• Buzz
  • ΤΟ ΠΡΑΣΙΝΟ ΜΟΥ ΤΟ ΦΟΥΣΤΑΝΑΚΙ - ΚΡΙΤΙΚΗ
ΤΟ ΠΡΑΣΙΝΟ ΜΟΥ ΤΟ ΦΟΥΣΤΑΝΑΚΙ - ΚΡΙΤΙΚΗ

ΤΟ ΠΡΑΣΙΝΟ ΜΟΥ ΤΟ ΦΟΥΣΤΑΝΑΚΙ - ΚΡΙΤΙΚΗ


0.0/5 κατάταξη (0 ψήφοι)

Το μονόλογο της Λένας Κιτσοπούλου με τίτλο "Το πράσινό μου το Φουστανάκι" σκηνοθετεί στο Θέατρο Αλκμήνη η Μαρία Αιγινήτου.
Η ηρωίδα είναι μια γυναίκα φυσιολογική που έχει φίλους, γνωστούς, συγγενείς, αλλά και ανθρώπινες φοβίες και ανασφάλειες. Βρίσκεται σε αναμονή κάτι σημαντικού που θα ταράξει τη ζωή της και στο μεταξύ μπορεί να σκαρώνει στίχους σε δεκαπεντασύλλαβο για να διασκεδάσει τη μοναξιά της. Κάνει κάτι σαν απολογισμό, αλλά μιλάει και για την ίδια την καθημερινότητα, αναφερόμενη σε μικροπράγματα που τα περισσότερα φαντάζουν σε όλους μας οικεία. Οι μοναξιές και τα εφήμερα αδιέξοδα της ηρωίδας είναι αυτά ενός απλού ανθρώπου και που ίσως τα έχουμε περάσει και βιώσει όλοι μας. Τα πρέπει και οι κανόνες που συχνά μας επιβάλλονται είναι πολύ επίκαιρα και αντιπροσωπευτικά της εποχής που ζούμε. Το πράσινο το φουστανάκι περικλείει όλες εκείνες τις ευχάριστες μνήμες που κλείνουμε στο νου και την καρδιά και τις αναπολούμε όταν έχουμε ανάγκη ένα στήριγμα.

Η Μαρία Αιγινήτου αναλαμβάνει το σκηνοθετικό τιμόνι της παράστασης και σε ένα σχεδόν άδειο σκηνικό με ελάχιστα σκηνικά αντικείμενα, ρίχνει εξαρχής όλο το βάρος στην πρωταγωνίστριά της και εστιάζει επάνω της και στην αμεσότητα που μπορεί να έχει μια τέτοια προσέγγιση στο κοινό. Την καθοδηγεί σε μια μελετημένη κίνηση σχεδόν σε όλη τη σκηνή και με τις ευρηματικές αλλαγές κοστουμιών και τη χρήση των λίγων σκηνικών αντικειμένων εμπλουτίζει τη ροή του λόγου και προσθέτει έμφαση και φλόγα σε αυτόν. Δεν αποφεύγονται βέβαια και κάποιες βωμολοχίες που αν και δε σοκάρουν, δεν προσθέτουν και τίποτε ουσιαστικό στο έργο δείχνοντας απλά να υπάρχουν για λόγους εντυπωσιασμού. Επενδύει στη συναισθηματική προσέγγιση του θεατή, επιδιώκοντας να ερεθίσει το ενδιαφέρον του με όπλο την αυθόρμητη εξωτερίκευση του εσωτερικού κόσμου της ηρωίδας. Η ματιά της είναι προσεκτική και απόλυτα εστιασμένη στην ταύτιση του θεατή με την πρωταγωνίστριά της. Και ευτυχώς δεν τραβά τη διάρκεια της παράστασης από τα μαλλιά και την κρατά σε επίπεδα που δε γίνεται βαρετή.

Η Τζούλη Σούμα αναλαμβάνει το ερμηνευτικό κομμάτι της παράστασης, ώστε να δώσει πρόσωπο, λόγο και κίνηση στη μέση γυναίκα του κειμένου. Και πετυχαίνει και πέρα από αυτά να της δώσει και προσωπικότητα, γνησιότητα και μια αμεσότητα που αποτελεί το μεγαλύτερο ατού στο παίξιμό της. Σε κάποιες στιγμές είναι τόσο άμεση και επικοινωνιακή, που νομίζεις ότι σου απευθύνει το λόγο, σε κοιτά στα μάτια και σε καλεί να ζήσεις για λίγο στον κόσμο της. Κρατάει σε ισορροπία τις κωμικές με τις δραματικές της στιγμές και έχει μία ώριμη προσήλωση στην ηρωίδα της, με το συναισθηματικό της κόσμο και τα ηθικά της αδιέξοδα. Με άρθρωση πολύ καλή και το ηχόχρωμα της φωνής της να έχει τις απαραίτητες εναλλαγές, συνδυάζει αρμονικά το λόγο με την κίνηση, δείχνοντας ότι δούλεψε πολύ το ρόλο της.

Ο σκηνικός χώρος του Γιάννη Θεοδωράκη, λιτός αλλά απόλυτα λειτουργικός, αποτελεί χρήσιμο εργαλείο υποστήριξης της ερμηνείας της πρωταγωνίστριας.
Τα κοστούμια του Νίκου Καρδώνη ευρηματικά και έξυπνα, ενώ η μουσική επιμέλεια του Σπύρου Παρασκευάκου συνόδεψε με νότες το λόγο.
Οι φωτισμοί του Δημήτρη Μπαλτά ένιωσα να χάνουν κάποια στιγμή την ηρωίδα, αλλά τη "φώτισαν" επαρκώς, ενώ η επιμέλεια της κίνησης ανήκει στη Φαίδρα Σούτου και ήταν σε αρμονία με το κείμενο.

Συμπερασματικά, στη σκηνή του Θεάτρου Αλκμήνη είδα ένα μονόλογο, ο οποίος απευθύνεται στο μέσο θεατή, στη σκέψη και το θυμικό του. Το κείμενο έχει τις αδυναμίες του, αλλά τόσο η προσωπική και επιμελημένη σκηνοθετική ματιά, όσο και η γεμάτη και άμεση ερμηνεία της πρωταγωνίστριάς του, παρασύρουν το θεατή σε ένα ευχάριστο θεατρικό βράδυ.


Αφήστε σχόλιο

Παρακαλούμε συνδεθείτε για να αφήσετε σχόλιο.