«ΑΓΩΝΑΣ ΝΕΓΡΟΥ ΚΑΙ ΣΚΥΛΩΝ» | ΚΡΙΤΙΚΗ

«ΑΓΩΝΑΣ ΝΕΓΡΟΥ ΚΑΙ ΣΚΥΛΩΝ» | ΚΡΙΤΙΚΗ


5.0/5 κατάταξη (31 ψήφοι)

          Το έργο «ΑΓΩΝΑΣ ΝΕΓΡΟΥ ΚΑΙ ΣΚΥΛΩΝ», του Μπερνάρ - Μαρί Κολτές (Bernard - Mari Koltès), είναι ένα βαθιά ουμανιστικό θρίλερ, μία δυστοπική εμπειρία σε ένα ψυχικό τοπίο με ήρωες οικείους. Γραμμένο το 1979, αποτελεί ένα άκρως επίκαιρο κείμενο που θίγει δεξιοτεχνικά την πάλη του ανθρώπου για ανεξαρτησία απέναντι στη διαφθορά, τον ρατσισμό, τον φόβο της συνύπαρξης, τον τρόμο προς το άγνωστο και το ξένο, τις ψευδαισθήσεις, τις ελπίδες αλλά και την απληστία, την εκμετάλλευση. Πάθη ικανά να τον θέσουν εκτός ορίων, ηθικής και ευτυχίας.
          Ο συγγραφέας ξεγυμνώνει με αριστοτεχνικά σκληρό τρόπο τον σκελετό του καπιταλιστικού συστήματος και μας φέρνει αντιμέτωπους με τη ρίζα του προβλήματος. Το χρώμα του δέρματος, η καταγωγή, η κοινωνική τάξη, στην ουσία είναι προφάσεις για να μας δείξει ότι ο «θεός του χρήματος» είναι πάνω από τον άνθρωπο και ότι ο ρατσισμός γεννιέται μόνο από οικονομικό συμφέρον. Όσο ο άνθρωπος δεν είναι πλάι στον άνθρωπο και όσο δεν υπάρχουν τρόποι επικοινωνίας που να ξεπερνούν κάθε εμπόδιο, τόσο, δυστυχώς, το έργο του θα παραμένει ζωντανό στην πρώτη γραμμή.
          Στο έργο του Κολτές, λαμβάνει χώρα η συγκάλυψη μιας δολοφονίας και ένα σκάνδαλο διαφθοράς. Ο Άλμπουρυ, ένας μαύρος άνδρας, εισβάλει στο κλειστό και καλά φρουρούμενο εργοτάξιο, γαλλικών συμφερόντων, κάπου στην Αφρική, για να παραλάβει το νεκρό σώμα του αδελφού του, ο οποίος σκοτώθηκε σε εργατικό ατύχημα. Εκεί, θα συναντηθεί με τρεις λευκούς που κατοικούν εντός του εργοταξίου, τον Όρν, τον υπεύθυνο, τον Καλ, ένα νεαρό Γάλλο μηχανικό και την Λεονή, μία γυναίκα με εύθραυστη υγεία, που έφερε ο Όρν μαζί του απ’ το Παρίσι με σκοπό να την παντρευτεί. Οι δύο λευκοί άνδρες με διάφορες προφάσεις, αρνούνται να παραδώσουν το νεκρό Νουόφια στον αδελφό του. Τότε ο Άλμπουρυ τους δηλώνει ότι δεν πρόκειται να φύγει από τον χώρο τους μέχρι να πάρει αυτό που του ανήκει. Από αυτό το σημείο, αρχίζει η δράση του έργου και βγάζει στην επιφάνεια όλες τις σκοτεινές πτυχές του ανθρώπου, όταν καλείται να πάρει δραστικές αποφάσεις.
          Σκηνοθετικά, ο Αλέξανδρος Σωτηρίου, με αρωγό τη συμβατή μετάφραση της Σύλβιας Κιούση, εικονοποιεί ένα γριφώδες, φρενήρες, δύσκολο θεατρικό σύγγραμα με πλούσια δράση ψυχολογικού ντελιρίου, συμβολικό λόγο και αλληγορική κίνηση, σε ένα δυστοπικό «έρημο τοπίο» με κινηματογραφική δομή και μία υποβόσκουσα ένταση που εκτινάσσει τη δραματικότητα στα ύψη. Καθιστά τους θεατές συμμέτοχους και συνένοχους στην ιστορία, αφού νιώθουν την επικινδυνότητα της ψυχοσύνθεσης των ηρώων, σε ένα ανελέητο κρεσέντο αλλοτρίωσης και μοναξιάς.
          Οι πρωταγωνιστές κινούνται στο αληθοφανές, λειτουργικό σκηνικό περιβάλλον της Τζίνας Ηλιοπούλου, φωτισμένο έξοχα από τον Νίκο Σωτηρόπουλο, υπό τους καίριους ήχους του Νικόλα Χάλαρη. Ευφυές σκηνοθετικό εύρημα, η χρήση ακουστικών Walkman για κάθε ήρωα, «δώρο της εταιρείας» και ένδειξη της ψυχολογικής τους κατάστασης. Η μουσική, θεωρείται, το μέσο χαλάρωσης και προσωπικής απομόνωσης του καθενός.
          Ερμηνευτικά, οι ηθοποιοί υπηρετούν με σθένος και ρωμαλεότητα τη δραματουργική στόφα του πολυεπίπεδου πονήματος.
          Ο «Όρν» του Δημήτρη Ραφαήλου, είναι ο άκαμπτος, στυγνός τεχνοκράτης, συναισθηματικά ανάλγητος, διαβρωμένος, μπλεγμένος στα γρανάζια ενός φαύλου κύκλου εξουσίας, που του έχει αφαιμάξει κάθε χαρά ζωής. Ψυχρός εκτελεστής, χωρίς ίχνος ανθρωπιάς και ενσυναίσθησης, παλεύει με τους προσωπικούς του δαίμονες, που τον καθιστούν μοναχικό και αλλοτριωμένο. Αγέρωχος, πειθαρχημένος, στιβαρός στο θεμέλιο του ρόλου του.
          Ο Μάρκος Παπαδοκωνσταντάκης ενσαρκώνει τον πληθωρικό «Καλ», τον παραβατικό, τραμπούκο Γάλλο μηχανικό του εργοταξίου, που διαπράττει το στυγερό έγκλημα και ζητά συγκάλυψη από το αφεντικό του. Σε πλήρη σύγχυση, παρανοικός, οριακά ψυχωτικός, βίαιος, είναι βουτηγμένος στη διαφθορά και την παρανομία ψυχή τε και σώματι. Εκρηκτικός, με άρτια σκηνική δεινότητα, παλμό και πάθος.
          Η «Λεονή» της Ντόρας Μακρυγιάννη σκιαγραφείται με ευσυνειδησία και ωριμότητα στο πρόσωπο της πανέμορφης Παριζιάνας femme fatale, εύθραυστης με πολλά ψυχολογικά προβλήματα, η οποία ακολουθεί τον Όρν στην Αφρική με σκοπό να τον παντρευτεί. Η μυρωδιά των Γάλλων ανδρών στα ρούχα της είναι συνυφασμένη με το ένοχο παρελθόν της, νιώθει την ανάγκη για ουσιαστική ανθρώπινη επαφή και θα γίνει η σύμμαχος του Άλμπουρυ στον αγώνα του για δικαιοσύνη.
          Ο Σαμουήλ Ακινόλα δίνει πνοή στον «Άλμπουρυ» και είναι η φωνή κάθε κατατρεγμένου, φοβισμένου και ανυπεράσπιστου ανθρώπου που αντιστέκεται γοερά απέναντι στην αδηφάγα εξουσία. Πρεσβεύει το φως της αλήθειας, την ελπίδα, την αξιοπρέπεια, την ελευθερία, την ακεραιότητα, όλες εκείνες τις ηθικές αξίες που θα έπρεπε να ορίζουν την ανθρώπινη οντότητα. Εκφραστική θεατρική παρουσία, λιτή με ακρίβεια και εσωτερικότητα.
          Συνολικά, πρόκειται για γόνιμη παράσταση με μήνυμα ανθρωπιστικό, που εστιάζει στην αναγκαιότητα της συλλογικότητας, στο αναφαίρετο δικαίωμα της ελευθερίας ως επιλογής και στον φόβο προς καθετί άγνωστο.
          «ΑΓΩΝΑΣ ΝΕΓΡΟΥ ΚΑΙ ΣΚΥΛΩΝ», με ενδιαφέρουσα σκηνοθετική προσέγγιση, κινηματογραφική αισθητική, μεστές ερμηνείες και θετικό πρόσημο.

 


Αφήστε σχόλιο

Παρακαλούμε συνδεθείτε για να αφήσετε σχόλιο.