SMILEY - ΚΡΙΤΙΚΗ
- Ημερομηνία: Δευτέρα, 18/04/2016 11:53
Το έργο του Καταλανού Guillem Clua με τίτλο SMILEY, σκηνοθετεί στη σκηνή του Θεάτρου Άβατον, ο Μάνος Πετούσης.
Δύο αγόρια του σήμερα, διαφορετικοί τύποι ο καθένας, συναντιούνται σε ένα blind date, με αφορμή ένα τηλεφωνικό λάθος, ερωτεύονται, διαφωνούν, τσακώνονται και παλεύουν να βρουν τον έρωτα και την αγάπη μέσα από το πληκτρολόγιο του κινητού τους. Πρόκειται για μια gay ερωτική κωμωδία, προσαρμοσμένη στις απαιτήσεις και τις τεχνολογικές δυνατότητες του σήμερα, η οποία κρύβει συναίσθημα και γέλιο. Ο τρόπος προσέγγισης ενός ατόμου και ο τρόπος φλερτ έχουν αλλάξει δραματικά και γίνονται πλέον μέσω site και μέσων κοινωνικής δικτύωσης, ο φόβος του να ερωτευτείς, ο ρομαντισμός και το συναίσθημα παραμένουν διαχρονικά. Το Smiley χωρίς να διεκδικεί συγγραφικές δάφνες, είναι ένα κείμενο εντελώς σημερινό, αυθεντικά ρομαντικό και αστείο και γραμμένο σε ένα ύφος που "κλείνει" το μάτι στο θεατή και του υπόσχεται να τον κάνει να περάσει ωραία, ταξιδεύοντάς τον σε μια μικρή ερωτική ιστορία, που δεν αφορά ένα αυστηρά gay κοινό, αλλά και ετεροφυλόφιλα ζευγάρια θα βρουν κοινά σημεία.
Ο Μάνος Πετούσης σκηνοθετεί την παράσταση και βασίζει τη δουλειά του στο γρήγορο ρυθμό και στην αμεσότητα της ατάκας του κειμένου. Και στα δύο προσπαθεί να διατηρήσει μια ισορροπία και να μην καταφύγει σε λεκτικές ή συναισθηματικές υπερβολές, οι οποίες θα αλλοιώσουν τη φυσιογνωμία του στόχου της παράστασης. Ο θεατής χρειάζεται να ταυτιστεί με τους ήρωες, να νιώσει ότι συμπάσχει με τις καταστάσεις που βιώνουν και όχι να εξαναγκαστεί σε ένα εκβιαστικό χαμόγελο ή ένα πλαστό συναίσθημα. Ακόμα και όταν η γλώσσα του έργου χρησιμοποιεί μια gay αργκό, αυτό είναι ενταγμένο και δεμένο με προηγούμενους και επόμενους διαλόγους και όχι ξεκάρφωτο. Επίσης είναι χαρακτηριστικό ότι οι ρόλοι δεν είναι καρικατούρες, αλλά άνθρωποι της διπλανής πόρτας με νορμάλ συμπεριφορά. Υπάρχουν μικρά χαριτωμένα "διαλείμματα" στη ροή του έργου, όπου οι δύο ήρωες εξηγούν στους θεατές όρους που μπορεί να τους είναι άγνωστοι και τους μυούν σε μέρη που ίσως απλά να έχουν ακούσει, αλλά να μη γνωρίζουν τίποτε γι'αυτά. Σε μία ευφρόσυνη ατμόσφαιρα και με ένα ρυθμό εναλλαγής των σκηνών που παραμένει γρήγορος σε όλη τη διάρκεια της παράστασης και φυσικά με τη συμβολή του ταλέντου των ηθοποιών που συμμετέχουν στο έργο, το γέλιο είναι γνήσιο, αυθόρμητο και πηγαίο. Ο θεατής κάθεται άνετα στην καρέκλα του και παρακολουθεί με κέφι τις "ιδιοτροπίες" της σχέσης των δύο αγοριών με το ρομαντισμό να συμπορεύεται με το χιούμορ. Ένα μικρό διαδραστικό παιχνίδι με το κοινό (βοηθούντος και του χώρου) είναι παρόν, χωρίς και αυτό να καταφεύγει στην υπερβολή. Μικρά λαθάκια στις εναλλαγές των διαλόγων μπορεί να γίνονται, αλλά είναι τόσο ασήμαντα στη ροή του έργου, που ο μέσος θεατής ούτε καν τα περνάει σε δεύτερη σκέψη.
Ο Δημήτρης Μακαλιάς είναι ο Μπρούνο, ένας λίγο συγκρατημένος νεαρός που επιθυμεί να βρει τον έρωτα της ζωής του. Ο ηθοποιός δε διστάζει να τσαλακώσει το baby προφίλ του και να ερμηνεύσει ένα gay χαρακτήρα, με αξιοπρέπεια και συνέπεια. Μετρημένος και χρησιμοποιώντας κίνηση, στήσιμο σώματος και γκριμάτσες προσώπου, δίνει ένα απόλυτα σύγχρονο χαρακτήρα, που δε διαφέρει σε τίποτα από κάποιον που μπορεί να συναντήσουμε τυχαία στο δρόμο ή και να ανήκει στον κύκλο γνωριμιών μας. Παίζοντας και κάποιους άλλους χαρακτήρες, σε ορισμένους δίνει ρεσιτάλ γέλιου, αφήνοντας τον εαυτό του εντελώς ελεύθερο σκηνικά, αλλά ελέγχοντας πλήρως τα εκφραστικά του μέσα. Χαίρεσαι να βλέπεις ένα νέο παιδί να δοκιμάζει διαφορετικά πράγματα και να μη διστάζει να εμπλακεί με αυτά.
Ο Μίνως Θεοχάρης στο ρόλο του Άλεξ, παίζει ένα διαφορετικό τύπο gay άντρα, αυτόν του επικοινωνιακού, του μοδάτου, ο οποίος όμως ουσιαστικά έχει τους ίδιους συναισθηματικούς στόχους με τον Μπρούνο. Μέσα από άλλους κώδικες εκφραστικούς και ερμηνευτικούς, προσεγγίζει το χαρακτήρα του με ένα τρόπο ελεύθερο και μία διάθεση αυτοσχεδιασμού, χωρίς όμως να προσπαθεί να μονοπωλήσει το σκηνικό ενδιαφέρον. Με ένα πιο εσωτερικό και εγκεφαλικό χιούμορ, δίνει και αυτός ένα διαφορετικό καθημερινό άνθρωπο.
Η χημεία των δύο ηθοποιών στη σκηνή, είναι σπιρτόζα και παρούσα συνεχώς, αφού εκεί βασίζεται και όλη η λειτουργικότητα και η αποτελεσματικότητα του έργου.
Τα απλά, λειτουργικά και χαριτωμένα σκηνικά αντικείμενα που έχουν δυνατότητα συνεχούς μετακίνησης και οι έξυπνες και επιτυχημένες ενδυματολογικές επιλογές ανήκουν στο Δήμο Κλιμενώφ.
Η μουσική του Στάμου Σέμση και τα τραγούδια σε στίχους Φωτεινής Αθερίδου και Μίνωα Θεοχάρη ενταγμένα πλήρως στη χαριτωμένα ρομαντική ατμόσφαιρα της όλης παράστασης, ήταν ευπρόσδεκτες ηχητικές πινελιές.
Συμπερασματικά, στη σκηνή του Άβατον είδα ένα σύγχρονο έργο με gay προσανατολισμό, αλλά χωρίς τα στεγανά που θα το περιόριζε σε ένα αυστηρά τυποποιημένο κοινό. Δεν είναι έργο σκέψης και προβληματισμού, αλλά μια παράσταση στημένη με τρόπο τέτοιο, ώστε ο θεατής να διασκεδάσει και να περάσει καλά. Και προς αυτή την κατεύθυνση ο στόχος επιτυγχάνεται σε πολύ μεγάλο βαθμό. Το γέλιο είναι πηγαίο, αβίαστο και σε ικανοποιητική ποσότητα.