και οι κινηματογράφοι συνέχισαν τη λειτουργία τους, προσαρμόζοντας τις παραστάσεις τους στο ωράριο κυκλοφορίας. Τα θέατρα έδιναν απογευματινή παράσταση στις 3 το μεσημέρι και βραδινή στις 5 το απόγευμα, ενώ οι κινηματογράφοι λειτουργούσαν από το πρωί ως τις 8 το βράδυ.

Το θεατρικό είδος που μπορούσε να παρακολουθεί τις εξελίξεις και ταυτόχρονα να έχει ένα διασκεδαστικό χαρακτήρα, ήταν φυσικά η επιθεώρηση. Όλοι οι συγγραφείς του είδους έσπευσαν να διακωμωδήσουν τις στρατιωτικές αποτυχίες του αντιπάλου με πολεμικά έργα, αναπτερώνοντας το ηθικό του κοινού που περίμενε εναγωνίως τη νίκη του ελληνικού στρατού.

Στην επιθεώρηση «Μπέλλα Γκρέτσια» του Μίμη Τραϊφόρου στο θέατρο «Μοντιάλ» η Σοφία Βέμπο πρωτοτραγούδησε το «Παιδιά, της Ελλάδος παιδιά», προκαλώντας συγκίνηση, με αποτέλεσμα να ανακηρυχθεί η εθνική ερμηνεύτρια.

Λίγες ημέρες μετά τη γερμανική εισβολή, στις 12 Μαΐου 1941, επιβλήθηκαν οι πρώτες απαγορεύσεις στα θέατρα. Τα θεατρικά έργα περνούσαν από λογοκρισία, όμως οι δαιμόνιοι συγγραφείς πάντα κατάφερναν με έμμεσους υπαινιγμούς, να περνούν τα μηνύματα που ήθελαν στο κοινό. Οι θιασάρχες ήταν υποχρεωμένοι απ’ τη μια να υποστηρίξουν τη γερμανική δραματουργία και απ’ την άλλη απαγορευόταν αυστηρά να ανεβάσουν έργα συγγραφέων των συμμαχικών χωρών!

Οι θίασοι της εποχής (της κυρίας Κατερίνας, των Βεάκη – Μανωλίδου – Παπά – Δενδραμή, του Θεάτρου Τέχνης κ.ά.) κατέφευγαν σε τεχνάσματα, αλλάζοντας τους τίτλους έργων, ακόμα και τα ονόματα των συγγραφέων.

Μια σημαντική προσωπικότητα του θεάτρου κατά την περίοδο της Κατοχής ήταν ο Βασίλης Ρώτας. Το 1942 ίδρυσε το «Θεατρικό Σπουδαστήριο», όπου δίδαξαν σπουδαίες προσωπικότητες της εποχής, ενώ οργάνωνε παραστάσεις με στόχο την οικονομική ενίσχυση του αγώνα.

Εν μέσω του πολέμου, το 1942, ιδρύθηκε και το Θέατρο Τέχνης του Καρόλου Κουν, σ’ ένα δωμάτιο του Ωδείου στην οδό Φειδίου, που η συμβολή του στην διαμόρφωση του νεοελληνικού θεάτρου, θα σταθεί στη συνέχεια εξαιρετικά σημαντική. Το Θέατρο Τέχνης και ο Κουν θα γνωρίσουν για πρώτη φορά στο κοινό, έργα πρωτοποριακά μέσα από την παγκόσμια δραματουργία, ανοίγοντας έτσι τον δρόμο για νέα πρότυπα που θα επηρεάσουν τους νέους Έλληνες συγγραφείς. Η εναρκτήρια παράσταση του ιστορικού θεάτρου έγινε στις 7 Οκτωβρίου 1942 με την «Αγριόπαπια» του Ίψεν. Το 1943 ιδρύθηκε ο «Όμιλος Φίλων του Θεάτρου Τέχνης», με σκοπό την ανάπτυξη δεσμών ανάμεσα στους θεατές και το θέατρο.

Στην ελληνική επαρχία, γεννιέται ένα νέο θεατρικό είδος, το «θέατρο του βουνού», που τέθηκε στην υπηρεσία της Αντίστασης. Το 1944 ο Βασίλης Ρώτας ίδρυσε το «Θεατρικό όμιλο της ΕΠΟΝ Θεσσαλίας», στον οποίο συμμετείχαν αντάρτες ερασιτέχνες ηθοποιοί, αλλά και επαγγελματίες. Παράλληλα, στα βουνά της Ηπείρου δραστηριοποιείται ο θίασος «Λαϊκή Σκηνή» με πρωτεργάτη τον φιλόλογο και ποιητή Γ. Κοτζιούλα και τη σύμπραξη της VIII Μεραρχίας του ΕΛΑΣ. Συνήθως οι θίασοι του βουνού έπαιζαν πρωτότυπα αυτοσχέδια έργα, που σχετίζονταν με την Ελληνική Επανάσταση του 1821, τις δυσκολίες επιβίωσης των ανταρτών στα αφιλόξενα ελληνικά βουνά κ.ά. Τα έργα, κάποιες φορές άτεχνα αλλά πάντα εκφραστικά, παριστάνονταν σε σχολεία και πλατείες της ελληνικής επαρχίας, αντανακλώντας τις αγωνίες και προσδοκίες του μαχόμενου έθνους.


Αφήστε σχόλιο

Παρακαλούμε συνδεθείτε για να αφήσετε σχόλιο.