'Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑ ΚΑΚΟΠΑΙΓΜΕΝΟ ΨΕΜΑ'
- Ημερομηνία: Σάββατο, 24/09/2016 10:04
Ο Νίκος Ορφανός μιλάει για τους ήρωες του ΚΑΓΚΟΥΡΩ του Βασίλη Κατσικονούρη, που θα δούμε στο Θέατρο Σταθμός σε σκηνοθεσία του ίδιου του συγγραφέα.
-Τι πραγματεύεται το «Καγκουρώ»;
Το “Καγκουρώ” είναι μια απλή καθημερινή ιστορία: ο γιος ενός καθηγητή μετατίθεται από σχολικός φύλακας στις φυλακές υψίστης ασφαλείας στο Δομοκό. Η εύθραυστη σχέση με τον πατέρα του δοκιμάζεται, σε συνδυασμό με τη σχέση του με την κοπελιά του. Όλα αλλάζουν με τον ερχομό ενός εύπορου θείου (που τον υποδύομαι εγώ) από την Αυστραλία που υπόσχεται μια καλύτερη ζωή στην ξενιτιά. Τελικά τα πράγματα παίρνουν το δικό τους απρόσμενο δρόμο, πέρα από τους υπολογισμούς των ηρώων. Είναι μια ιστορία δοσμένη με υπέροχο θεατρικό τρόπο, απίστευτα αληθινή και ανθρώπινη.
- Θίγει τις παθογένειες της ελληνικής κοινωνίας. Πού τελικά έγινε το λάθος;
Δεν νομίζω ότι ο Βασίλης Κατσικονούρης ήθελε να σηκώσει το δάχτυλο και να μας δείξει τις παθογένειες της κοινωνίας. Το πρόβλημά μας, πιστεύω, είναι βαθιά υπαρξιακό. Χρειάζεται να επαναπροσδιορίσουμε τη σχέση μας με τις αξίες που μέχρι τώρα θεωρούσαμε αυτονόητες. Η οικογένεια είναι ένας θεσμός ιερός, αλλά τι εκπροσωπεί πλέον σήμερα; Τι ανθρώπους θα θέλαμε να ανατρέφει; Πώς την ορίζουμε πλέον στη συνεχώς μεταβαλλόμενη εποχή μας; Ή πώς βλέπουμε τον εαυτό μας ως πολίτη; Τι χώρα θέλουμε, τι κράτος, κλπ. Πολλές φορές βλέπω απίστευτα παιδιάστικες συμπεριφορές, από πολιτικούς και συμπολίτες μου. Σαν να είναι στην αλάνα και παίζουν ξύλο.
Το δε λάθος που λέτε, νομίζω ότι έγινε στην παιδεία μας. Και είναι δυστυχώς διαρκές. Και μόνιμο εμπόδιο στην οικοδόμηση μιας νέας αντίληψης της θέσης μας στο σημερινό κόσμο.
- Ο θείος Τάκης επέλεξε το δρόμο της ξενιτιάς. Τι ρόλο διαδραματίζει στην ιστορία;
Ο θείος Τάκης είναι ένας μετανάστης, που έφυγε πριν από εικοσιπέντε χρόνια και πρόκοψε στη Μελβούρνη. Όπως η πλειοψηφία των μεταναστών, μετά από τόσα χρόνια απουσίας από τη γενέθλια γη, δυσκολεύεται να ξαναβρεί το κομμένο νήμα της επικοινωνίας. Ανακαλύπτει ότι η Ελλάδα στο μυαλό του είναι ιδεατή, δεν υφίσταται στην πραγματικότητα και τελικά απομακρύνεται ξανά. Αυτό είναι κάτι που το βλέπουμε σε πολλούς συμπολίτες μας που έχουν μεταναστεύσει. Είναι πλέον μακριά από την πατρίδα τους, όχι γεωγραφικά, αλλά ψυχολογικά και πολιτισμικά.
-Οι ήρωες του έργου βρίσκουν τη λύτρωση;
Άλλος ναι, άλλος όχι. Το έργο δεν έχει αναγκαστικά ευτυχισμένο φινάλε. Έχει ένα απρόσμενο, αλλά όχι απίθανο τέλος. Από την οπτική με την οποία βλέπεις τα πράγματα, μπορείς να καταλάβεις αν ο κάθε ήρωας λυτρώνεται, με την έννοια της ανακάλυψης του προορισμού του ή όχι. Αλλά ποιος είναι ποτέ πραγματικά σίγουρος γι’ αυτό; Σε όλη μας τη ζωή δεν τον ψάχνουμε;
-Πιστεύετε ότι η μετανάστευση στο εξωτερικό είναι λύση τελικά για τη νέα γενιά;
Η λύση είναι αυτό που ο καθένας αποφασίζει για τον εαυτό του τη συγκεκριμένη στιγμή που έχει το πρόβλημα. Ποιος μπορεί να πει σε ένα νέο παιδί που έχει σπουδάσει κάτι που η πατρίδα του δεν χρειάζεται, να μείνει εδώ αναγκαστικά; Ή σε κάποιον που στραβώθηκε να μελετάει και να μαζεύει πτυχία, ότι για να βρει αντάξια δουλειά με αξιοπρεπή μισθό, θα πρέπει να γραφτεί στο κυβερνητικό κόμμα; Δεν υπάρχει αξιοκρατία στην Ελλάδα, και τώρα περισσότερο από ποτέ. Επομένως, η μετανάστευση είναι μια απόλυτα προσωπική υπόθεση. Ότι δεν είναι αυτή η χώρα που θα θέλαμε οι περισσότεροι, νομίζω αυτό αποτελεί πλέον κοινή συνείδηση.
-Τι θα συμβουλεύατε εσείς ένα νέο παιδί;
Δεν είμαι άξιος να συμβουλεύω κανέναν. Το μόνο που συνιστώ είναι σύνεση και τόλμη. Μόνο οι νέοι θα μπορέσουν να χαράξουν τον νέο δρόμο που χρειαζόμαστε. Αλλά όχι με μίσος και διχόνοια. Καθένας που μας σπρώχνει στην έχθρα του άλλου, είναι άξιος περιφρόνησης. Α, ναι, μου ήρθε τώρα μια συμβουλή: θα έλεγα στον νέο της εποχής μας, να διαβάζει όσα περισσότερα βιβλία μπορεί. Εκεί κρύβεται η αλήθεια και η γνώση και όχι στο διαδίκτυο.
-Κατά τη γνώμη σας πώς μπορεί ο σύγχρονος Έλληνας να αντιμετωπίσει την αδιέξοδη κατάσταση που ζούμε;
Δεν ξέρω ποιος είναι ο σύγχρονος Έλληνας. Διαφέρουμε πάρα πολύ αναμεταξύ μας. Ποτέ δεν φανταζόμουν πόσες χιλιάδες συμπολίτες μου ακόμα θα θεωρούσαν ότι πάνω από όλα πρέπει να είναι το σπάταλο και αδηφάγο τέρας του δημόσιου τομέα. Δεν νομίζω ότι κάποιος με τέτοια άποψη μπορεί να αντιμετωπίσει τις νέες καταστάσεις που δημιουργούνται διεθνώς μέρα με τη μέρα. Τα σύνορα πέσανε, είμαστε έρμαιο των παγκόσμιων συγκυριών. Αυτός που δεν χάνει το δάσος, θα σταθεί όρθιος. Όποιος βλέπει μόνο το δικό του δέντρο, θα χαθεί.
-Το μεταναστευτικό είναι ένα τεράστιο ζήτημα. Ποια η δική σας άποψη για το θέμα; Τι κινήσεις πρέπει να γίνουν;
Τι να σας πω; Τώρα τρέχουμε. Έπρεπε να είχαμε προνοήσει από πριν, που ορθωνόταν το μεταναστευτικό κύμα στην απέναντι όχθη. Η πολιτεία δεν έκανε τίποτα, για άλλη μια φορά. Μας πουλήσανε πατριωτιλίκι και ψευτοανθρωπισμό και τώρα πώς να φροντίσουμε αυτές τις ψυχές; Πρέπει να φτιάξουμε ένα σχέδιο, γιατί δεν είναι όλοι ίδιοι οι μετανάστες και οι πρόσφυγες, χρειαζόμαστε συνεργασία με τους εταίρους μας για εφαρμογή των συμφωνιών και πίεση για κατάπαυση του πολέμου. Όσο μπορούμε ως μια μικρή χώρα. Αν δεν σταματήσουν οι πόλεμοι, δεν θα σταματήσει ο κόσμος να εγκαταλείπει τις πατρίδες του.
- O συγγραφέας είναι και σκηνοθέτης της παράστασης. Είναι μια ασυνήθιστη εμπειρία αυτή φαντάζομαι για έναν ηθοποιό;
Όντως. Ευτυχώς συνεννοούμαι με το Βασίλη μια χαρά, έχουμε και προϊστορία με τον «Μάκη» του, το μονόλογό του που τόσο αγάπησα. Ο συγγραφέας που σκηνοθετεί δίνει βάση κυρίως στην ανάδειξη του κειμένου. Αν σκεφτούμε ότι μιλάμε για το δεύτερο μόλις ανέβασμα του έργου, αυτό δεν είναι κακό. Τουλάχιστον δεν θα αναρωτηθούμε ποτέ στην πρόβα, τι θέλει να πει ο συγγραφέας!
-Υπήρξατε βουλευτής. Όμως αποχωρήσατε από την παράταξή σας. Ποια είναι σήμερα η σχέση σας με την πολιτική;
Παραμένω ενεργός πολίτης, ενημερώνομαι και προσπαθώ να σχηματίζω άποψη όσο πιο νηφάλια μπορώ. Δεν θα επιδιώξω να εμπλακώ ξανά στην ενεργό πολιτική, όπως δεν το επιδίωξα και την πρώτη φορά. Προέκυψε και έκανα το καθήκον μου, όπως εγώ το αντιλαμβανόμουν και για όσο άντεξα. Δεν μπορώ, βλέπετε, να σταματάω και την αγαπημένη μου Τέχνη κάθε τόσο. Προς το παρόν λοιπόν, θέατρο και μόνον.
-Η υποκριτική και η πολιτική μπορούν τελικά να συνδυαστούν;
Πώς άραγε; Ένας βουλευτής έχει τόση δουλειά, αν θέλει να εργαστεί σοβαρά, που δεν έχει χρόνο ούτε για προσωπική ζωή, πόσω μάλλον να εργάζεται και ως ηθοποιός. Από την άλλη η πολιτική στην Ελλάδα είναι κακό θέατρο. Ή μάλλον δεν είναι καν θέατρο, είναι ένα κακοπαιγμένο ψέμα, δεν μπορείς να την κατατάξεις πουθενά. Το δε θέατρο, από την άλλη, πάντα θα παραμένει ο θεματοφύλακας του ρομαντισμού και της αθωότητάς μας. Βλέπετε κάτι από αυτά τα δύο στην πολιτική μας σκηνή;
-Τι άλλο ετοιμάζετε για φέτος;
Θα έχω τη χαρά να παίξω πάλι στο θέατρο Σταθμός, στο Μεταξουργείο, και σε ένα άλλο ελληνικό έργο, στο θαυμάσιο «Στα Πόδια» του Γιάννη Σκαραγκά, με την Ελίνα Ακριτίδου, σε σκηνοθεσία της Φωτεινής Μπαξεβάνη. Διαδραματίζεται στην Αθήνα, παραμονές των πρώτων Ολυμπιακών αγώνων, το 1896. Αφορά την προσπάθεια μιας γυναίκας να τρέξει στο μαραθώνιο. Η ηρωίδα ήταν υπαρκτό πρόσωπο και το έργο ξεκινάει από ένα ιστορικό γεγονός, για να χτίσει μια θαυμάσια ιστορία ανάμεσα σε έναν άντρα και μια γυναίκα. Αγαπώ πολύ το ελληνικό έργο και είμαι πανευτυχής που και φέτος θα πρωταγωνιστήσω σε δύο εξαιρετικά ελληνικά θεατρικά έργα.