ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΜΠΟΥΡΔΟΥΜΗΣ: «ΑΙΣΘΑΝΟΜΑΙ ΜΙΣΘΟΦΟΡΟΣ ΤΟΥ ΘΕΑΤΡΟΥ»
- Ημερομηνία: Τετάρτη, 11/11/2020 19:42
Πάτρα - Αθήνα και αντίστροφα. Αυτή είναι το τελευταίο διάστημα η διαδρομή του. Αθήνα για τα γυρίσματα της σειράς «Χαιρέτα μου τον Πλάτανο» σε σκηνοθεσία Ανδρέα Μορφονιού στην ΕΡΤ και στην Πάτρα γιατί εκεί βρίσκεται ό,τι πολυτιμότερο έχει: η σύζυγός του Λένα Δροσάκη και ο γιος τους. «Η οικογένειά μου», λέει, «είναι ο κομβικός σταθμός της ζωής μου. Είναι η πιο ευτυχισμένη περίοδός μου, παρόλο που το 2020 μας βρίσκει με καραντίνα, με κορονοιό με πολλά προβλήματα στη δουλειά για εμάς τους καλλιτέχνες» τονίζει ο Αλέξανδρος Μπουρδούμης στο ethnos.gr.
- Πρώτη φορά σε βλέπω τόσο χαρούμενο...
- Ίσως γιατί μαζί τους νιώθω ακόμα πιο δυνατός, μου δίνουν το κουράγιο να προσπαθήσω να κάνω τις δικές μου εσωτερικές υπερβάσεις, την τύχη και την ευλογία να καταφέρω να δημιουργήσω ό,τι αγαπούσα. Με τη Λένα είμαστε μαζί δεμένοι σαν γροθιά και για μένα αποτελεί το ουράνιο τόξο κόντρα σε μια συννεφιά, σε έναν πεσιμισμό του του καιρού που ξέρω ότι μαζί της θα τα υπερνικήσω.
- Θα ήθελα να μας συστήσεις τον παιδικό εαυτό σου.
- Γεννήθηκα σε μια γειτονιά στο κέντρο της Αθήνας, τα πρώτα 4 χρόνια τα πέρασα κοντά στον παππού και τη γιαγιά και αργότερα μετακομίσαμε στο Παλαιό Φάληρο όπου πέρασα ανέμελα παιδικά χρόνια. Ακόμα θυμάμαι να εξερευνούμε, με τα παιδιά της γειτονιάς, τα παλιά αρχοντικά της περιοχής, λίγο πριν γίνουν πολυκατοικίες τη δεκαετία του ’80.
Ήμουν ο μικρότερος γιος από τα τρία αδέλφια, όλα αγόρια, και από μικρός είχα δείξει ότι ήμουν καλλιτεχνική φύση. Ήμουν ένα παιδί πρώτος στα πάρτι, πρώτος στην καζούρα, πρώτος στους χορούς και την πλάκα, είχα μια εξωστρέφεια, ίσως γιατί εκεί ήταν το καταφύγιό μου για να ξεφεύγω από τα όποια προβλήματα υπήρχαν στο οικογενειακό μου περιβάλλον, ποια οικογένεια άλλωστε είναι τέλεια και χωρίς τα δικά της θέματα; Κάπου εκεί, λοιπόν, σε καλλιτεχνικές δραστηριότητες, έψαχνα τη δική μου ελευθερία και όλο αυτό μου διέγειρε τη φαντασία.
- Άρα, να φανταστώ πως ήταν μονόδρομος η Τέχνη.
- Εννοείται. Δεν ήταν τυχαίο ότι στα 18 μου μπήκα στη σχολή του Θεάτρου Τέχνης. Ναι, ήμουν πολύ τυχερός. Δεν ξέρω αν δεν πέρναγα στη σχολή τι θα μου επιφύλασσε η μοίρα στα επαγγελματικά. Ίσως θα ασχολιόμουν με το επάγγελμα των δικών μου, που είχαν σχέση με το κόσμημα, είτε στην πώληση, είτε στην κατασκευή. Άλλωστε καλός μαθητής δεν ήμουν, τα μαθήματα δεν ήταν ποτέ το δυνατό μου σημείο, εμένα η μπάλα μου άρεσε, ποδοσφαιριστής ναι, θα μου άρεσε να γίνω!
ΟΙ ΜΑΓΙΚΟΙ ΔΑΣΚΑΛΟΙ ΤΟΥ ΘΕΑΤΡΟΥ ΤΕΧΝΗΣ
- Το Θέατρο Τέχνης όμως, σου άλλαξε τη ζωή.
- Όλη! Είχα δασκάλους όλους τους επιγόνους του Κάρολου Κουν: τον Κουγιουμτζή, τον Λαζάνη, την Πιτακή, τη Γέρου, οι οποίοι με γαλούχησαν, έγραψαν πάνω μου -λευκό χαρτί ήμουν, άλλωστε, για εκείνους- όχι μόνο έναν τρόπο σκέψης, για τη δουλειά, αλλά για όλη μου τη ζωή. Μαζί τους απέκτησα πολύ σκληρή πειθαρχία και γρήγορα κατάλαβα ότι η τέχνη του θεάτρου δεν είναι κάτι λαμπερό αλλά κάτι που χρειάζεται πολύ εσωτερικό σκάψιμο και καθημερινό δόσιμο. Δε σημαίνει τίποτα, τελικά, το να πετύχεις επειδή έπαιξες σε έναν ρόλο. Αλλά κάθε φορά να τυραννάς τον εαυτό σου και να τον παιδεύεις με κάθε νέα πρόκληση. «Η υποκριτική», όπως μου έλεγε η δασκάλα μου, Κάτια Γέρου, «είναι μαγειρική. Κάθε φορά φτιάχνεις το ίδιο φαγητό και κάθε φορά δεν ξέρεις αν η συνταγή θα σου βγει η ίδια».
- Έπαιξες νωρίς σε παραστάσεις του Τέχνης;
- Ήμουν τυχερός σπουδαστής γιατί άρχισα να παίζω από το πρώτο έτος της σχολής στις παραστάσεις του Θεάτρου Τέχνης και τα καλοκαίρια ήμουν μαζί τους στην Επίδαυρο -αυτό ήταν και το αγροτικό μου, ίσως μαζί με αυτό και τα πρώτα μου μικρά παράσημα. Όταν τελείωσα τη σχολή έπαιξα στο μιούζικαλ «Grease» στο θέατρο «Βέμπο» με τον Μάριο Φραγκούλη, τότε που τα μιούζικαλ δεν ήταν της μόδας στις αθηναϊκές θεατρικές σκηνές και αυτό ήταν το επίσημο βάπτισμα του πυρός!
- Πόσο δύσκολα ήταν αυτά τα 25 χρόνια σε αυτήν τη δουλειά;
- 25 χρόνια!! Ούτε που κατάλαβα πως πέρασαν, αλλά με χαρά θα τα ξαναζούσα και δε μετάνιωσα ούτε για μια στιγμή για όσα έζησα. Και σίγουρα δεν ήταν όλα ρόδινα. Δεν ήταν τίποτα στρωμένο για μένα. Πολλές οι δυσκολίες, πολλές οι απορρίψεις, άλλωστε εγώ δεν ήμουν ποτέ μέλος σε κάποια «θεατρική παρέα». Αισθανόμουν και αισθάνομαι «μισθοφόρος του θεάτρου». Είχα, άλλωστε, πει, μέσα μου, πως αν μέχρι τα 30 δεν έχω καταφέρει να κάνω την υπέρβαση και να μπορώ να ζω από αυτό το επάγγελμα, ίσως και να τα παρατούσα.
«ΣΤΗ ΔΟΥΛΕΙΑ ΠΑΛΕΥΩ ΑΚΟΜΗ. ΜΑΘΗΤΕΥΩ»
- Ποια ήταν η δουλειά που σου άλλαξε τη ζωή;
- Ήταν όταν έπαιξα μαζί με την Πέμυ Ζούνη στο έργο του Άκη Δήμου «Η Μαργαρίτα Γκωτιέ ταξιδεύει απόψε στην Αθήνα», σε σκηνοθεσία Αντώνη Καλογρίδη. Από εκεί άνοιξαν οι πόρτες στη δουλειά και με είδαν οι άνθρωποι του χώρου με άλλο μάτι. Σα να με άγγιξε τότε ένα μαγικό ραβδί…
Στη δουλειά όμως, δε θεωρώ τίποτα δεδομένο. Παλεύω ακόμα. Μαθητεύω. Αυτό που με έχει κάνει να στέκομαι στα δυο μου πόδια είναι οι συναντήσεις μου με τους ανθρώπους του θεάτρου, αυτοί που μου έμαθαν να πελεκάω τους ρόλους μου. Αλλά και με εκείνους τους σπουδαίους ηθοποιούς που είχα την τύχη να βρεθώ μαζί τους στο σανίδι, όπως τον Θανάση Βέγγο, τον Θύμιο Καρακατσάνη, τον Γιώργο Μαρίνο αλλά και με σκηνοθέτες που με σημάδεψαν όπως τον Νικολαίδη, τον Τσιάνο, τον Αντύπα, τον Κακογιάννη και βέβαια τον Κώστα Γαβρά, που μαζί του περπάτησα στο κόκκινο χαλί στο Φεστιβάλ Βενετίας για την ταινία «’Ενήλικες στο δωμάτιο». Ποιος αλήθεια να μου το έλεγε, τότε που ξεκινούσα δειλά-δειλά να δουλεύω, ότι μια μέρα θα βρισκόμουν δίπλα σε έναν ογκόλιθο της τέχνης και του παγκόσμιου κινηματογράφου;
- Πιστεύεις πως έχεις κάνει -ειδικά στην τηλεόραση- και πράγματα ριψοκίνδυνα;
- Ναι. Στην τηλεόραση έκανα για παράδειγμα τον ρόλο του Δημήτρη Παπαμιχαήλ στη σειρά για τη ζωή της Αλίκης Βουγιουκλάκη. Τι είχαμε ακούσει τότε… Μα τι είχαμε ακούσει… Ποιος να το περίμενε… Και να σκεφτείς ότι κανένας, από τον χώρο μας, δε με βοήθησε να μάθω, να ψάξω για αυτή τη σπουδαία προσωπικότητα, κανείς, παρά μόνο η δεύτερή του γυναίκα η Νανά Ειλικρινή. Δεν το έχω μετανιώσει όμως, γιατί ποιος θα έλεγε όχι σε μια τέτοια πρόκληση, να πάρει έναν πρώτο ρόλο σε μια τόσο μεγάλη παραγωγή;
«ΜΕΤΑΝΙΩΣΑ ΠΟΥ ΕΠΕΤΡΕΨΑ ΤΗΝ ΠΡΟΒΟΛΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΗΣ ΜΟΥ ΖΩΗΣ»
- Υπάρχει κάτι για το οποίο έχεις μετανιώσει στην πορεία σου;
- Βέβαια. Αυτό είναι που που επέτρεψα η προσωπική μου ζωή να δώσει την αφορμή για να ασχοληθούν παραπάνω από όσο έπρεπε για τις προσωπικές μου επιλογές. Ήταν όμως μια άλλη δεκαετία, με ένα άλλο lifestyle και εγώ αρκετά ανώριμος, ίσως, για να χειριστώ σωστά κάποιες καταστάσεις. Ναι, φταίω κι εγώ σε αυτό, γιατί κάτω από αυτήν τη «λάμψη» εκείνης της χρυσής εποχής, κάπου έχασα κι εγώ τα βήματα μου. Άλλωστε το φως είναι πάντα τόσο εκτυφλωτικό που μπορεί να σε κάνει να παραπατήσεις, να αποπροσανατολιστείς… Έμαθα, όμως, και από αυτό, ξαναβρήκα τα βήματά μου και απέκτησα μια άλλη σκέψη για τα πράγματα, μια άλλη ωριμότητα. Είναι ένα κεφάλαιο που έχει κλείσει πια για μένα…
- Θα ψαχνόσουν άραγε να δοκιμαστείς και σε κάτι άσχετο με την υποκριτική;
- Πολλές φορές σκέφτομαι αν θα έκανα κάτι κόντρα σε εμένα, κάτι διαφορετικό. Ναι, κάτι που δεν έχω πειραματιστεί είναι η παρουσίαση. Θα ήθελα να το δοκιμάσω. Με περιτριγυρίζει, δεν έχει κάτσει ακόμα η σωστή συγκυρία, αλλά είναι κάτι που με ιντριγκάρει, μου εξάπτει τη φαντασία…
- Τι είναι αυτό που σε προβληματίζει πολύ αυτή την περίοδο;
- Είναι η εξέλιξη της δουλειάς, στα χρόνια του κορονοϊού. Είμαστε ένας κλάδος που πρώτος έκλεισε και μάλλον ο τελευταίος θα ανοίξει -παρόλο που το θέατρο είναι ένας ασφαλής χώρος για τη μη μετάδοση του ιού. Το θέατρο βάλλεται και κατά τη γνώμη μου μου αδίκως. Κανένα, άλλωστε, κρούσμα δεν ξεπήδησε από τις θεατρικές αίθουσες. Το θέατρο πρέπει να μείνει ανοιχτό, όχι μόνο γιατί τόσες ειδικότητες θα μείνουν χωρίς δουλειά, αλλά γιατί είναι κάτι πολύ πιο σημαντικό: είναι η ελπίδα και το όνειρο για ένα καλύτερο αύριο. Ποιος λοιπόν μπορεί να μας το στερήσει αυτό;