ΟΡΕΣΤΗΣ, ΚΡΙΤΙΚΗ
- Ημερομηνία: Δευτέρα, 31/08/2015 11:36
Ο Ορέστης μαζί με την αδερφή του Ηλέκτρα, κατηγορούνται ενώπιον των Αργείων, από τον Τυνδάρεω, σαν αδίστακτοι μητροκτόνοι και περιμένουν τη θανατική τους καταδίκη. Ο ερχομός του Μενέλαου από την Τροία, δίνει στον Ορέστη κάποιες ελπίδες, ότι με την υποστήριξή του θα μπορέσει να αποφύγει το θάνατο και να του επιβληθεί μια ελαφρότερη ποινή. Όταν γίνεται φανερό ότι ο Μενέλαος δεν είναι διατεθειμένος να τον βοηθήσει, αποφασίζει να δολοφονήσει τη γυναίκα του, την Ελένη και καταλήγει να κρατά αιχμάλωτη την κόρη του Ερμιόνη, σε μια προσπάθεια εκβιασμού του. Τα σχέδια αυτά, τα ακυρώνει ο Απόλλωνας όμως, ο οποίος θα τους στείλει να δικαστούν και να αθωωθούν από δικαστήριο Θεών και θα τους αναγγείλει το γάμο το δικό του με την Ερμιόνη και του φίλου του Πυλάδη με την Ηλέκτρα.
Σε αυτή την τραγωδία, παρουσιάζεται ο επίλογος των παθών των νεότερων εκπροσώπων του οίκου των Ατρειδών και ο Ευριπίδης δείχνει να μας επισημαίνει μέσα από τους στίχους του, πως ο πόλεμος δεν έχει νικητές, η εκδίκηση δεν είναι πάντα γλυκιά, ενώ ούτε η δικαίωση για κάθε πράξη μας, πρέπει να θεωρείται εξασφαλισμένη.
Η παράσταση βασίστηκε στη μετάφραση του Γιάννη Τσαρούχη, σε μια γλώσσα απλή και κατανοητή και ένα λόγο με ροή και συνέχεια, στον οποίο υπήρχαν ψήγματα δηκτικής κριτικής, λεπτής ειρωνείας, ακόμα και χιούμορ.
Ο Σίμος Κακάλας ανέλαβε τη σκηνοθεσία του "Ορέστη" και θέλησε να τον φέρει στα μέτρα μιας ρηξικέλευθης παράστασης, με "χειροποίητη" υφή, απλά και γήινα μέσα και με έναν εμποτισμό κωμικών στοιχείων, μέσα στην τραγικότητα των τεκταινομένων επί σκηνής. Το τόλμημα είχε ενδιαφέρον και επέλεξε μια μικρή ομάδα ηθοποιών, να ερμηνεύσει όλους τους ρόλους, αλλάζοντας πρόσωπα και προσωπεία, με τη χρήση μασκών. Επίσης επιστράτευσε κόθορνους και ανδρείκελα, σε μια προσπάθεια αποστασιοποίησης της παράστασης, από σκηνικούς εντυπωσιασμούς και της επιστροφής της σε ένα λιγότερο επιτηδευμένο και πιο απλό θέατρο. Τέλος, οι μικρές κωμικές στιγμές, είχαν σα στόχο να δώσουν ακόμα μεγαλύτερη έμφαση στην τραγικότητα της μοίρας και της προοπτικής των νεότερων Ατρειδών και να προκαλέσουν τη σκέψη του θεατή, πάνω στα θέματα του πολέμου, της εκδίκησης κλπ. Κάποιες από τις ιδέες του σκηνοθέτη λειτούργησαν στη σκηνή και ανέδειξαν κρυμένες πτυχές της Ευριπίδειας τραγωδίας, ενώ κάποιες άλλες είχαν ατυχέστερη ένταξη στα δεδομένα της παράστασης. Για να είναι κάτι κωμικό (μία πρόταση, μία σκηνή) πέρα από την κωμική έκφραση και την κωμική εκφορά του λόγου, χρειάζεται να υπάρχει και αυθεντικά κωμικός λόγος. Όταν αυτό το τελευταίο συστατικό απουσιάζει, η προσπάθεια παραμένει ημιτελής και προκαλεί μια απλή θυμηδία στο κοινό και χάχανα, αντί για γνήσιο γέλιο. Στον "Ορέστη" αυτό το συναίσθημα, το ένιωσα συχνά. Αντί μιας κωμικής προσθήκης, διέκρινα μια χαρίεσσα διάθεση και μια παιγνιδιάρικη εκφορά του λόγου, που όμως δεν αρκούσαν για να δώσουν κωμικές ενέσεις στο δραματικό λόγο. Κι έτσι συχνά, το μισό κοινό χαχάνιζε και το άλλο μισό αναρωτιόταν γιατί.
Η χρήση ολιγομελούς θιάσου, έδωσε την ευκαιρία στους ηθοποιούς να δοκιμαστούν σε διαφορετικούς ηλικιακά και υφολογικά ρόλους και να αποκαλυφθεί μια δυνατή και δουλεμένη σκηνική χημεία μεταξύ τους, καθώς και οι ερμηνευτικές τους δυνατότητες και προοπτικές. Η χρήση των μασκών έξυπνη, καθώς προσέδωσε στους ερμηνευτές στοιχεία αφυλίας και απροσδιοριστία ηλικιακή, επιτρέποντάς τους να παίξουν και ρόλους του άλλου φύλου. Η χρήση των ανδρεικέλων δικαιολογήθηκε μόνο εν μέρει, καθώς η πληθώρα τους και η επακόλουθη σκηνική τους δυσλειτουργικότητα, ήταν εμφανής στις περισσότερες σκηνές που χρησιμοποιήθηκαν. Τα υπόλοιπα σκηνικά ευρήματα χρησιμοποιήθηκαν αποσπασματικά και προσέδωσαν ένα είδος δηθενιάς στο έργο, αντί να συμπορευθούν με αυτό και να το υπηρετήσουν.
Έτσι η εικόνα αυθεντικότητας, δημιουργικής απλότητας, υφέρπουσας ειρωνείας και ταύτισης σκηνών της παράστασης, με καταστάσεις της σημερινής πραγματικότητας, που θέλησε να προσδώσει ο σκηνοθέτης στην παράστασή του, είχε σημαντικές κηλίδες, που έδειξαν ότι ο εξυπνακίστικος εντυπωσιασμός, δεν είναι μόνο "προσόν" των εντυπωσιακών σκηνικών και του μοντέρνου τρόπου παρουσίασης, αλλά μπορεί να συμβεί σε όλους.
Τέλος, παρόλο που η παράσταση είχε ροή και ρυθμό, υπήρξαν και πιο στατικές σκηνές που δημιούργησαν μια κοιλιά και ένα μικρό χρονικό ξεχείλωμα.
Ο Δημήτρης Λάλος στο ρόλο του Ορέστη, ήταν απλός και συνάμα δυναμικός στην ερμηνεία του. Χωρίς λάθη στην άρθρωση, με καθαρό και δωρικό λόγο, στέρεο σκηνικό πάτημα και χωρίς εκφραστικές ή κινητικές υπερβολές, στάθηκε με συνέπεια και εξαιρετική ισορροπία στην εμβάθυνσή του αποτελώντας εξαιρετική επιλογή για την ερμηνεία του χαρακτήρα.
Η Έλενα Μαυρίδου σαν Ηλέκτρα, έδωσε μεγαλύτερη σημασία στην παιγνιώδη πλευρά του ρόλου της, από τη δραματική, περιορίστηκε κινητικά σε πολύ μικρό τμήμα της σκηνής και έδωσε μια μονοδιάστατη ερμηνεία της αδερφής του Ορέστη.
Σαν Τυνδάρεως όμως, έδειξε μεγαλύτερες δυνατότητες και καλύτερη κατανόηση του ρόλου, παίζοντάς τον σχεδόν υποδειγματικά.
Ο Μιχάλης Βαλάσογλου, στο ρόλο του Μενέλαου, έβγαλε ένα σαρκασμό στην αρχή της ερμηνείας του, ο οποίος στη συνέχεια κούρασε, για να τον ισορροπήσει προς το τέλος με την αγωνία του συζύγου και πατέρα και να αφήσει ικανοποιητική τελική εντύπωση.
Σαν Πυλάδης, είχε μια ναρκισσιστική και πομπώδη κίνηση σώματος στη σκηνή, που δεν προσέδωσε αλήθεια και ειδικό βάρος στην ερμηνεία του.
Η Έλενα Κούζα, άχρωμη και γενικά ανέκφραστη, ερμηνεύοντας το χαρακτήρα της Ελένης και με έναν ανεξήγητα φαιδρό τόνο φωνής και κίνηση καρικατούρας όταν ανέλαβε το ρόλο του "Από Μηχανής Θεού" Απόλλωνα, στάθηκε ο πιο αδύναμος ερμηνευτικός κρίκος.
Σε μία σκηνή συμμετέχουν και σπουδαστές από το Α' και Β' έτος της Δραματικής Σχολής του ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Πάτρας και από το Α' έτος της Δραματικής Σχολής Δήλος.
Το σκηνικό των Σίμου Κακάλα και Μάρθας Φωκά, λιτό και απλό προσπάθησε να προσδώσει μια γήινη χροιά στο χαρακτήρα και το ύφος της παράστασης και γενικά τα κατάφερε. Κάποιες μοντέρνες πινελιές δε με έπεισαν για την αναγκαιότητα της παρουσίας τους.
Στη Μάρθα Φωκά, ανήκαν και τα ευφυή κοστούμια της παράστασης και ο σχεδιασμός των μασκών, που αποτέλεσαν το πιο σοφό σκηνικό εύρημά της.
Η μουσική του Mohammad μονότονη και σε κάποιες στιγμές κουραστική, ενώ οι φωτισμοί του Περικλή Μαθιέλλη ήταν επαρκέστατοι και σωστοί.
Συμπερασματικά, ο Σίμος Κακάλας προσπάθησε να φωτίσει μια άλλη, ξεχασμένη από κάποιους, προσέγγιση της αρχαίας τραγωδίας, χωρίς όμως να καταφέρει να αποφύγει κάποιες από τις παγίδες που ελλοχεύουν σε όλες τις διαφορετικές προσεγγίσεις. Είχε τα σκηνικά εργαλεία και γενικά καλές ερμηνείες στη φαρέτρα του, αλλά δεν ενσωμάτωσε ενεργά όλες του τις ιδέες στο όραμά του, αφήνοντας κάποιες απλά να υπάρχουν και να αιωρούνται σε αυτό. Το δέσιμο των κωμικών ανασών με την τραγωδία, δεν έγινε εν γένει πετυχημένα και στο σύνολό της η παράσταση έδωσε τη γενική εντύπωση των καλών ιδεών και προθέσεων, που όμως έμειναν ανεξήγητα ανολοκλήρωτες στη σκηνή.
Θα περιμένουμε πάντως και την καινούργια προσπάθεια του κυρίου Κακάλα, γιατί έδειξε ότι ταλέντο και νους υπάρχει.