Ο ΝΙΚΟΣ ΚΑΡΑΓΕΩΡΓΟΣ ΣΤΟ ONLYTHEATER
- Ημερομηνία: Τρίτη, 01/09/2015 11:14
Ο Νίκος Καραγέωργος σκηνοθετεί στο Cartel ένα αριστούργημα του θεάτρου, το «Περιμένοντας τον Γκοντό». Δύο πλανόδιοι «αλήτες» περιμένουν στο διηνεκές του χρόνου κάποιον ονόματι Γκοντό. Ποιος είναι αυτός ο περίεργος κύριος; Θέλουν πραγματικά να έρθει ή ζουν για να περιμένουν, γεμίζοντας το χρόνο πριν από το τέλος;
Πώς αποφάσισες να σκηνοθετήσεις το Περιμένοντας τον Γκοντό;
Ασχολούμαι χρόνια με αυτό το έργο. Έκανα κάποιες σκηνές στις σχολές όπου δίδασκα, πιο βατές, γιατί πάντα είχα ένα φόβο με το κείμενο. Πριν από δυο χρόνια είχα ξεκινήσει με έναν ερασιτεχνικό θίασο στην Καλαμάτα να το κάνω κι όλο μου στριφογύριζε στο μυαλό μου ως ιδέα. Όταν λοιπόν μου το πρότειναν ο Παναγιώτης Σούλης και ο Βασίλης Μπισμπίκης δέχτηκα. Έκανα μάλιστα και τη μετάφραση του έργου. Ο Βολανάκης έλεγε ότι αυτό το έργο είναι ένα εγχειρίδιο επιβίωσης για τους νέους. Είναι ένας τρόπος δηλαδή να προετοιμαστούν οι νέοι για τη ζωή που έρχεται. Είναι ένα σπουδαίο κείμενο. Το φοβερό είναι το πρώτο του θεατρικό έργο του Μπέκετ και παρόλα αυτά είναι ένα τέλειο και άρτιο συμπυκνωμένο κείμενο.
Ο Γκοντό ποιος είναι τελικά;
Ο Μπέκετ δεν ήθελε να απαντήσει, τον ενοχλούσε να τον ρωτούν ποιος είναι. Άρχισαν να λένε κάποιοι ότι είναι Θεός. αλλά ο ίδιος είχε πει επ' αυτού ότι αν εννοούσε το Θεο, θα έγραφε "God", όχι Γκοντό. Ο Μπαλζάκ έχει γράψει ένα μυθιστόρημα για έναν χαρτοπαίκτη που περιμένει κάποιον να του δώσει χρήματα και ποτέ δεν έρχεται, που λέγεται Γκοντό. Κι επειδή ο Μπέκετ είχε κλασική παιδεία ίσως εμπνεύστηκε από αυτόν. Ο Γκοντό κατά βάση είναι ο στόχος μάλλον. Βάζουμε κάτι ως στόχο για να αντέξουμε το τραγικό νόημα της ζωής που δεν έχει νόημα. Γιατί γεννηθήκαμε χωρίς λόγο και θα πεθάνουμε χωρίς λόγο. Στην πραγματικότητα αυτοί οι δύο δεν θέλουν να έρθει κανείς, θέλουν να περιμένουν. Γιατί όταν γίνεται κάτι που θέλουμε, τότε χάνει το νόημα του. Αυτή είναι και η ερμηνεία του Έσσλιν. Μια άλλη εκδοχή της Γερμάνου, μια ελληνίδας θεατρολόγου, βασίζεται στον Λακάν, στον Φουκώ και στον Γιουνγκ. Ο Μπέκετ πήγαινε σε σεμινάρια του Γιουνγκ. Η εκδοχή αυτή στηρίζεται στο ότι ο Γκοντό δεν υπάρχει, έχει πεθάνει, ο στόχος δηλαδή έχει πεθάνει, ζούμε σε έναν πολιτισμό που οι στόχοι μας είναι νεκροί. Αυτοί οι δύο έχουν τραύμα και δεν μπορούν να αποδεχτούν ότι ο Γκοντό έχει πεθάνει και συνεχίζουν να κάνουν αυτό που ξέρουν: να περιμένουν. Αλλά κάθε φορά που επαναλαμβάνεται κάτι σχετικό ξαναζούν το τραύμα, αλλά την πηγή του τραύματος δεν την αγγίζουν. Εμείς στηρίζουμε αυτή την εκδοχή περισσότερο στην παράσταση. Οι ήρωες έχουν μια αμφιβολία μήπως δεν τα ζουν τελικά όλα αυτά. Η τραγωδία της ύπαρξης και της μοναξιάς.... Αυτό είναι το θέμα του έργου, νομίζω...
Ο Μπέκετ έχει πλήθος σκηνοθετικών οδηγιών. Τις ακολούθησες;
Εντελώς, και τις οδηγίες ακολούθησα και τις παύσεις... Γιατί τα έχει όλα γραμμένα ο Μπέκετ, δεν έχεις λόγο να κάνεις κάτι παραπάνω ή παρακάτω. Μπορώ να σου πω ότι με ανακούφισε που είχε όλες αυτές τις οδηγίες, με βοήθησε πάρα πολύ..
Τα πρόσωπα στον Μπέκετ λειτουργούν ως σύμβολα, δεν έχουν ψυχολογισμούς. Εσύ πώς τα αντιμετώπισες;
Όντως δεν έχουν παρελθόν, δεν έχουν μνήμες. Η θεατρική μας παιδεία βασίζεται στον Στανισλάφσκι, αλλά εδώ η στανισλαφσκική μέθοδος δεν μπορεί να λειτουργήσει. Βασιστήκαμε περισσότερο στη λογική του Γιουνγκ για τα αρχέτυπα και πώς υπάρχει κάποιος στο μη χρόνο. Ο ίδιος ο Μπέκετ, όπως λένε κάποιοι ηθοποιοί του, τους ζήταγε απλώς να πουν τα λόγια τους. Το βίωναν οδυνηρά όλο αυτό, γιατί δεν ήξεραν τι κάνουν. Βασικά, όμως αυτό είναι το κλειδί, πρέπει να πεις τα λόγια στο τώρα. Στην αρχή περάσαμε τη φάση του Στανισλάφσκι στις πρόβες και είδαμε ότι δεν μας πάει κάπου. Κάναμε λοιπόν μια άσκηση: λέγαμε το κείμενο χωρίς να σκεφτόμαστε το γιατί, απλώς τα λέγαμε στο εδώ και στο τώρα, και καταλάβαμε ότι η ίδια η ατάκα έχει μια δύναμη...
Πιστεύεις όντως ότι όλα γίνονται χωρίς λόγο;
Δεν υπάρχει καμία αιτία, δε συνωμότησε το σύμπαν για να έρθουμε εδώ. Το διάστημα που λέγεται ζωή είναι μια τυχαία συγκυρία. Εμείς ψάχνουμε ένα νόημα σε όλο αυτό. Η ανάγκη της νομοτέλειας ή του να εξηγούμε τα πράγματα είναι για να γεμίσουμε το κενό. Να ξεπεράσουμε το φόβο του θανάτου.