ΑΝΑΤΟΛ - ΚΡΙΤΙΚΗ

ΑΝΑΤΟΛ - ΚΡΙΤΙΚΗ


4.2/5 κατάταξη (5 ψήφοι)

Το έργο "Ανατόλ ή η Μάχη των Φύλων" (Anatol) του Αυστριακού συγγραφέα Άρθουρ Σνίτσλερ (Arthur Schnitzler) σκηνοθετεί στο Θέατρο Αλκμήνη ο Γιάννης Βούρος. Εκδόθηκε στο Βερολίνο το 1893, έκανε πρεμιέρα το 1910 και παίχτηκε με επιτυχία στη Βιέννη και το Βερολίνο. Είναι ένα θεατρικό έργο σε επτά πράξεις με ήρωες τον Ανατόλ, έναν άστατο και ρηχό συναισθηματικά πλειμπόι, επτά διαφορετικές γυναίκες με τις οποίες σχετίστηκε ερωτικά έστω και για μικρό χρονικό διάστημα και ένα στενό του φίλο, το Μαξ. Μια πιο διακριτική εκδοχή ενός Καζανόβα που πηγαίνει από γυναίκα σε γυναίκα, από αγκαλιά σε αγκαλιά, χωρίς να βρίσκει κορεσμό, ή ουσιαστική και βαθύτερη ικανοποίηση. Στο έργο οι εφτά γυναίκες που παρακολουθούμε να πέφτουν στα δίχτυα του Ανατόλ ανήκουν σε διαφορετικές κοινωνικές τάξεις, έχουν διαφορετική μόρφωση και πνευματικό επίπεδο, αλλά όλες παίζουν με αυτόν ένα συνεχές παιχνίδι γάτας-ποντικού, θύτη-θύματος. Υποβόσκει η πάλη των φύλων για επικράτηση με έπαθλο το ερωτικό αντικείμενο του κρυφού ή φανερού τους πόθου. Αλλού υπάρχει συναίσθημα και ρομαντισμός, αλλού σαρκασμός και κυνισμός, τα όρια ποικίλλουν από τη μελοδραματική στην απόλυτα ρεαλιστική εικόνα και όλα αυτά με τον πνευματώδη σχολιασμό του θυμόσοφου θεατή Μαξ που παρατηρεί, σχολιάζει, αλλά δε συμμετέχει. Η μετάφραση του Μάριου Πλωρίτη είναι συμπαγής, έχει ροή και συνέχεια και διατηρεί το λόγο του συγγραφέα μεστό και αιχμηρό. Τη μετάφραση του επιλόγου επιμελήθηκε ο Γιάννης Καλιφατίδης.

Ο Γιάννης Βούρος σκηνοθετεί την παράσταση έχοντας στο προσκήνιο διαφορετικές παραλλαγές της αέναης μάχης άντρα-γυναίκας για την τελική ερωτική επικράτηση, χωρίς να του διαφεύγουν η αναγκαία κριτική ματιά και το χιούμορ για να αποφορτίσουν έστω και στιγμιαία την σκηνική ένταση. Το εφήμερο, το προσωρινό, το ευκαιριακό είναι η βάση των επεισοδίων της ερωτικής ζωής του Ανατόλ και παρουσιάζονται είτε σαν αναμνήσεις που δεν έσβησε η λήθη, είτε ως μία παιγνιώδης καθημερινότητα. Μέσα από τον έρωτα προβάλλονται οι ανασφάλειες, οι φοβίες και η βαθύτερη ανάγκη για γνώση της ανθρώπινης ψυχής και των μυστικών της. Το παιχνίδι που φαίνεται στην επιφάνεια και στη σκηνή, έχει βαθύτερες προεκτάσεις και αφήνει συχνά μόνιμα το σημάδι του στη ζωή. Ο σκηνοθέτης το υπαινίσσεται ανοιχτά μέσα από το συναίσθημα, το σαρκασμό, το χιούμορ, το θυμό, προσπαθώντας όχι να καυτηριάσει ή να αποδοκιμάσει, αλλά να προβληματίσει και να προκαλέσει μία (έστω και σύντομη) ενδοσκόπηση. Άλλωστε η θεματική του ίδιου του έργου επιτρέπει πολλές αναγνώσεις και προσαρμογή της στα προσωπικά δεδομένα του καθενός. Οι εικόνες έχουν ρυθμό, γρήγορους και συχνά σπιρτόζικους διαλόγους (αποφεύγοντας τη φλυαρία που θα πλάτειαζε και θα αποσυντόνιζε) και κίνηση. Τα κοστούμια προσθέτουν αίγλη και ποικιλία, κάνοντας πλουσιότερη την εικόνα αυτή, ενώ οι ενίοτε χαμηλοί φωτισμοί προσδίδουν μυστήριο στην ατμόσφαιρα. Τα πλάνα έχουν μια κινηματογραφική αμεσότητα και οι εναλλαγές τους δεν αφήνουν το θεατή να βαρεθεί ούτε για μια στιγμή.

Ο Λευτέρης Βασιλάκης στο ρόλο του ακόρεστου ερωτικά Ανατόλ, χρησιμοποιεί το λόγο, τη γοητεία, αλλά και την τόλμη του για να πλησιάσει και να θέλξει τις γυναίκες που του αρέσουν. Με ένα σχεδόν μόνιμο μειδίαμα, βλέμμα που υπόσχεται πολλά, ύφος λάγνου διανοούμενου και μια παιγνιώδη διάθεση, αποτελεί εξαιρετική ενσάρκωση του τρόπου σκέψης και δράσης του ήρωά του. Κρύβει έντεχνα τις ανασφάλειες και τις αδυναμίες του (τις οποίες αποκαλύπτει και συζητά μόνο με το Μαξ), μαζί με την συναισθηματική του ανωριμότητα και αποπνέει σιγουριά και δυναμισμό στη σκηνή. Ένας σχεδόν ιδανικός bon viveur, γοητευτικός επιφανειακά και ανώριμος ψυχολογικά.
Η Τζούλη Σούμα έχει τη δύσκολη αποστολή να υποδυθεί και τις εφτά γυναίκες που βλέπουμε σε διάφορες φάσεις της ζωής του Ανατόλ. Αλλάζει ρούχα, διάθεση και προσωπικότητες σε μια σκυταλοδρομία τύπων γυναίκας που καλείται να ερμηνεύσει. Γίνεται φοβισμένη κυρία του καλού κόσμου, παιχνιδιάρα γατούλα, χειραφετημένη γυναίκα, επιτυχημένη αλλά συναισθηματικά ανασφαλής επαγγελματίας. Χρησιμοποιεί διαφορετικά ηχοχρώματα, εκφράσεις προσώπου, στήσιμο σώματος και κίνηση για να αποδώσει τις ιδιαιτερότητες της κάθε γυναίκας, διερευνώντας διάφορες πτυχές της γυναικείας της φύσης. Η χημεία των δύο ηθοποιών στη σκηνή είναι σχεδόν υποδειγματική, τονίζοντας την έλξη, αλλά και τις αντιθέσεις τους κι εκεί βασίζεται σε πολύ μεγάλο βαθμό η επιτυχία της όλης προσπάθειας.
Ο Πέρης Μιχαηλίδης παίζει το Μαξ, το χορτασμένο από ζωή και έρωτες φίλο του Ανατόλ, που παρακολουθεί και σχολιάζει άλλοτε σοβαρά και άλλοτε σκωπτικά τα κατορθώματα του φίλου του. Δείχνει να συνειδητοποιεί τη νότα παρακμής που κουβαλά και να την επενδύει σε αποστάγματα σοφίας. Κάποιες στιγμές, αλλοιώνοντας το ηχόχρωμα της φωνής του, ένιωσα να υπερπαίζει και να υπερτονίζει τα λόγια του, αλλά συνολικά δεν αλλοίωσε τη χρησιμότητα του τρίτου αυτού χαρακτήρα στη δομή της παράστασης.

Την επιμέλεια του σκηνικού χώρου ανέλαβε ο σκηνοθέτης και εκτός από κάποια λίγα και βασικά έπιπλα (συχνά πολυλειτουργικά), άφησε αρκετό χώρο για την κίνηση των ηθοποιών, το χορό, αλλά και το ερωτικό τους πλησίασμα. Τα κοστούμια του Δημήτρη Ντάσιου ήταν χάρμα ιδέσθαι και αποτύπωσαν καταπληκτικά μια εποχή μεγαλείου και πολυτέλειας, αποτελώντας πολύτιμο εργαλείο στη ροή της παράστασης.
Τη φροντίδα της μουσικής είχε ο Γιώργος Τσιρίκος και κινήθηκε σε κλασσικές και δοκιμασμένες φόρμες, αποτελώντας όμορφο soundtrack.
Η κίνηση της Φρόσως Κορρού είχε φαντασία, ρυθμό και ήταν ένα συντονισμένο και χορογραφημένο ερωτικό πλησίασμα των σωμάτων.
Οι φωτισμοί του Γιώργου Φρέντζου δημιούργησαν υποβλητική ατμόσφαιρα, ερωτική διάθεση και φώτισαν με επάρκεια τα στιγμιότυπα Άνδρα-Γυναίκας.

Συμπερασματικά, στη σκηνή του Θεάτρου Αλκμήνη, παρακολούθησα ένα κλασσικό έργο, με διαχρονική θεματική και μια σκηνοθετική οπτική που προσέγγισε από αρκετά μονοπάτια την πάλη των φύλων. Οι σκηνές σύντομες, αλλά περιεκτικές, συνδύασαν το χιούμορ με το δράμα, την κυνικότητα με το συναίσθημα, ενώ η όλη προσπάθεια είχε ρυθμό, ατμόσφαιρα και σφιχτή δομή. Ευτύχημα δε ήταν το γεγονός ότι τόσο ο Άντρας, όσο και η Γυναίκα παίζονται από ένα ερμηνευτικό δίδυμο που είχε φλόγα, ενθουσιασμό και εξαιρετική σκηνική χημεία μεταξύ τους.


Αφήστε σχόλιο

Παρακαλούμε συνδεθείτε για να αφήσετε σχόλιο.