• Buzz
  • Η ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΗ | ΚΡΙΤΙΚΗ
Η ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΗ | ΚΡΙΤΙΚΗ

Η ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟΥ ΙΩΑΝΝΗ | ΚΡΙΤΙΚΗ


4.3/5 κατάταξη (9 ψήφοι)

Την "Αποκάλυψη" του Ευαγγελιστή Ιωάννη σκηνοθετεί στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών του Ιδρύματος Ωνάση ο Θάνος Παπακωνσταντίνου. Το κείμενο είναι ένα από τα 27 βιβλία της Καινής Διαθήκης, το οποίο σύμφωνα με τη χριστιανική παράδοση γράφτηκε από τον Απόστολο το 96 μ.Χ., όταν ήταν εξόριστος στην Πάτμο. Αποτελείται από 22 κεφάλαια, χωρισμένα σε τρεις ενότητες, "Όσα ο Ιωάννης Είδε" (1), "τα Παρόντα - Οι Επιστολές του Κυρίου" (2-3) και "τα Μέλλοντα-μετά ταύτα" (4-22) και είναι ένα κείμενο βαθιά θρησκευτικό, προφητικό, εσχατολογικό, η μελέτη του οποίου μέσα στους αιώνες έχει προσφέρει πολλές προσεγγίσεις, ενώ αποτέλεσε τόσο κείμενο πίστης και ελπίδας, όσο και αμφισβήτησης και ρήξης των καθιερωμένων. Οι αναγνώσεις πολλές και διαφορετικές και οι συμβολισμοί που ο καθένας διακρίνει στο κείμενο αναρίθμητοι. Εξίσου πολλές υπήρξαν και οι προσπάθειες ερμηνείας των γραφών του, είτε σε θεολογικό, είτε σε κοινωνικό επίπεδο, ενώ έδωσε έδαφος και πνοή σε αρκετά επαναστατικά κινήματα ανά τους αιώνες, παραμένοντας όμως δυσπρόσιτο, αν και ενορατικό και βαθιά ευλαβικό. Στην παράσταση ο σκηνοθέτης στέκεται σε 7 (επτά) εικόνες πίσω από την Αποκάλυψη, οι οποίες με σειρά εμφάνισης είναι οι Πρωτοχριστιανοί, ο Ισλαμικός Εξτρεμισμός, η Οκτωβριανή Επανάσταση, ο Γερμανικός Εθνικοσοσιαλισμός, η Αμερικανική Επανάσταση, η Γαλλική Επανάσταση και οι Μεσαιωνικοί Χιλιαστές. Η μετάφραση έγινε από τη Μιχαήλα Πλιαπλιά και στάθηκε απόλυτα πιστή στο βιβλικό κείμενο, δίνοντάς του όμως μια σύγχρονη και καθομιλούμενη ώθηση, ενώ τη δραματουργική επεξεργασία έκανε ο ίδιος ο σκηνοθέτης.

Ο Θάνος Παπακωνσταντίνου στη σκηνοθετική καθοδήγηση έδωσε μεγάλη έμφαση στη δημιουργία εικόνων ισχυρών, έντονων που να ανταποκρίνονται στην δυναμική του λόγου και το σφρίγος των νοημάτων του, ώστε να αλληλεπιδρούν και να αλληλοσυμπληρώνονται. Δεν προσπάθησε κατ' ουδένα τρόπο να ερμηνεύσει, να αναλύσει ή να επεξηγήσει τα ψήγματα των κειμένων που χρησιμοποίησε στο πόνημά του, άλλωστε θέλησε να καταθέσει μια θεατρική πρόταση και όχι κάτι πιο σύνθετο. Έδωσε όμως υπόσταση στον τρόπο που η σκέψη, η αισθητική και η δημιουργικότητά του αντιλήφθηκε το κείμενο που διάβαζε και επεξεργαζόταν. Η παράσταση ξεκίνησε με ένα παιδί στο κέντρο της σκηνής να διαβάζει με ιδιαίτερη συγκέντρωση το κείμενο, αμίλητο και τους ηθοποιούς σε άκρα σιωπή να κινούνται δίπλα και πίσω του με μια λεπτοδουλεμένη αρμονία σαν προέκταση της φαντασίας του. Στη συνέχεια οι εικόνες διαδέχονται η μία την άλλη, με μία λειτουργική ροή και συνέπεια, δίνοντας συχνά στο θεατή την αίσθηση ότι μια σειρά από ζωγραφικοί πίνακες περνούν από μπροστά του. Ο λόγος μοιράζεται σχεδόν ισομερώς σε όλους τους ηθοποιούς, χωρίς να υπάρχουν συγκεκριμένοι ρόλοι σε συγκεκριμένα πρόσωπα, καθώς όλοι γίνονται πιστοί, μάρτυρες, προφήτες, μέλη μιας επαναστατικής ομάδας. Η ενέργεια που εκπέμπει ο λόγος αυτός (με ελάχιστες στιγμές να αποτελούν εξαίρεση, η οποία δεν επηρεάζει το τελικό αποτέλεσμα) δείχνει να μετατρέπεται σε μια κινητήρια δύναμη για τα σώματα. Η τελευταία σκηνή της παράστασης (σε συνδυασμό με τον εξαιρετικό σχεδιασμό των φωτισμών) παράπεμψε σε εικόνα σπαραγμού και εγκατάλειψης σπουδαίου κινηματογραφιστή.

Η Αλεξία Καλτσίκη, η Μαριάννα Δημητρίου, η Καλλιόπη Σίμου, η Ελένη Μολέσκη, η Κλεοπάτρα Μάρκου, ο Θανάσης Δόβρης, ο Σωτήρης Τσακομίδης, ο Μάριος Παναγιώτου, ο Μιλτιάδης Φιορέντζης και ο Γιώργος Δικαίος συγκροτούν μια ερμηνευτική ομάδα συμπαγή, δυνατή, καλοδουλεμένη, σχεδόν απόλυτα συντονισμένη, που συχνά θυμίζουν χορό αρχαίας τραγωδίας με εναλλασσόμενο κορυφαίο. Η φωνή τους έχει καθαρή άρθρωση, σωστές εντάσεις, μουσικότητα και γίνεται λόγος, ύμνος, θρήνος που έχει ρυθμό, ενότητα και συνέχεια. Σημαντική είναι και η συμβολή των μουσικών, οι οποίοι παίζουν ζωντανά και με τις μελωδίες τους "ντύνουν" τον λόγο, αποτελώντας αναπόσπαστο κρίκο της ομαλής ροής της αφήγησης.
Η ομάδα αυτή απαρτίζεται από τους Θοδωρή Βαζάκα (κρουστά), Κώστα Γάτσιο (μπάσο κλαρινέτο), Αλέξη Καραϊσκάκη (τσέλο), Σπύρο Μοσχονά (μπάσο τρομπόνι), Ελευθερία Τόγια (βιόλα), Δημήτρη Τίγκα (κοντραμπάσο) και Κώστα Τσιώλη (ηλεκτρονικά).
Στις σκηνικές εικόνες συμμετέχουν και οι Παντελής Καλογεράκης, Κωνσταντίνα Κάλτσιου, Λουκάς Κυριαζής, Μαρία Μαντά, Γιάννης Μπάτσης, Γρηγορία Οικονομάκη, Ραφαήλ Σιδηρόπουλος, Κωνσταντίνα Σκανδάλη, Δημήτρης Χαραλαμπόπουλος, Εύη Χρόνη και τα παιδιά Κωνσταντίνος Τσακομίδης και Μάρκος Σωμαρίπας-Χρονόπουλος.

Η Νίκη Ψυχογιού δημιουργεί ένα σκηνικό που αποτελεί ενεργό κύτταρο των εικόνων που δημιουργεί ο σκηνοθέτης, με μικρά συνοδευτικά αντικείμενα ανάλογα με τη σκηνή. Τα κοστούμια της ίδιας σε σκούρους ως επί το πλείστον τόνους, δεν προκαλούν ποτέ το μάτι του θεατή, εντάσσονται στους εκάστοτε ρόλους και γενικότερα υπηρετούν μια λιτή, σχεδόν θρησκευτική αισθητική προσέγγιση.
Την πρωτότυπη μουσική σύνθεση υπέγραψε ο Πάνος Ηλιόπουλος και είχε ένταση, παλμό και δυναμική, υποστήριξε επαρκώς τις κορυφώσεις του λόγου, χωρίς όμως να αποσπά την προσοχή του θεατή από τα νοήματά του.
Τη μουσική επιμέλεια και τη διεύθυνση της ορχήστρας είχε ο Μάρκελλος Χρυσικόπουλος, ο οποίος έπαιξε παράλληλα και το εκκλησιαστικό όργανο. Η κίνηση σχεδιάστηκε από τη Νάντη Γώγουλου και φάνηκε δουλεμένη και στην παραμικρή της λεπτομέρεια. Η τελετουργική αισθητική της είχε έμπνευση, πάθος κι έδεσε απόλυτα με τη σκηνοθετική οπτική.
Οι φωτισμοί της Χριστίνας Θανάσουλα έπαιξαν συχνά με τις σκιές, έδωσαν την αίσθηση ότι το φως "κυνηγούσε" το σκοτάδι και δημιούργησαν μια υποβλητική (συχνά κατανυκτική) ατμόσφαιρα που συντονίστηκε με τη θρησκευτικότητα του κειμένου.

Συμπερασματικά, στη σκηνή της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών του Ιδρύματος Ωνάση παρακολούθησα ένα τολμηρό θεατρικό εγχείρημα, για το οποίο όμως έγινε πολλή και σοβαρή δουλειά για να ανέβει. Το κείμενο της Καινής Διαθήκης αντιμετωπίστηκε με σεβασμό, θραύσματά του έγιναν εικόνες υψηλής αισθητικής που συνόδευσαν αρμονικά τον λόγο, η ροή του είχε ρυθμό κι έκανε ελάχιστες κοιλιές και η ατμόσφαιρα ήταν υποβλητική. Η ερμηνευτική ομάδα κατέθεσε απλόχερα το ταλέντο της, δημιούργησε έναν καλοκουρδισμένο βιβλικό χορό, με τη μουσική και την κίνηση να συμπληρώνουν δημιουργικά τη σκηνοθετική οπτική.


Αφήστε σχόλιο

Παρακαλούμε συνδεθείτε για να αφήσετε σχόλιο.