«ΟΡΝΙΘΕΣ» | ΚΡΙΤΙΚΗ
- Ημερομηνία: Δευτέρα, 19/08/2024 12:37
Άπιαστο όνειρο η «Νεφελοκοκκυγία». Χαμένος παράδεισος ή διακαής πόθος; Ένα σταθερό ψυχικό ζητούμενο. Μία διαρκής αναζήτηση μεταξύ γης και ουρανού, μία ουτοπία.
Με το έργο «Όρνιθες», ο Αριστοφάνης ονειρεύεται μια ιδανική πολιτεία με ευτυχισμένους ανθρώπους, όπου θα επικρατεί αρμονία, δικαιοσύνη, ηθική, καλοσύνη, αγάπη, ενσυναίσθηση, κατανόηση. Στηλιτεύει αμείλικτα το βρώμικο παιχνίδι της εξουσίας, που συνεχίζεται δίχως φραγμούς και στη νέα Πολιτεία. Οι ήρωές του ταυτίζονται με ανθρώπινους χαρακτήρες, οι οποίοι κυκλοφορούν ανάμεσά μας καθημερινά, με εικόνες τρομακτικά σύγχρονες. Το μήνυμα της φυγής αναδύεται έντεχνα μέσα από το ιλαρό στοιχείο του λόγου. Αλλά η Νεφελοκοκκυγία, όσο καλλιεργείται μέσα μας, υπάρχει, πέρα από την ψυχοφθόρα καθημερινότητα .
Ο Πισθέταιρος και ο Ευελπίδης, δύο ονειροπόλοι, εγκάρδιοι φίλοι, αηδιασμένοι από το ασφυκτικό περιβάλλον της Αθήνας, αναζητούν την ουτοπία του ευ ζην στη χώρα των πουλιών, σε έναν τόπο απαλλαγμένο από τη διαφθορά, την απάτη, τον φθόνο και την εκμετάλλευση των αδυνάτων από «θεόσταλτους» και επίγειους εξουσιαστές.
Η τολμηρή σκηνοθετική οπτική του Άρη Μπινιάρη, με την αρωγή της Έλενας Τριανταφυλλοπούλου στη δραματουργική επεξεργασία, (μετάφραση Τάσος Ρούσσος) μετατοπίζεται, από την κωμική υπερβολή του πρωτότυπου κειμένου σε μία πιο μυστηριακή και βαθιά υπαρξιακή εκδοχή. Ναι μεν, κρατάει ακέραιο τον αλληγορικό χαρακτήρα του έργου, αλλά δίνει ένα διαφορετικό φινάλε, ένα πέταγμα ψυχής. Η παράσταση πλάθεται σαν ονειροφαντασία, δίχως επικαιροποιήσεις και εύκολο χιούμορ, μπολιασμένη με στοιχεία τελετουργίας από την ορφική λατρεία. Αντιτάσσει την άποψη ότι όλα μπορούν να συμβούν, ακόμα και τα πιο ανέφικτα, αρκεί να το πιστεύουμε πολύ, να αγωνιζόμαστε με πάθος και σθένος, να προσπερνάμε κάθε ύπουλη «Σειρήνα», έχοντας συνοδοιπόρους πάντα στο πλευρό μας. Και είναι η πιο μελαγχολική, γλυκόπικρη αλλά και αισιόδοξη σκηνή αυτή του φινάλε, όταν οι δύο φίλοι, αποκαμωμένοι πια, σαν άλλοι μπεκετικοί ήρωες, παίρνουν βαθιές ανάσες, απελευθερωμένοι από όλους και από όλα.
Η θέαση, όμως, από την 29η σειρά του αρχαίου θεάτρου της Επιδαύρου, είχε τα θέματά της. Αυτή η αχανής απόσταση μεταξύ της ορχήστρας και της πλάγιας κερκίδας Κ, είχε ως αποτέλεσμα να μη γίνονται διακριτά σημαντικά στοιχεία της συνθήκης. Όπως τα παιχνιδιάρικα κοστούμια και τα ράμφη του Χορού σχεδιασμένα από τον Πάρι Μέξη, τα πρόσωπα και οι εκφράσεις των πρωταγωνιστών, η λεπτομέρεια στην κίνηση όλου του θιάσου. Έπρεπε, επομένως, να καταβάλω υπεράνθρωπες προσπάθειες για να εστιάσω όσο καλύτερα μπορούσα. Βρήκα, λοιπόν, τον φτερωτό Χορό (Αλέξανδρος Βαρδαξόγλου, Θανάσης Ισιδώρου, Τάσος Κορκός, Σοφία Κουλέρα, Αυγουστίνος Κούμουλος, Μαρία Κυρώζη, Κώστας Phoenix, Κυριάκος Σαλής, Αλεξία Σαπρανίδου, Ειρήνη Τσέλλου) να κινείται άναρχα και θορυβώδη, δίχως χάρη (κινησιολογία του Αλέξανδρου Βαρδαξόγλου) μέσα στη σκοτεινιά ενός υποτυπώδους δάσους, που θύμιζε κρανίου τόπο. Απόρησα με το αποτέλεσμα, διότι οι παραστάσεις του Μπινιάρη χαρακτηρίζονται από την άψογη κίνηση και εδώ έλλειπε εκείνο το «φτερούγισμα» (με εξαίρεση τη σκηνή της μεταμόρφωσης των ανθρώπων σε πουλιά).
Γλυπτικοί οι φωτισμοί του Βαγγέλη Μούντριχα, ωστόσο.
Οι μουσικοί ήχοι του Αλέξανδρου Δράκου Κτιστάκη, άλλοτε γλυκεροί και άλλοτε επιθετικοί, δημιουργούσαν ένα διαρκές κλιμακούμενο κρεσέντο.
Η παράσταση υπηρετήθηκε αδιαμφισβήτητα από πολύ καλούς ηθοποιούς με πολυσυλλεκτικές αποδόσεις.
Ο ρόλος του νευρωτικού «Πισθέτερου» αποτυπώθηκε από τον εύπλαστο Οδυσσέα Παπασπηλιόπουλο με σκηνικό «νεύρο» και χιούμορ. Ο Γιώργος Χρυσοστόμου, ως «Ευελπίδης», συναισθηματικά πληθωρικός, κατέθεσε μια στέρεη ερμηνεία.
Εξαιρετικοί στους ρόλους τους με ευκαμψία και συνέπεια υπήρξαν οι: Κώστας Κορωναίος («Έποπας»), Στέλιος Ιακωβίδης («Χρησμολόγος-Προμηθέας»), Κωνσταντίνα Τάκαλου («Ποιήτρια-Ίρις»), Ερρίκος Μηλιάρης («Μέτων-Ηρακλής»), Μάριος Παναγιώτου («Επίτροπος-Ποσειδώνας») και Θανάσης Ισιδώρου («Συκοφάντης»).
Σε τούτη την παράσταση, λοιπόν, δεν είδαμε τον γάμο του Πισθέτερου με τη Βασιλεία. Συναντήσαμε μια «άλλη», απρόσμενη Νεφελοκοκκυγία, όπου οι δύο αυτοί ονειροπόλοι τύποι δε λοξοδρόμησαν ποτέ από το αρχικό τους πλάνο. Προχώρησαν μαζί, χέρι με χέρι, αποφασισμένοι να φτιάξουν τη δική τους πολιτεία. Ο Μπινιάρης τόλμησε ξανά και εν μέρει δικαιώθηκε. Ήταν μια αξιόλογη παράσταση με καλά και λιγότερο καλά στοιχεία. Κατά τη γνώμη μου, πέταξαν οι «ΟΡΝΙΘΕΣ» του…