«ΑΡΙΖΟΝΑ» | ΚΡΙΤΙΚΗ
- Ημερομηνία: Κυριακή, 22/05/2022 22:03
Το «ΑΡΙΖΟΝΑ», το βραβευμένο έργο του Ισπανού Juan Carlos Rubio, ανεβαίνει, για πρώτη φορά στην Ελλάδα, σε σκηνοθεσία Παντελή Δεντάκη. Αποτελεί αιχμηρό σχόλιο για τις μεταναστευτικές και προσφυγικές ροές και τη στάση του «πολιτισμένου» κόσμου απέναντι στους κατατρεγμένους ανθρώπους που προσπαθούν να εγκατασταθούν σε μία νέα χώρα.
Ο Σταύρος Καραγιάννης με τη Νικολέτα Παπαδοπούλου αναλαμβάνουν να μεταφέρουν επί σκηνής ένα έργο με έντονο κοινωνικό χαρακτήρα, εξαιρετικά σύγχρονο και επίκαιρο -μιας και ο πόλεμος στην Ουκρανία καλά κρατεί.
Στην Αριζόνα, ένα ζευγάρι Αμερικανών συμμετέχει στο κρατικό πρόγραμμα «Minute man» -για την αναχαίτιση των Μεξικανών μεταναστών- και καραδοκεί, κάτω από τον καυτό ήλιο της ερήμου, για να εντοπίσει τους γείτονες-«εισβολείς», με εμφανείς προθέσεις. Μακριά από την καθημερινή τους ρουτίνα, ο Τζωρτζ και η Μάργκαρετ βρίσκονται αντιμέτωποι όχι μόνο με τα «φίδια» της ερήμου αλλά, κυρίως, και με την έρημο της σχέσης τους και της μικροαστικής ζωής τους, με αποτέλεσμα τα πράγματα να πάρουν απρόβλεπτη τροπή…
Το έργο γράφτηκε το 2005, με αφορμή ένα δημοσίευμα που διάβασε ο συγγραφέας και αφορούσε σε Αμερικανούς πολίτες που οργάνωναν περιπολίες στα σύνορα των Η.Π.Α με το Μεξικό, για να αποτρέψουν την είσοδο μεταναστών στη χώρα τους. Προσεγγίζει ένα τόσο ευαίσθητο -και κοινωνικά σκοτεινό- ζήτημα μέσα από το πρίσμα της κωμωδίας. Το κείμενο με μαύρο χιούμορ, σε συνδυασμό με την ελαφρότητα των χαρακτήρων, σκιαγραφεί, εύπεπτα, την ωμότητα και σκληρότητα των ανθρώπινων συμπεριφορών. Ο φόβος, το μίσος, ο ρατσισμός, η άγνοια, η πλύση εγκεφάλου, ο τραμπουκισμός, η μισαλλοδοξία είναι μερικές έννοιες που κρύβονται επιμελώς πίσω από τον ελλειπτικό και επαναληπτικό τρόπο γραφής του.
Η σκηνοθετική οπτική, του Παντελή Δεντάκη, πατά στη μετάφραση της Μαρίας Χατζηεμμανουήλ και στοχεύει στην καρδιά του κειμένου -αναδεικνύοντας τους χυμούς του λιτά αλλά ευρηματικά. Όλα όσα υπογραμμίζει ο συγγραφέας, οπτικοποιούνται διακριτά. Η χρήση βιντεοπροβολών ενισχύει την κωμικοτραγικότητα της κατάστασης.
Οι πρωταγωνιστές του έργου αντιπροσωπεύουν, σε μεγάλο βαθμό, τον σύγχρονο άνθρωπο, που σκοτώνει από φόβο, μίσος και παραφροσύνη, και μοιάζουν με ήρωες καρτούν. Αποφασίζουν να πάρουν μέρος, για ένα μήνα, σε εθελοντικό πρόγραμμα προστασίας των αμερικανικών συνόρων -από τους Μεξικανούς- και να προτάξουν τα κορμιά τους, ως αδιαπέραστο φράγμα, για να προστατεύσουν την πατρίδα τους. Αυτό είναι, κατά την κρίση του Τζωρτζ, το σωστό, το νόμιμο, το ιερό τους καθήκον. Αισθάνεται υπερηφάνεια για την εθνική τους αποστολή. Έτσι, παίρνει το όπλο στα χέρια του και σημαδεύει όποιον θεωρεί απειλή για το «σπίτι» του. Ακόμα και το μικρό παιδί που στέκεται απέναντί του. Για εκείνον, οι γείτονες είναι κακόβουλοι, φθονεροί και το μόνο που επιδιώκουν με την είσοδό τους στην χώρα του, είναι να κλέψουν, να λεηλατήσουν και να σπείρουν τον θάνατο.
Ο Σταύρος Καραγιάννης, δυνατός και υποκριτικά συνειδητοποιημένος, πλάθει απολαυστικά την περσόνα του πορωμένου και προσηλωμένου «Τζωρτζ». Είναι ο τύπος του σύγχρονου ανθρώπου που «τρώει» αμάσητη την τροφή που του προσφέρουν απλόχερα τα Μ.Μ.Ε. Υφίσταται πλύση εγκεφάλου και ακολουθεί κατά γράμμα όσα του έχουν πει. Είναι διατεθειμένος να θυσιάσει τα πάντα προκειμένου να υπακούσει τη δοθείσα εντολή. Όμως, δε συνειδητοποιεί και δεν καταλαβαίνει, ακριβώς, τι πραγματικά συμβαίνει.
Η Νικολέτα Παπαδοπούλου, ως «Μάργκαρετ», είναι εκφραστική, καίρια και πηγαία. Η καλοκάγαθη και ευνουχισμένη Αμερικανίδα «barbie» έχει την εντύπωση ότι πηγαίνει διακοπές με τον άντρα της στα σύνορα. Στην πορεία συνειδητοποιεί το αποτρόπαιο της πράξης τους. Όταν αρχίζει, σιγά-σιγά, να ξυπνά από τον λήθαργο -και την πλύση εγκεφάλου που έχει υποστεί από τον Τζωρτζ- αντιδρά. Τότε, φανερώνεται η αλήθεια στη σχέση τους.
Το ενδεικτικό σκηνικό της παράστασης σχεδίασε ο Νίκος Δεντάκης. Το λευκό της ερήμου με φόντο την αμερικανική σημαία, δύο καρέκλες θαλάσσης, ένα ραδιοφώνο, έναν κάκτο, ένα φορητό ψυγειάκι και κάποια αξεσουάρ είναι όσα χρειάζονται για «θελκτικές» διακοπές.
Οι ενδυματολογικές επιλογές συνάδουν στο ύφος και το στυλ του έργου και φέρουν τις υπογραφές του Χρήστου Παρασκευόπουλου και της της Τόνιας Πλατσά.
Υπαινικτικά τα φώτα, του Αποστόλη Κουτσιανικούλη, με εναλλαγές ψυχρών και ζεστών αποχρώσεων.
Τα μουσικά μοτίβα, του Γιώργου Μυζήθρα, πιστοποιούν το νοσηρό κλίμα που επικρατεί.
Στο θέατρο Σταθμός, το «ΑΡΙΖΟΝΑ» φέρνει στην επιφάνεια περιεκτικά και με χιούμορ, όλα εκείνα που το καθιστούν σκληρό, βίαιο και άκρως επίκαιρο. Ένα σύντομο μάθημα για την παράλογη φύση της ανθρώπινης ύπαρξης.