• Buzz
  • ΔΕΙΠΝΟ ΗΛΙΘΙΩΝ - ΚΡΙΤΙΚΗ
ΔΕΙΠΝΟ ΗΛΙΘΙΩΝ - ΚΡΙΤΙΚΗ

ΔΕΙΠΝΟ ΗΛΙΘΙΩΝ - ΚΡΙΤΙΚΗ


3.8/5 κατάταξη (5 ψήφοι)

Το κείμενο του Francis Veber με τίτλο "Δείπνο Ηλιθίων" σκηνοθετεί ο Σπύρος Παπαδόπουλος στο θέατρο Κάππα.
Μια κωμωδία-φάρσα, η οποία υπήρξε πολύ επιτυχημένη και σαν ταινία.
Μια παρέα πλουσίων διασκεδάζει διοργανώνοντας κάθε εβδομάδα ένα δείπνο, όπου ο καθένας φέρνει μαζί του και έναν "ηλίθιο", τους οποίους κοροϊδεύουν και κερδίζει αυτός που θα φέρει τον πιο αστείο.
Ένας μεγαλοεκδότης, συνδαιτημόνας αυτών των δείπνων, αναγκάζεται να μείνει σπίτι, λόγω λουμπάγκο και ο προσκεκλημένος του με την αφέλεια που τον διακρίνει, κάνει μια σειρά από γκάφες κατά τη διάρκεια της βραδιάς και τον αποδομεί πλήρως.
Αυτή είναι η απάντησή του στο bullying που σκοπεύει να τον υποβάλλει ο "έξυπνος" εκδότης.
Η έννοια της πλάκας, της φιλίας και γενικότερα οι ανθρώπινες σχέσεις, έρχονται στο επίκεντρο της παράστασης με ένα έξυπνα κωμικό και παιγνιώδη τρόπο, προσπαθώντας να αγγίξουν την ουσία τους.

Η μετάφραση της Νικολέτας Κοτσαηλίδου έχει ρυθμό και ροή και οι ατάκες κυλούν αβίαστα, δημιουργώντας ένα σύνολο χωρίς κενά και χάσματα νοηματικά.

Ο Σπύρος Παπαδόπουλος επιμελείται σκηνοθετικά την παράσταση, ισορροπώντας ανάμεσα στη γνήσια κωμωδία και στα μηνύματα που κρύβει ο λόγος παράλληλα με το αστείο του περιεχόμενο. Το βασικό κωμικό στοιχείο είναι οι καταστάσεις που βιώνουν οι πρωταγωνιστές και όχι οι ατάκες του έργου και πάνω σε αυτό επενδύει ποντάροντας στην κωμική φλέβα των πρωταγωνιστών του. Αποφεύγει τις υπερβολές, δε δημιουργεί χαρακτήρες καρικατούρες και διατηρεί ένα σταθερό ρυθμό. Κρατά μια κριτική στάση στο ενήλικο bullying με μικρά αιχμηρά σχόλια, τα οποία καταφέρνουν και δένουν με την κωμωδία, κρατώντας το έργο συμπαγές και με μια ευχάριστη ατμόσφαιρα να πλανιέται στην πλατεία. Η φιλία, η εμπιστοσύνη, η συνεργασία θίγονται με διακριτικό τρόπο στο έργο και δημιουργούν με τρόπο χαριτωμένο προβληματισμό στο θεατή. Οι παρεξηγήσεις είναι αλλεπάλληλες και η αποδόμηση των ηρώων σταδιακή αλλά συνεχής. Μια μικρή κοιλιά στη μέση της παράστασης ξεπερνιέται γρήγορα και χωρίς να χαθεί το συνολικότερο ενδιαφέρον της και το κωμικό της μομέντουμ. Σκηνική χημεία μεταξύ των δύο κεντρικών ηρώων δείχνει να υπάρχει και υπάρχουν περιθώρια να βελτιωθεί ακόμα περισσότερο αυτή η σκηνική σχέση.

Ο Σπύρος Παπαδόπουλος πέρα από τη σκηνοθεσία κρατά και το βασικό ρόλο του ηλίθιου της παράστασης, του Φρανσουά Πινιόν, ένα ρόλο που δείχνει να του ταιριάζει γάντι. Ο χαρακτήρας του έχει μια σχεδόν παιδική αφέλεια, έναν αυθορμητισμό και ταυτόχρονα μια αξιοπρέπεια που τον κάνει εξαιρετικά συμπαθή παράλληλα με την αστεία του πλευρά. Με εμπειρία σε παρόμοιους ρόλους ο ηθοποιός είναι εξαιρετικά πειστικός και σκιαγραφεί μια γνήσια κωμική περσόνα, πολύ καλά δουλεμένη.

Ο Πυγμαλίων Δαδακαρίδης υποδύεται τον πλούσιο Πιερ Μπροσάν, λίγο άγαρμπα στην αρχή, αλλά στη συνέχεια αρχίζει και βρίσκει τα πατήματά του και συνεργάζεται επιτυχημένα με το "θύμα" του. O ρόλος διατηρείται σε ένα καλό επίπεδο και στη ροή της παράστασης βελτιώνεται θεαματικά.

Ο έμπειρος Τάκης Παπαματθαίου παίζει το γιατρό, αλλά και τον εφοριακό Σεβάλ, φίλο του Πινιόν και κινείται με άνεση σε γνωστά σε αυτόν μονοπάτια. Δεν απογειώνει το χαρακτήρα, αλλά διατηρεί μια ετοιμότητα τόσο στην εκφορά του λόγου, όσο και στην κίνησή του, συμπληρώνοντας εύστοχα το κωμικό παζλ του έργου.

Ο Βασίλης Ρίσβας είναι ο Λεμπλάν, παλαιός φίλος του Μπροσάν και αποτελεί μια πιο μελαγχολική παρουσία, αλλά δε χαλά τη χημεία των υπολοίπων και δένει αρμονικά με αυτούς.

Η Άννα Μενενάκου και η Ξανθή Γεωργίου σε μικρότερους αλλά χαρακτηριστικούς ρόλους (κυρία Μπροσάν και ερωμένη του κυρίου Μπροσάν) συμπληρώνουν το καστ, φέρνοντας μια δροσερή γυναικεία αύρα στη σκηνή.

Το σκηνικό της Αθανασίας Σμαραγδή αναπαριστά επιτυχημένα ένα μεγαλοαστικό παρισινό διαμέρισμα, καλαίσθητο και κομψό.

Τα κοστούμια της Νικόλ Παναγιώτου μάλλον διεκπεραιωτικά, ενώ θα μπορούσαν να έχουν ενεργότερο ρόλο στο κωμικό μομέντουμ της παράστασης.
Οι φωτισμοί του Χρήστου Τζιόγκα δημιουργούν μεγάλα πλάνα και είναι γενικοί και χωρίς ιδιαίτερη φαντασία. Η κίνηση της Σοφίας Σπυράτου είναι έξυπνη και δουλεμένη, ώστε να δένει αρμονικά με τις ατάκες και τις κωμικές καταστάσεις που εκτυλίσσονται στη σκηνή και να τους προσδίδει ένταση και αληθοφάνεια.

Συμπερασματικά, στη σκηνή του Θεάτρου Κάππα, ο θεατής θα παρακολουθήσει μια παράσταση με ρυθμό, ροή και καλό χιούμορ, από την οποία θα φύγει νιώθοντας ότι πέρασε ευχάριστα το βράδυ του. Οι ήρωες συμπαθείς και καθημερινοί είναι άνθρωποι της διπλανής πόρτας και οι ερμηνείες των ηθοποιών μοιάζουν αβίαστες και μπριόζες. Μια καλή διασκευή στα ελληνικά μέτρα του γαλλικού πρωτοτύπου.


Αφήστε σχόλιο

Παρακαλούμε συνδεθείτε για να αφήσετε σχόλιο.