• Buzz
  • ΑΞΙΖΕΙ ΤΟΝ ΚΟΠΟ Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ, ΚΥΡΙΩΣ ΓΙΑ ΕΝΑΝ ΕΡΩΤΑ
ΑΞΙΖΕΙ ΤΟΝ ΚΟΠΟ Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ, ΚΥΡΙΩΣ ΓΙΑ ΕΝΑΝ ΕΡΩΤΑ

ΑΞΙΖΕΙ ΤΟΝ ΚΟΠΟ Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ, ΚΥΡΙΩΣ ΓΙΑ ΕΝΑΝ ΕΡΩΤΑ


5.0/5 κατάταξη (9 ψήφοι)

Ο ηθοποιός Βασίλης Ευταξόπουλος και ο σκηνοθέτης Λεωνίδας Παπαδόπουλος,  μας συστήνουν τον ήρωα του ΚΟΝΤΡΑΜΠΑΣΟΥ, του Π. Ζίσκιντ.

Οι συνομιλητές μου, με μεταφέρουν στη μυστηριώδη σκηνή του Ιλίσια-Βολανάκης, στο κέντρο της οποίας δεσπόζει το ΚΟΝΤΡΑΜΠΑΣΟ και μου εξομολογούνται μνήμες, οράματα, σκέψεις και προσωπικά τους συναισθήματα. Οι δύο καλλιτέχνες μιλούν στο onlytheater.gr, για την γνωριμία τους και μας συστήνουν τον ήρωα του έργου, όπως εκείνοι τον αισθάνθηκαν και τον κατανόησαν...

- Βασίλη, υποδύεσαι έναν μουσικό που παίζει κοντραμπάσο, ένα όργανο παράξενο, δύστροπο, όπως μας αποκαλύπτεται μέσα από την ιστορία του Ζίσκιντ. Ποια είναι η σχέση του ήρωα με το κοντραμπάσο; Τι τον συνδέει μ’αυτό;

Δύστροπο θα το χαρακτηρίζαμε κυρίως λόγω του μεγάλου του όγκου και της δυσκολίας του να μετακινηθεί, καθώς επίσης και εξαιτίας του ότι βρίσκεται στις τελευταίες σειρές της ορχήστρας. Ωστόσο, ο ήρωας το αγαπά πολύ το κοντραμπάσο, ακόμη κι αν δεν ήταν η πρώτη του επιλογή και οι συνθήκες του ψυχρού οικογενειακού του περιβάλλοντος, ήταν που τον οδήγησαν σε αυτό. Κάτι που συζητούσαμε και με τον Λεωνίδα όσο κάναμε πρόβες ήταν αυτό ακριβώς: αν ήταν απλώς ένας καλός κοντραμπασίστας ή αν το αγαπούσε πραγματικά το κοντραμπάσο. Προσωπικά, θεωρώ ότι είναι ένας σπουδαίος μουσικός κι ας μην το δέχεται ο ίδιος, ενώ παράλληλα διατηρεί με το κοντραμπάσο, τη σχέση ενός ζευγαριού που ζει πολλά χρόνια μαζί. Τους συνδέει μια σχέση αγάπης και μίσους. Όσο περισσότερο δένεται με το κοντραμπάσο του, τόσο περισσότερο απομακρύνεται από την κοινωνία, απομονώνεται.

- Η πρώτη του λέξη, βέβαια, με την οποία και συστήνεται στο κοινό, είναι «εγώ» και τη λέει έχοντας μόλις ακούσει τη μουσική του...

Βασίλης Eυταξόπουλος: Προσπαθεί να μας πει ότι «όλο αυτό που θα δείτε, είμαι εγώ». Το ζητούμενό μας από την αρχή με τον Λεωνίδα, ήταν να βρούμε έναν λόγο, ένα έναυσμα ώστε να μπορέσει αυτός ο άνθρωπος, ο περίεργος, ο απομονωμένος σε ένα ηχομονωμένο δωμάτιο, να ξεκινήσει την εξομολόγηση αυτών που του συμβαίνουν, μπροστά στον κόσμο. Πιθανότατα, κάτι του έχει συμβεί πριν ξεκινήσει να μας μιλά και πρέπει να το δικαιολογήσει με κάποιον τρόπο και να πει πως «είτε με θέλετε, είτε όχι, εγώ αυτός είμαι»! Κάπως έτσι ξετυλίγεται ολόκληρη η εσωτερική του ομολογία. Βέβαια, το έργο αυτό καθεαυτό, δεν ξεκινά με την αντωνυμία «εγώ», αλλά πρόκειται για δική μας παρέμβαση, του Λεωνίδα πρωτίστως.

Λεωνίδας Παπαδόπουλος: Πέραν όλων αυτών που προείπε ο Βασίλης, προσωπικά θεωρώ ότι το «εγώ είμαι» ενυπάρχει μέσα στο ότι ο ίδιος ο καλλιτέχνης είναι και το αντικείμενο της τέχνης του. Αυτό συμβαίνει κατεξοχήν στον ηθοποιό φυσικά, ο οποίος όταν εκθέτει τον εαυτό του επί σκηνής γίνεται ο ίδιος το έργο τέχνης του. Παρόλα αυτά, έτσι και ένας κοντραμπασίστας εμπνέει και εμπνέεται μέσα από το έργο τέχνης. Το «εγώ», λοιπόν, έρχεται και υποβόσκει καθόλη τη διάρκεια της παράστασης μέσα στο ίδιο το κοντραμπάσο. Όταν το ακούει, ενδεχομένως, εντοπίζει τον εαυτό του ως άκουσμα και ταυτίζεται με το έργο του.

- Το όργανο «επιλέγει» τον ήρωα ή ο ήρωας το όργανο, Βασίλη; Με άλλα λόγια, το κοντραμπάσο αποτελεί εκδίκηση προς ένα ψυχρό οικογενειακό περιβάλλον ή καθρέφτισμα του ίδιου του του εαυτού;

Ο ίδιος αυτό αναφέρει, ότι δηλαδή επέλεξε το κοντραμπάσο, κι όχι ένα «υψηλότερο» όργανο, σαν μια εκδίκηση προς τον πατέρα του. Πιστεύω όμως ότι δεν είναι μόνο αυτός ο λόγος. Κατά τη γνώμη μου, το επιλέγει και επειδή δεν θα μπορούσε ο ίδιος να βρίσκεται στην πρώτη σειρά της ορχήστρας, διότι είναι ένας άνθρωπος φοβικός που δεν εκτιμά στην πραγματικότητα τον εαυτό του, δεν τον εμπιστεύεται...Υπό αυτήν την έννοια το όργανο επιλέγει τον μουσικό του...

- Συναντά κάπου ο Βασίλης τον ήρωα; Αν ναι, πού;

Στην αγάπη προς αυτό που κάνει! Ο ήρωας αγαπά και θέλει να πραγματώσει το όνειρό του, ανεξάρτητα από το αν τελικά το κάνει ή όχι. Ο Βασίλης, βέβαια, το κάνει! Αυτή είναι και η διαφορά μας! Εγώ είμαι φύσει αισιόδοξος και επαναστάτης! Ομολογώ ότι πολύ εύκολα κάνω τις επαναστάσεις μου, σε αντίθεση με τον ήρωα του έργου που λειτουργεί αναβλητικά.

- Ο Ζίσκιντ δεν μας αποκαλύπτει τι απέγινε τελικά ο ήρωάς του. Τι πιστεύεις ότι θα κάνει τελικά, θα επαναστατήσει για πρώτη φορά στη ζωή του ή θα επαναπαυθεί στην «προστατευτική» μιζέρια του, όπως σε όλη του τη ζωή;

Είμαι βέβαιος πως ο ήρωας της ιστορίας δεν επαναστατεί. Θα έπρεπε όμως να το κάνει! Αξίζει τον κόπο η επανάσταση, κυρίως για έναν έρωτα, όπως στην ιστορία του Ζίσκιντ, έστω κι αν είναι για δύο δευτερόλεπτα... Ακόμη κι αν αυτή η επανάσταση δεν φέρει το ποθητό αποτέλεσμα... Δεν θέλω όμως να επιβάλω τη δική μου θεώρηση! Ας δώσει ο καθένας τη δική του λύση στην ιστορία...

- Λεωνίδα, συμφωνείς;

Κι εγώ πιστεύω ότι δεν θα φωνάξει... Είναι η μοναξιά αυτού του ήρωα που προβάλλεται πάρα πολύ και είναι μια μοναξιά στο διηνεκές. Γι’ αυτό υπάρχει και αυτή η εκκρεμότητα ως προς το τέλος. Το θέμα δεν είναι τι κάνει ο ήρωας, αλλά πώς αυτό προβάλλεται προς το κοινό και τι ζητά από το κοινό του ο ήρωας, δηλαδή πάνω σε ποια θέματα το καλεί να προβληματιστεί: όσον αφορά τη ζωή του, τις επαναστάσεις του, τις αποφάσεις, τα διλήμματά του...

- Ο ήρωας είναι, λοιπόν, μια μοναχική ύπαρξη που δρα «αυτοκαταστροφικά», επιλέγοντας ένα «ιδιότροπο» όργανο. Κατά τη γνώμη σου Λεωνίδα, περιγράφει ο Ζίσκιντ τον μέσο μικροαστό, ο οποίος βουλιάζει στην αναβλητικότητα και τον συντηρητισμό του, ή επιθυμεί κάτι άλλο να συμβολίσει;

Πέραν των ταξικών υπαινιγμών ή ενδείξεων που έχει το ίδιο το κείμενο, αυτό που κατά βάση τον ενδιαφέρει να φωτίσει είναι το συναισθηματικό πεδίο του ανθρώπου. Πιστεύω ότι ο Ζίσκιντ ασχολείται με αυτόν τον άνθρωπο, για να δείξει την απομόνωση τη συναισθηματική, τα αδιέξοδα τα κοινωνικά, όλα αυτά όμως ως αντίκρυσμα σε έναν ήρωα. Γι’ αυτό και όλη η ιστορία προβάλλεται μέσα από την αγάπη, μέσα από τον έρωτα, μέσα από μια φανταστική σχέση που μπορεί να υπάρξει με τη σοπράνο που έχει ερωτευτεί. Νομίζω ότι ο συγγραφέας ενδιαφέρεται ιδιαιτέρως να θίξει το ζήτημα της μοναξιάς στις ανθρώπινες σχέσεις, το θέμα της ανθρώπινης επαφής και πόσο αυτή είναι απαραίτητη... Υπάρχουν, σαφώς, τα κοινωνικά αντικρύσματα, αλλά, κατά τη γνώμη μου, δεν στοχεύει πρωτίστως σε αυτά μέσα από την ιστορία του.

- «Η μουσική είναι αιώνια. Βρίσκεται πάνω από τον πλούτο, πάνω από τη ζωή και το θάνατο», σύμφωνα με τα λόγια του ήρωα. Τι σημαίνει μουσική για εσένα, Βασίλη;

Μουσική είναι η βάση της ζωής του ανθρώπου... Είναι ένα στοιχείο που ενυπάρχει στον άνθρωπο, ήδη από τη γέννησή του. Τι είναι μουσική; Είναι ρυθμός, αρμονία... Η καρδιά μας δεν έχει έναν ρυθμό, το κλάμα δεν γεννά ήχους, δεν είναι μουσική; Η μουσική φωλιάζει μέσα μας, υπάρχει στην ψυχή μας. Είναι ένα στοιχείο της ουσίας μας ως ανθρώπων...

- Ποια είναι η αγαπημένη σας σκηνή και γιατί;

Β.Ε.: Η αγαπημένη μου σκηνή είναι αυτή που μόλις ανέφερες, δηλαδή η στιγμή που αναφέρεται στο Ναζισμό και μιλά για τους πρόσφυγες και τη μουσική τους. Εκεί όπου μιλά για τη μουσική και εξομολογείται τι σημαίνει για εκείνον... «Η μουσική δεν μπορεί να σταματήσει πουθενά»...Αδικώ, βέβαια, πολλά άλλα αγαπημένα μου σημεία. Πρόκειται για ένα κομμάτι του έργου που με πολύ ενδιαφέροντα τρόπο είδε ο Λεωνίδας, να αποστασιοποιείται δηλαδή ο ήρωας και να μιλά για τη μουσική, χωρίς να παίζει... Θα ήθελα όμως να πω ότι είναι το αγαπημένο μου σημείο, γιατί είναι διαφορετικό από όλα τα υπόλοιπα...

Λ.Π.: Νομίζω ότι είναι ένα σημείο όπου όλοι τα πήγαμε πάρα πολύ καλά και κάναμε μια υπέρβαση. Πρόκειται για μια στιγμή όπου έρχονται και ταυτίζονται όλες οι τέχνες, μουσική, υποκριτική... Κι εμένα αυτή είναι η αγαπημένη μου σκηνή. Θα πρέπει να μαρτυρήσω, βέβαια, ότι έχουμε διασκευάσει το κείμενο ως προς την έκτασή του, αποφεύγοντας κάποια σημεία που είναι ιδιαίτερα εγκυκλοπαιδικά και αφορούν ένα πιο εξειδικευμένο κοινό.

Β.Ε.: Εδώ θα ήθελα να πω κάτι! Παρακολουθώντας μια μέρα στις ειδήσεις ένα ρεπορτάζ για τους πρόσφυγες, βλέπω ένα παιδί, περίπου 12-14 χρόνων, να παίζει μέσα σε όλον αυτόν τον πανικό που επικρατούσε βιολί. Την επόμενη μέρα, όταν πήγα στην πρόβα μας για το «Κοντραμπάσο», μοιράστηκα αυτήν την εικόνα με το Λεωνίδα, παρούσης και της ενδυματολόγου μας, της Δομινίκης Βασιαγεώργη. Αμέσως, ο Λεωνίδας, έγραψε αυτήν την μία φράση που είναι αγαπημένη μου, παρεμβαίνοντας στο αρχικό κείμενο για πρώτη φορά: «Και οι πρόσφυγες έχουν τη μουσική τους»...

Λ.Π.: Πρέπει, Βασίλη, να πούμε στην Κορίνα, ότι αλλάζοντας τον αρχικό χρόνο από Αόριστο σε Ενεστώτα, αλλάζει όλο το σκηνικό, προβάλλεται ολόκληρος ο προβληματισμός και το κείμενο βρίσκει την προβολή του στην σημερινή κοινωνία.

- Λεωνίδα, το «Κοντραμπάσο» είναι ένα έργο γραμμένο από συγγραφέα, κι όχι από μουσικό. Ποια η σκηνοθετική πρόκληση σε ένα τέτοιο έργο;

Λ.Π.: Θα πρέπει να σου πω ότι είχα ξαναδεί το έργο πριν από 20 χρόνια και μάλιστα με τον Βασίλη να πρωταγωνιστεί και σε αυτό. Όταν μιλήσαμε με τον ίδιο, για να το επαναφέρουμε στη σκηνή και να το δει ο Βασίλης μέσα από μία άλλη ωριμότητα, σκέφτηκα πόσο ενδιαφέρον θα ήταν ένα κείμενο που ερμηνεύεται από έναν άνθρωπο 20 χρόνια πριν και πώς αυτό θα μπορούσε να επαναπροσεγγιστεί μετά από χρόνια. Συναντάμε τον ηθοποιό σε μια μεγαλύτερη ηλικία, κι ίσως αυτό σκηνοθετικά να είναι μια άλλη προσέγγιση του έργου. Το ενδιαφέρον εδώ είναι ότι στους παραλληλισμούς με τη ζωή του συγγραφέα που μελετήσαμε, είδαμε ότι πολλά αποσπάσματα από το έργο του Ζίσκιντ είναι κομμάτια που ταυτίζονται με τη δική του διαδρομή στη ζωή. Ο συγγραφέας τώρα έχει αποσυρθεί και βρίσκεται απομονωμένος κάπου και δεν δίνει συνεντεύξεις, είναι ένας ήρωας σαν τον ήρωά του. Υπάρχουν ψήγματα, δηλαδή, της μελλοντικής του πορείας μέσα στο κείμενο της νεότητάς του... Όλο αυτό το παιχνίδι νεότητας-ωριμότητας θέλαμε να το προσεγγίσουμε με ανάλογο τρόπο με το Βασίλη, έναν άνθρωπο του οποίου αυτήν την πλευρά της μοναχικότητας και του ρομαντισμού είχα διαγνώσει εξ’αρχής.

Β.Ε.: Να πω εδώ ότι κάποια στιγμή είχαμε αναρωτηθεί, τι να κάνει, άραγε, αυτός ο άνθρωπος μετά τη συναυλία, βγαίνει; Δεν πάει πουθενά, σε πληροφορώ... Στο αυτοκινητάκι του δεν έχει καν τη θέση του συνοδηγού δίπλα του ελεύθερη, τοποθετεί σ’ αυτήν το κοντραμπάσο. Φεύγει, πηγαίνει στη συναυλία του, επιστρέφει και πίνει τις μπύρες του κλεισμένος στο σπίτι. Ούτε καν ερωτική ζωή έχει...

Λ.Π.: Το γεγονός ότι δημιουργεί ένα απομονωμένο πεδίο τον βάζει αμέσως στη διαδικασία να επιλέγει τους χώρους και να δημιουργεί τις συνθήκες, τους ήχους μέσα σε αυτούς. Με την ίδια λογική, σε ένα ευρύτερο πλαίσιο, επιλέγει και το συναισθηματικό του κομμάτι, και το σεξουαλικό και το κοινωνικό. Κι όλα αυτά μέσα σε ένα μοναχικό δωμάτιο , όπου λειτουργούν μια σειρά από απωθημένα και φοβίες και κυρίως ένα πλήθος εμμονών.

- Βασίλη, τι άλλαξε στον «κοντραμπασίστα» του σήμερα σε σχέση με αυτόν του παρελθόντος;

Όσο περίεργο κι αν σου φανεί, είχα μνήμες από τον παλιό κοντραμπασίστα, τον κατά 20 χρόνια νεότερο. Πώς γίνεται αυτό; Υπήρχαν, ας πούμε, τονισμοί που έπρεπε να αποβληθούν και να απομακρυνθούν σκέψεις που ήταν συνδεδεμένες με το παρελθόν...

- Πώς προέκυψε ξανά το «Κοντραμπάσο» μετά από τόσα χρόνια και η συνεργασία σας με τον Λεωνίδα; Ποιος έκανε το πρώτο βήμα;

Τον Λεωνίδα δεν τον γνώριζα πριν από το «Κοντραμπάσο». Γνωριστήκαμε «διαμεσολαβημένα»... Μιλούσα μια μέρα στο τηλέφωνο με τον αγαπημένο μου συμμαθητή και πολύ καλό συνάδελφο, Φαίδωνα Καστρή, σχετικά με την επιθυμία μου να ξαναπαίξω το «Κοντραμπάσο». Εκείνος λοιπόν μου έδωσε το όνομα του Λεωνίδα, ο οποίος εκείνη την περίοδο είχε επιστρέψει από το Λονδίνο και βρισκόταν στην Ελλάδα και μου είπε να του προτείνω να συνεργαστούμε για το έργο αυτό. Ο Λεωνίδας, κατά σύμπτωση, όταν μιλήσαμε, μου είπε ότι είχε δει το πρώτο «Κοντραμπάσο», φοιτητής ων, που είχε κατέβει τότε από τη Θεσσαλονίκη για ένα τριήμερο στην Αθήνα. Πρέπει να πω ότι όταν του έκανα την πρόταση, δεν είχα ούτε παραγωγό ούτε ομάδα... Για καλή μου τύχη, ο Λεωνίδας είχε - και έχει ακόμη- μια εξαιρετική ομάδα από πίσω του, την «Ομάδα Γέφυρα», οπότε μου ανοίχτηκε μία σημαντική πόρτα για να ανέβει ξανά το «Κοντραμπάσο» στη σκηνή.

- Λεωνίδα, στη σκηνή βλέπουμε καθ’όλη τη διάρκεια της παράστασης τέσσερις «άδειες» αντρικές φιγούρες ντυμένες με κοστούμι και φράκο να στέκονται ακίνητες. Πώς προέκυψε αυτή η εικόνα στο μυαλό σου και τι συμβολίζει;

Έχω μια καταπληκτική και αγαπημένη συνεργάτη που ζει στο Λονδίνο, την Όλγα την Τέντα, με την οποία έχουμε την τύχη να συνεργαζόμαστε όποτε μπορούμε στο θέατρο. Όταν μου πρότεινε ο Βασίλης αυτό το έργο και το διαβάσαμε μαζί, αναζητήσαμε με την Όλγα έναν τρόπο, ώστε να το προσεγγίσουμε εικαστικά και σκηνογραφικά, διατηρώντας ταυτόχρονα την απλότητα και διαθέτοντας την ίδια στιγμή μια πολύ συγκεκριμένη σκηνογραφική άποψη, στον χώρο αυτό, του Ιλίσια-Βολανάκης. Θα πρέπει να πω ότι βασικό ρόλο έπαιξε και ο άριστος φωτισμός του Τάσου Παλαιορούτα. Η ιδέα μας ήταν αυτός ο άυλος κόσμος, η έννοια της εξαΰλωσης ενός ανθρώπου, που μέσα στη μοναξιά του περιβάλλεται από πρόσωπα και αναφέρεται σε εκείνα, τα οποία αν και δεν εμφανίζονται ποτέ, είναι παρόντα στη ζωή και το χώρο του. Επομένως, ήταν πολύ ωραία η ιδέα που μας προέκυψε, να δημιουργήσουμε αυτές τις κούκλες χωρίς σώμα, χωρίς ψυχή, που θα παίρνουν ψυχή και θα ζωντανεύουν, μέσα από τη φαντασία του ίδιου του ήρωα. Είδα με μεγάλο ενδιαφέρον αυτήν την ιδέα της ύπαρξης και της ανυπαρξίας. Έτσι ακριβώς συμβαίνει και με τον ήρωα, έναν άνθρωπο απομονωμένο από τα εγκόσμια: υπάρχει όταν εμφανίζεται στη σκηνή παίζοντας το κοντραμπάσο με την κρατική ορχήστρα. Όταν δεν εμφανίζεται, δεν υπάρχει. Εξαιρετική είναι η σκηνή όπου χορεύει πια ο ήρωας με ένα άδειο φόρεμα, την κούκλα-σοπράνο του, και ταυτόχρονα φωτίζονται εσωτερικά οι φιγούρες αυτές. Επιστρέφουμε πάλι στους μεγάλους μας ποιητές, που κάνουν λόγο για τις ανθρώπινες προσπάθειες, τη ματαιότητα, τις «Ιθάκες». Τόσο όσον αφορά στον Καβάφη όσο και στα «αδειανά πουκάμισα» του Σεφέρη...

- Βασίλη, έχοντας αποσυρθεί πλέον από τον τηλεοπτικό χώρο, ποιον από τους ρόλους σου ξεχωρίζεις και γιατί;

Η απάντηση είναι αυτή που περιμένεις. Ο ρόλος που με έχει αγγίξει και χάρηκα πολύ που τον υποδύθηκα, ήταν ένας: αυτός του Παύλου στα «Εγκλήματα». Από αυτόν το ρόλο και μετά ξεκίνησε μια πολύ αγαπημένη και στενή μου σχέση με την Μαρία την Καβογιάννη. Έκτοτε είμαστε κολλητοί, σαν αδέρφια... Πρέπει να ομολογήσω ότι ήταν μαγικές όλες οι στιγμές των γυρισμάτων... Ας πούμε υπήρχαν σκηνές που δεν ολοκληρώνονταν από τα γέλια μας, ή σκηνές που διακόπταμε μόνο και μόνο για να φάμε στην ταβέρνα, δίπλα ακριβώς στο στούντιο, κάτι μοναδικές πατάτες φούρνου και να πιούμε όλοι μαζί τις μπύρες μας. Για να μη σας πω, τι έγινε στη Σύρο που πήγαμε ή όταν βούλιαξε η βάρκα στο Λαύριο κι έπρεπε να πέσουμε στο νερό, όταν έπρεπε να έρθει ο δύτης και να μας τραβήξει προς τα κάτω, μέσα στο νερό... Τι να πρωτοθυμηθώ... Πραγματικά, έζησα μαγικές στιγμές την περίοδο εκείνη στα «Εγκλήματα»!

- Λεωνίδα, θέμα του διδακτορικού σου στο King’s College του Λονδίνου, είναι τα «Ταξίδια στη θάλασσα, στην Αρχαία Ελληνική Τραγωδία» υπό το πρίσμα της προσφυγιάς. Πώς βλέπεις τους σύγχρονους πρόσφυγες που χρησιμοποιούν ως ενδιάμεσο σταθμό ή και μόνιμο τόπο διαμονής την Ελλάδα;

Μέσα από τις τραγωδίες που ερεύνησα, ασχολήθηκα με το θέμα της μετακίνησης και των περιπλανήσεων ηρώων, ανθρώπων και θεών μέσα στην Αρχαία Ελληνική Τραγωδία και κατ’ επέκταση με το θέμα της ταυτότητας του πρόσφυγα και του μετανάστη σε αυτήν. Για εμένα, εν αρχήν είναι ο άνθρωπος. Το ανώτερο στοιχείο πολιτισμού και ανθρώπινης συμπεριφοράς είναι ο σεβασμός στην ύπαρξη. Επομένως, υπάρχει απ’την πλευρά μου μια βαθιά κατανόηση κι ένας ειλικρινής σεβασμός προς έναν άνθρωπο που εγκαταλείπει έναν τόπο διαμονής, την πατρίδα του, την ιστορία του, τα οποία και φέρει μέσα του, εξαναγκαζόμενος να ζήσει κάπου αλλού. Κατά τη γνώμη μου, πέραν των κανόνων που οριοθετούνται από μια πολιτισμένη κοινωνία με σεβασμό στα ανθρώπινα δικαιώματα και στην περιουσία του Άλλου και την ύπαρξή του, είναι θεμελιώδες να υπάρχουν νοητά ανοιχτά σύνορα και να μην υπάρχουν ταυτότητες. Το σημαντικότερο είναι ότι είμαστε άνθρωποι και πρέπει να βοηθάμε τους συνανθρώπους μας. Είμαι πάρα πολύ ευαισθητοποιημένος, τόσο λόγω της έρευνας που διεξήγαγα όσο και διότι πρόκειται για ένα διαχρονικό φαινόμενο στον κόσμο μας.

- Έχω μάθει ότι σχεδιάζεις κάτι πολύ ενδιαφέρον, με αφορμή την έρευνά σου αυτή...

Λ.Π.: Όλο το υλικό που συγκεντρώθηκε, τόσο το αποτέλεσμα των ερευνών, όσο και ό,τι συγκεντρώθηκε στην διδακτορική διατριβή συνολικά, θέλω να γίνει ένα workshop που θα καταλήξει σε μια θεατρική παράσταση με έναν περιπλανώμενο Χορό της Αρχαίας Ελληνικής Τραγωδίας στη Μεσόγειο. Ταξίδια-σταθμοί θα είναι οι τόποι και οι ιστορίες που αναλογούν στις ζωές των ηρώων και των ανθρώπων κατά την περίοδο αυτή. Πολλές φορές η έρευνα και τα θεωρητικά ευρήματα μπορούν να σε οδηγήσουν σε μια καλλιτεχνική έμπνευση που θα έχει πρακτικά ερείσματα, και στην περίπτωση αυτή, εμένα με οδηγεί σε μια θεατρική παράσταση. Έχει ενδιαφέρον να πω ότι ξεκινώντας, και όταν δήλωσα ότι θέλω να κάνω ένα διδακτορικό πάνω στην Αρχαία Ελληνική Τραγωδία, μου είπαν ότι πρέπει να είναι πάρα πολύ εξειδικευμένο, ώστε να μπορέσει να υπάρξει κάποιο «εύρημα», διότι το θέμα έχει πλέον εξαντληθεί σχεδόν ολικά. Τότε σκέφτηκα τη θάλασσα... Η καθηγήτριά μου, την οποία θαυμάζω και θεωρώ μια από τις πιο σπουδαίες φιλολόγους και θεατρολόγους στον κόσμο, μου είπε τότε πως βρίσκει απίστευτο το γεγονός, ότι δεν έχει γράψει κανείς για τη θάλασσα...

Β.Ε.: Θα μου επιτρέψετε να πω με τη σειρά μου ότι είναι μια σύλληψη απίστευτη που κατά τη γνώμη μου θα πρέπει να υποστηριχθεί από κάποιον μεγάλο φορέα, όπως το Κρατικό Θέατρο ή το Εθνικό. Είναι υποχρέωση του πολιτισμού μας να στηρίξει μια τέτοια προσπάθεια...

- Βασίλη, ποια είναι τα δικά σου μελλοντικά σχέδια;

Το «Κοντραμπάσο» δεν θέλω να σταματήσει στην Αθήνα. Θέλω να ταξιδέψει !Κατ’αρχάς στην Ελλάδα, δεν σου κρύβω όμως, ότι θα με ενδιέφερε πάρα πολύ να συμμετάσχει και σε φεστιβάλ στο εξωτερικό. Υπάρχουν χώρες όπου δεν έχει παιχτεί ο Ζίσκιντ. Έχει ανέβει, βέβαια, και εξακολουθεί μέχρι και σήμερα να παίζεται στην Ευρώπη, όπως για παράδειγμα στη Γερμανία και τη Βουλγαρία. Το όνειρό μου θα ήταν αυτό για την ώρα, να ταξιδέψω, δηλαδή, μαζί με το «Κοντραμπάσο» μου και να το «συστήσω» και σε άλλους λαούς... Παράλληλα, συζητώ και άλλες θεατρικές δουλειές αλλά προέχει αυτή μου επιθυμία. Εύχομαι ολόψυχα να τα καταφέρουμε με τον Λεωνίδα να την πραγματοποιήσουμε!


Αφήστε σχόλιο

Παρακαλούμε συνδεθείτε για να αφήσετε σχόλιο.