«Ο ΡΟΖΕΝΓΚΡΑΝΤΖ ΚΑΙ Ο ΓΚΙΛΝΤΕΝΣΤΕΡΝ ΕΙΝΑΙ ΝΕΚΡΟΙ» | ΚΡΙΤΙΚΗ

«Ο ΡΟΖΕΝΓΚΡΑΝΤΖ ΚΑΙ Ο ΓΚΙΛΝΤΕΝΣΤΕΡΝ ΕΙΝΑΙ ΝΕΚΡΟΙ» | ΚΡΙΤΙΚΗ


5.0/5 κατάταξη (52 ψήφοι)

          Από κομπάρσοι, ξαφνικά χρίζονται πρωταγωνιστές, μέσα από την ευφυή πένα του Βρετανού Τόμ Στόπαρντ. Ο συγγραφέας αναποδογυρίζει το έργο του Σαίξπηρ «Άμλετ» και γράφει ένα νέο κείμενο, «Ο Ρόζενγκραντζ και ο Γκίλντενστερν είναι νεκροί», πολύ πυκνό σε νοήματα, το οποίο θέτει μεγάλα ερωτήματα για την τύχη, την ελεύθερη βούληση, την ανθρώπινη ύπαρξη, τα όρια της πραγματικότητας και της ψευδαίσθησης.
          Ο καμβάς του έργου μοιάζει απλός, αλλά με τη διαφάνεια του μεγάλου βάθους. Στον «Άμλετ», ο Ρόζενγκραντζ κι ο Γκίλντενστερν είναι οι φίλοι και συμφοιτητές του Άμλετ. Δύο πρόσωπα, που τα προσέχουμε για τα αστεία ονόματα και τις αθώες φάτσες τους. Σαν μαριονέτες κάνουν τρεις στροφές και φεύγουν. Αόριστα μαθαίνουμε πως έπεσαν στον λάκκο που είχε σκαφτεί για τον Άμλετ. Ο Σαίξπηρ τους θάβει και ο θεατής τους ξεχνά σχεδόν αμέσως. Να είναι, άραγε, διαφορετικοί στην ιδιωτική τους ζωή; Εδώ, έρχεται η πένα του Στόπαρντ και τους αποκαλύπτει.
          Αποδέχονται την πρόσκληση του βασιλιά Κλαύδιου να παρασύρουν τον μελαγχολικό συμφοιτητή τους, Άμλετ, σε διασκεδάσεις για να μάθουν τι τον βασανίζει. Θα τον συνοδεύσουν στην Αγγλία, έχοντας μαζί τους κι ένα κλειστό γράμμα, στο οποίο δίνεται η διαταγή για την άμεση εκτέλεση του Άμλετ. Οι δύο φίλοι το διαβάζουν και αντί να το καταστρέψουν για να σώσουν τη ζωή του Άμλετ, το ξανασφραγίζουν. Αλλά, ο Άμλετ, που δεν κοιμάται τον ύπνο του δικαίου, έχει άλλα σχέδια για εκείνους...
          Πρόκειται, λοιπόν, για δύο αντιήρωες σε μια διαρκή περιπέτεια και σε απόλυτη σύγχυση. Δύο «μικροί», συμβατικοί, παραγκωνισμένοι άνθρωποι, που οι μέρες τους κυλούν ανιαρά. Ζουν σε ατελείωτη υπαρξιακή αμφιβολία, μέσα σε αγχώδεις απορίες, στις οποίες δε βρίσκουν ποτέ λύση. Προσπαθούν, μάταια, να κατανοήσουν καθετί παράλογο που συμβαίνει γύρω τους και να συνυπάρξουν σε έναν κόσμο όπου κυριαρχεί το τυχαίο, η ίντριγκα και το αίμα. Τα γεγονότα, συνεχώς, τους ξεπερνούν και εκείνοι, ως αθώα θύματα ενός πολιτικού παιχνιδιού, τρέχουν να βρουν το δίκιο, το σωστό, αλλά διαρκώς κατρακυλούν στο αναπόφευκτο.
          Απέναντι στην παντοδυναμία του παλατιού, εκείνοι επιστρατεύουν το παιχνίδι, το χιούμορ, την επιστήμη, τη φιλοσοφία, την τέχνη και τελικά την ίδια την υποκριτική, καταστρώνοντας –μες στην παράξενη περιπέτειά τους - ένα νέο θέατρο εν θεάτρω με τη βοήθεια ενός περιπλανώμενου θιάσου, προσπαθώντας να ενώσουν αδέξια τα θραύσματα από τις σκηνές του πρωτότυπου έργου. Σαν τους ήρωες του Μπέκετ ή σαν τον Χοντρό και τον Λιγνό πάσχουν, έχοντας την ψευδαίσθηση ότι κυριαρχούν στα γεγονότα, αλλά στην πραγματικότητα είναι απλά γρανάζια της εξουσίας, χωρίς να διαθέτουν κανένα προσόν. Αυτοί οι αλλόκοτοι τύποι κατορθώνουν να κάνουν απτή μια αγωνία, που επειδή είναι μεταφυσική, δεν παύει να είναι εφιαλτική. Το τέρμα, άλλωστε, είναι ο επικείμενος θάνατός τους και φαίνεται να το γνωρίζουν, εξαρχής.
          Η παράσταση του Στάθη Λιβαθινού με τη ζωηρή μετάφραση του Μίνωα Βολανάκη, κατάφερε να διατηρήσει, με ουσία και γνώση, τη δραματικότητα, αυτή την «άνευ δράσεως δράσιν», με καταιγιστικούς διαλόγους, γρήγορα αντανακλαστικά και χορταστικές παύσεις.
          Ο Βασίλης Ανδρέου ως «Ροζ» και ο Νίκος Καρδώνης ως «Γκιλ», αμοιβαίως συμπληρωματικοί, όπως τους θέλει ο συγγραφέας, ήταν απολύτως πειστικοί στους ρόλους τους. Σαν δύο ταλαίπωρα καρτούν, διατήρησαν με χειρουργική ακρίβεια τον ρυθμό της συνθήκης, ισορροπώντας μεταξύ σκότους και φωτός, μεταξύ ζωής και θανάτου. Φανταστικοί!
          Ο Άρης Τρουπάκης ήταν ευθύβολος στον ρόλο του «Θεατρίνου», με την κοσμική σοφία και την τέχνη της μιμητικής μαγείας, που ξορκίζει μοίρα και θάνατο.
          Ο Στάθης Κόικας υπήρξε συνεπής ως «Άμλετ». Ο Δημήτρης Φιλιππίδης ήταν ένας επαρκής «Κλαύδιος». Η Μαρία Σαββίδου φάνηκε, περισσότερο, εξωστρεφής σαν «Βασίλισσα».
          Ο υπόλοιπος θίασος (Γιώργος Δάμπασης, Πάρης Αλεξανδρόπουλος, Φοίβος Μαρκιανός και Πολυξένη Παπακωνσταντίνου) στήριξε με θέρμη το ιλαροτραγικό ύφος της συνθήκης.
          Η σκηνική διάταξη του θεάτρου Κυκλάδων αντιστράφηκε για τις ανάγκες τις παράστασης. Υπάρχουν πιο πολλές πόρτες κι ένας μακρύς διάδρομος που συμβολίζει την πορεία της ζωής. Ωραίο το σκηνικό και ενδεικτικά τα κοστούμια της Ελένης Μανωλοπούλου. Στους ατμοσφαιρικούς φωτισμούς ο Αλέκος Αναστασίου.
          Η ζωντανή μουσική του Θοδωρή Αμπαζή συνομιλούσε με τα τεκτενόμενα. Επί σκηνής, ήταν ο Θοδωρής Κοτεπάνος στο πιάνο, ο Φίλανδρος Μάριος Καρράς στο κλαρινέτο και ο Δημήτρης Κοτταρίδης στο τσέλο.
          «Ο ΡΟΖΕΝΓΚΡΑΝΤΖ ΚΑΙ Ο ΓΚΙΛΝΤΕΝΣΤΕΡΝ» είναι νεκροί» του Τομ Στόπαρντ φέρνει τα μέσα έξω, αποθεώνοντας το παιχνίδι, το παράλογο, το απίθανο, το τυχαίο. Μία παράλογη υπαρξιακή κωμωδία που καταλήγει σε ένα μεγάλο ταξίδι ενηλικίωσης.


Αφήστε σχόλιο

Παρακαλούμε συνδεθείτε για να αφήσετε σχόλιο.