«ΗΛΕΚΤΡΑ» | ΚΡΙΤΙΚΗ
- Ημερομηνία: Τετάρτη, 09/07/2025 23:41
H Σοφόκλεια «Ηλέκτρα» έχει χαρακτηριστεί τραγωδία υψίστου πάθους και μέγιστης δραματουργικής τεχνικής, που αγγίζει τα όρια του θείου με την τραγικότητά της. «Κινούσα δύναμις» είναι αυτό το πάθος που επισκιάζει όλους τoυς ήρωες έως την τελική κάθαρση. Γιατί η ταπεινωμένη βασιλοπούλα που τυλίγεται στον πόνο και το μίσος, αυτή η παρθενική μορφή που στέκεται σαν φοβέρα, απέναντι στην ξεδιάντροπη Βασίλισσα – μητέρα της, δεν επιτρέπει στον εαυτό της καμιά ανακωχή, δεν ονειρεύεται τίποτα περισσότερο από τον άγγελο του θανάτου. Τον λυτρωτή, εκείνον, που θα πάρει εκδίκηση και θα τιμωρήσει τους φονιάδες του πατέρα της. Το φονικό χέρι του Ορέστη, που θα τιμωρήσει τους ενόχους και θα επιφέρει την πολυπόθητη δικαίωση.
Μια επιτυχημένη παράσταση προϋποθέτει εμπνευσμένη σκηνοθεσία και ενιαία ερμηνευτική γραμμή. Η προσέγγιση του Δημήτρη Τάρλοου, στην πρώτη του σκηνοθετική απόπειρα στην Επίδαυρο, ήταν κλασική και λιτή. Πατώντας στην μετάφραση του Γιώργου Χειμωνά, παρέμεινε στο ύφος της τραγωδίας, όπου ο λόγος ήταν κατανοητός και απλός, αλλά δεν κατάφερε να μαγνητίσει και να προσδώσει το κάτι παραπάνω από το μεγαλείο του αρχαίου δράματος. Υπήρχαν σκηνές όπου χωρούν αντιρρήσεις, όπως η κινησιολογία του Χορού καθ΄ όλη τη διάρκεια της συνθήκης, η Κλυταιμνήστρα πάνω στη σκάλα, ο Πυλάδης με τα ακροβατικά και η Χρυσόθεμις με το απρόσμενο τσιφτετέλι στο παγκάκι (κίνηση Μαρκέλλας Μανωλιάδη). Υπήρχε όμως και η μεγαλειώδης στιγμή της αναγνώρισης των δύο αδερφών, με τους στίχους του ηπειρώτικου τραγουδιού.
Στα θετικά της παράστασης, πιστώνεται το σκηνικό του Πάρι Μέξη, με επιρροή από τα έργα του Γιάννη Τσαρούχη και τον Καραγκιόζη του Ευγένιου Σπαθάρη. Μία πόρτα – παράθυρο και μία καμπυλωτή σκάλα με κλίση προς τα πίσω, είναι ό,τι απέμεινε από το παλιό ένδοξο παλάτι του Αγαμέμνονα. Τα κοστούμια, όμως, είχαν κάποια θέματα. Εξώπλατη τουαλέτα για την Κλυταιμνήστρα, φορέματα κοκτέιλ για τις κόρες των αρχόντων και λουλουδάτο για τη Χρυσοθέμιδα, στρατιωτικό στυλ με άρβυλα, χλαίνες για την Ηλέκτρα, τον Ορέστη και τον Πυλάδη, περικεφαλαία και πανοπλία για τον Παιδαγωγό, αμπιγιέ κοστούμι για τον Αίγισθο.
Ευεργετικοί οι φωτισμοί του Αλέκου Αναστασίου από την μια, αλλά άνευρη η μουσική υπόκρουση του Φώτη Σιώτα, ερμηνευμένη ζωντανά από τον ίδιο και τον Τάσο Μισυρλή.
Ο θίασος κινήθηκε ικανοποιητικά με προεξάρχουσα τη Λουκία Μιχαλοπούλου, η οποία κράτησε σωστά τις ισορροπίες και αγκάλιασε με εκφραστική ακρίβεια μια «Ηλέκτρα» σκληρή και τρυφερή, ανελέητη και παθιασμένη για εκδίκηση και δικαιοσύνη.
Η Ιωάννα Παππά, ως «Κλυταιμνήστρα», εγκλωβίστηκε, μεν, στην κίνηση, απέδωσε, δε, τη νοσηρή γοητεία και την αύρα της Βασίλισσας- γυναίκας που προδόθηκε και πρόδωσε.
Καλή η «Χρυσόθεμις», της Γρηγορίας Μεθενίτη, που κινήθηκε χαριτωμένα ανάμεσα στις κοινωνικές επιταγές και τις αδελφικές υποχρεώσεις.
Ο Αναστάσης Ροϊλός ήταν ένας νευρώδης «Ορέστης» με ελάχιστες αποχρώσεις.
Ο Γιάννης Αναστασάκης έπλασε με λαϊκή αμεσότητα τον «Παιδαγωγό».
Ικανοποιητικός ο Νικόλας Παπαγιάννης, στο σύντομο πέρασμά του ως «Αίγισθος», και επαρκής ο Περικλής Σιούντας στον ρόλο του «Πυλάδη».
Οι κοπέλες: Μαργαρίτα Αλεξιάδη, Ασημίνα Αναστασοπούλου, Ελένη Βλάχου, Ιωάννα Δεμερτζίδου, Ιωάννα Λέκκα, Ελένη Κιλινκαρίδου-Σίστη, Λυδία Στέφου, Άννα Συμεωνίδου, Χαρά Τζόκα, δεν κατάφεραν να καλύψουν τις προδιαγραφές ενός άρτιου Χορού. Προς στιγμήν, νόμιζα ότι έπαιζαν σε ταινία της Φίνος Φιλμ.
Τίμιο το πρώτο Επιδαύριο ανέβασμα του Δημήτρη Τάρλοου, αλλά το αρχαίο δράμα δε χαρίζεται σε κανέναν. Αντιθέτως, εκθέτει την όποια αδυναμία με απόλυτη ειλικρίνεια.